17/2/13

Επιστροφή.


Ἐγὼ δὲν ἐπλανήθηκα σὲ δάση ἀπάρθενα, βουερά,
μηδὲ ἡ ριπὴ μ᾿ ἐχτύπησε τοῦ ὠκεάνειου ἀνέμου.
Σκλάβο πουλί, τ᾿ ἀνώφελα πηγαίνω σέρνοντας φτερὰ
καὶ δὲ θὰ ἰδῶ τοὺς οὐρανοὺς ποὺ νοσταλγῶ, ποτέ μου.

Μὰ πάντα, ὦ φύση, ἀλίμονο! πόσο ἡ ψυχή μου ταπεινὴ
λάτρισσα στὸ παραμικρὸ γίνεται μάντεμά σου,
καὶ πόσο, τώρα ποὺ ἡ βραδιὰ θὰ πέσει φθινοπωρινή,
τὸ καθετὶ περσότερο μοῦ λέει τὴν ὀμορφιά σου!

Μὲ μίαν ἀκρούλα σύννεφου ταξιδεμένου μὲ καλεῖς,
μὲ τὸ χρυσίο χαμόγελο τοῦ μαραμένου βρύου,
μ᾿ ἕνα χορτάρι ἀνάμεσα στὶς πλάκες ὅλες τῆς αὐλῆς,
ποὺ τὸ σαλεύει μοναχὸ ἡ πνοὴ τοῦ Σεπτεμβρίου.

Καὶ τὴ φωνή σου ἀκούγοντας, τὴ μυστικιά, τὴ δυνατή,
ὦ φύση, θά ῾ρθω κάποτε φέρνοντας τὸ σταυρό μου.
Θά ῾ναι τὸ χῶμα σου ἐλαφρό, καὶ θά ῾ναι πάντα ὀνειρευτὴ
ἡ ὥρα μὲ τ᾿ ἀναπάντεχο τέλος τοῦ μάταιου δρόμου!
Κώστας Καρυωτάκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: