Κινδυνεύει να οδηγήσει σε ακόμη σκληρότερη λιτότητα ή και σε εξοστρακισμό περιφερειακών χωρών από την Ευρωζώνη!
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου.
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου.
Οσοι αμφισβητούν την Ευρώπη του Μάαστριχτ και της Λισσαβώνας κατηγορούνται συνήθως ότι αρκούνται σε μια στείρα άρνηση των εφαρμοζόμενων πολιτικών, χωρίς να τη συνοδεύουν με θετικές προτάσεις περί του πρακτέου. Ωστόσο, το πολιτικό δράμα γύρω από το επωαζόμενο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (ΕΝΤ) καταδεικνύει ότι οι αποσπασματικές, θετικές προτάσεις των αδυνάτων προς τους ισχυρούς είναι δίκοπο μαχαίρι, καθώς ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος να γίνουν... αποδεκτές!
Εδώ και αρκετούς μήνες, πολιτικοί και οικονομολόγοι ριζοσπαστικών κατευθύνσεων πρότειναν ένα παρόμοιο ευρωπαϊκό ταμείο ως μηχανισμό κοινοτικής αλληλεγγύης, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη ευάλωτη χώρα να καλύψει τις πιεστικές δανειακές ανάγκες της, χωρίς να παραδοθεί στα νύχια των πειρατικών «επενδυτικών» τραπεζών ή στην προκρούστεια κλίνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Υπό αυτό το πρίσμα, ο νέος ευρωπαϊκός θεσμός θα συνοδευόταν από αναθεώρηση του ασφυκτικού Συμφώνου Σταθερότητας, αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και πολιτική διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - κάτι που από καιρό επιζητεί η Γαλλία. Ωστόσο, η συντηρητική Γερμανία, κέρβερος της πιο σκληρής, δημοσιονομικής πειθαρχίας, απέρριπτε κατηγορηματικά κάθε παρόμοια ιδέα.
Ωσπου ξαφνικά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ανέκρουσε πρύμναν. Από το κρεβάτι του νοσοκομείου, στο οποίο αναρρώνει ύστερα από εγχείρηση στη σπονδυλική του στήλη, υιοθέτησε την ιδέα του ΕΝΤ, την οποία μέχρι χθες πολεμούσε. Ενα βήμα πίσω, το οποίο, όμως, συνοδεύτηκε από δύο άλματα εμπρός: Ο σκληρός, συντηρητικός πολιτικός κατέστησε σαφές ότι το ΕΝΤ δεν θα σημάνει χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά, εντελώς αντίθετα, θα είναι εργαλείο για την όσο το δυνατόν περισσότερο αμείλικτη εφαρμογή του. Επιπλέον, θα συνοδεύεται από ταπεινωτικές κυρώσεις για τα κράτη - παραβάτες, από την περικοπή των ενισχύσεων που δίνουν τα ταμεία συνοχής, μέχρι τη στέρηση των ψήφων τους στα ευρωπαϊκά όργανα ή και τον εξοστρακισμό τους από την Ευρωζώνη.
Εάν υποθέσουμε ότι ο Σόιμπλε εκφράζει κατά γράμμα την πολιτική της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ (κάτι όχι απολύτως σαφές), τίθεται το ερώτημα πού αποσκοπεί η πρότασή του. Μια πρώτη εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι πρόκειται για μπλόφα, όπως αυτές που συνηθίζονται στο πόκερ: Πολλαπλασιάζοντας το αρχικό στοίχημα, οι Γερμανοί υπολογίζουν ότι οι Γάλλοι και οι Μεσόγειοι δυνητικοί υποστηρικτές τους θα πάνε «πάσο» και το περίφημο Ευρωπαϊκό Ταμείο απλούστατα δεν θα γίνει ποτέ. Αν και δεν αποκλείεται κάτι τέτοιο, ενέχει ένα στοιχείο τυχοδιωκτισμού πολύ σπάνιο στους κόλπους των γερμανικών ελίτ.
Ευρύτερο πρόβλημα.
Εναλλακτικά, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το Βερολίνο συνειδητοποιεί απρόθυμα ότι το πρόβλημα της Ευρωζώνης δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στη λιλιπούτεια Ελλάδα, αλλά είναι πολύ ευρύτερο. Αίφνης, την περασμένη εβδομάδα ο διεθνής οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch προειδοποίησε ότι μπορεί να ρίξει Βρετανία, Γαλλία και Ισπανία κάτω από το «άριστα» (ΑΑΑ) εντός του 2010 -όπως έκανε και με την Ελλάδα- αν δεν λάβουν άμεσα «ισχυρά και αξιόπιστα μέτρα» δημοσιονομικής συμμόρφωσης. Εν όψει των τρομερών κραδασμών στους κόλπους της Ενωσης που θα εγκυμονούσε μια τέτοια εξέλιξη, οι Γερμανοί θα μπορούσαν να δεχθούν το ΕΝΤ που μέχρι χθες απέρριπταν, με τέτοιο τρόπο που να ενισχύει, τελικά, την ηγεμονία τους έναντι των πλέον εύθραυστων εταίρων.
Υπάρχει όμως και μια τρίτη, περισσότερο ανησυχητική εκδοχή, την οποία υποστήριξε από τη στήλη του, στους Financial Times, ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου. «Το ΕΝΤ είναι απλώς προπέτασμα καπνού», έγραψε την περασμένη Κυριακή, προσθέτοντας: «το ουσιώδες περιεχόμενο βρίσκεται στην πρόταση να εγκαταλείψουν ορισμένες χώρες την Ευρωζώνη, χωρίς να αποχωρήσουν από την Ενωση». Η ανάλυση του Μίνχαου πιθανολογεί ότι το συντηρητικό κατεστημένο της Γερμανίας έχει επιλέξει μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων, με σκληρό πυρήνα, μια νέα, πιο συνεκτική Ευρωζώνη όπου θα συμμετέχουν χώρες με παρεμφερή επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και πολιτικής κουλτούρας (στην ιδεατή περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας), χωρίς «βαρίδια» τύπου Ελλάδας και Πορτογαλίας.
Μια τέτοια στρατηγική ενδεχομένως να βρίσκει ευήκοα ώτα σε Βρετανία, Ολλανδία και Σουηδία, χώρες που κρατούν σκληρότατη στάση έναντι της Ελλάδας, την οποία παροτρύνουν να απευθυνθεί στο ΔΝΤ, όπου έχουν ήδη στείλει την Ουγγαρία και τη Λεττονία. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Γαλλία, η οποία θα βγει πάρα πολύ αποδυναμωμένη στο πλαίσιο ενός «σκληρού πυρήνα» όπου δεν θα υπάρχουν οι παραδοσιακοί εταίροι της από τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά θα έχουν βρει τη θέση τους οι ψυχρότεροι, βόρειοι εταίροι.
Κριτική Λαγκάρντ.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ εμφανίστηκε, μετά το «πυροτέχνημα» Σόιμπλε, για πρώτη φορά τόσο κριτική έναντι του Βερολίνου: Κατηγόρησε τη Γερμανία ότι διογκώνει τα εμπορικά της πλεονάσματα, όπως και τα ελλείμματα των εταίρων της μέσω μιας πολύ επιθετικής πολιτικής μείωσης του κόστους εργασίας, κάτι «που δεν αποτελεί βιώσιμο μοντέλο σε βάθος χρόνου» για τα λοιπά μέλη της Ευρωζώνης. Πρόσθεσε δε, πολύ εύστοχα, ότι «είναι λίγο περίεργο να καλλιεργείται στους κόλπους της ίδιας της Ευρωζώνης η ιδέα ότι το ΔΝΤ μπορεί να δανειοδοτήσει την Ελλάδα. Είναι σαν να βρίσκεται σε άσχημη οικονομική κατάσταση η Καλιφόρνια και να προσκληθεί το ΔΝΤ για τη διάσωσή της»!
Εδώ η Γαλλίδα αξιωματούχος αγγίζει τον πυρήνα του ευρωπαϊκού διλήμματος: Αν αντιπροσωπεύει, δηλαδή, η Ενωση, μια πολιτική οντότητα, που προϋποθέτει ένα ελάχιστο συνοχής και αλληλεγγύης, ή απλώς μια ζώνη ελεύθερου, ανελέητου ανταγωνισμού. Αν πρόκειται για το δεύτερο, τότε τι λόγο έχουν οι πιο αδύνατες, περιφερειακές οικονομίες να συνεχίσουν να βρίσκονται σε μια τέτοια ζώνη, όπου, χωρίς πλέον καμία δυνατότητα εθνικού προστατευτισμού, είναι βέβαιο ότι τα προϊόντα τους θα συντρίβονται διαρκώς από τα «τεθωρακισμένα» της γερμανικής βιομηχανίας; Και τι σόι Ενωση είναι αυτή, η οποία πέρυσι τέτοιο καιρό επέτρεπε πακτωλό δανείων προς τις τράπεζες και φέτος δεν επιτρέπει την παραμικρή βοήθεια προς τα κράτη που έσωσαν τις ίδιες τράπεζες από τη χρεοκοπία;
Ενοχλητικές αλήθειες.
Σύμφωνα με τα ευρέως διαδεδομένα στερεότυπα, τα προβλήματα της Ελλάδας είναι ότι δουλεύουμε λίγο και αμειβόμαστε περισσότερο από ό,τι αντέχει η οικονομία, ότι έχουμε μια πολύ σκληρή αγορά εργασίας που αποθαρρύνει τις επενδύσεις και ένα πολύ σπάταλο κράτος που διασπαθίζει το μάννα των κοινοτικών επιδοτήσεων. Ωστόσο, οι επίσημες στατιστικές του ΟΟΣΑ και του Eurostat αποκαλύπτουν μια πολύ διαφορετική εικόνα:
- Το 2008, οι Ελληνες δούλευαν, σε ετήσια βάση, περισσότερο από κάθε άλλο λαό μεταξύ των 30 χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, με μόνη εξαίρεση την Κορέα. Συγκεκριμένα, ο μέσος Ελληνας δούλευε 2.120 ώρες τον χρόνο, ενώ ο μέσος Αμερικανός δούλευε 1.792 ώρες, ο Γιαπωνέζος 1.772, ο Γάλλος 1.542 και ο Γερμανός 1.432.
- Την ίδια χρονιά, η πραγματική μέση αμοιβή (λαμβανομένων υπ' όψιν των τιμών) του εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα βρισκόταν μόλις στην 20ή θέση μεταξύ 24 ανεπτυγμένων χωρών-μελών του ΟΟΣΑ: 26.929 δολάρια για την Ελλάδα έναντι 49.486 των ΗΠΑ, 35.292 της Γερμανίας και 27.587 της Κορέας.
- Τη δεκαετία 1998-2008, το ποσοστό των μισθών στο εθνικό εισόδημα της Ελλάδας κυριολεκτικά κατακρημνίστηκε από 60% σε 47,5% και είναι σήμερα ένα από τα μικρότερα της Ευρώπης (ενδεικτικά: Γαλλία 69%, Γερμανία και Ιταλία 67%, Ισπανία 59%, Βρετανία 58%).
- Στα τέλη του 2008, η Ελλάδα ήταν μόλις 20ή μεταξύ των 27 μελών της Ε.Ε. αναφορικά με τις κρατικές δαπάνες (46% του ΑΕΠ έναντι 51% του μέσου όρου). Το μέγα πρόβλημα (μαζί με την χαμηλή παραγωγικότητα του δημοσίου) είναι όχι τα έξοδα, αλλά τα πενιχρά έσοδα του κράτους, λόγω φοροδιαφυγής και φοροαπαλλαγών: Εδώ η Ελλάδα βρισκόταν στην 22η θέση μεταξύ των 27, με το γλίσχρο 37% του ΑΕΠ.
- Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει το 2010 για το χρέος της (κυρίως στις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες) 32 δισ. ευρώ, δηλαδή το 13% του ΑΕΠ. Μόνο οι τόκοι ανέρχονται σε 5,5% του ΑΕΠ. Ενας μηχανισμός μόνιμης αφαίμαξης ελληνικού πλεονάσματος, που στραγγαλίζει την ανάπτυξη και επιβάλλει την επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους, υπό την απειλή της στάσης πληρωμών.
Εδώ και αρκετούς μήνες, πολιτικοί και οικονομολόγοι ριζοσπαστικών κατευθύνσεων πρότειναν ένα παρόμοιο ευρωπαϊκό ταμείο ως μηχανισμό κοινοτικής αλληλεγγύης, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη ευάλωτη χώρα να καλύψει τις πιεστικές δανειακές ανάγκες της, χωρίς να παραδοθεί στα νύχια των πειρατικών «επενδυτικών» τραπεζών ή στην προκρούστεια κλίνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Υπό αυτό το πρίσμα, ο νέος ευρωπαϊκός θεσμός θα συνοδευόταν από αναθεώρηση του ασφυκτικού Συμφώνου Σταθερότητας, αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και πολιτική διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - κάτι που από καιρό επιζητεί η Γαλλία. Ωστόσο, η συντηρητική Γερμανία, κέρβερος της πιο σκληρής, δημοσιονομικής πειθαρχίας, απέρριπτε κατηγορηματικά κάθε παρόμοια ιδέα.
Ωσπου ξαφνικά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ανέκρουσε πρύμναν. Από το κρεβάτι του νοσοκομείου, στο οποίο αναρρώνει ύστερα από εγχείρηση στη σπονδυλική του στήλη, υιοθέτησε την ιδέα του ΕΝΤ, την οποία μέχρι χθες πολεμούσε. Ενα βήμα πίσω, το οποίο, όμως, συνοδεύτηκε από δύο άλματα εμπρός: Ο σκληρός, συντηρητικός πολιτικός κατέστησε σαφές ότι το ΕΝΤ δεν θα σημάνει χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά, εντελώς αντίθετα, θα είναι εργαλείο για την όσο το δυνατόν περισσότερο αμείλικτη εφαρμογή του. Επιπλέον, θα συνοδεύεται από ταπεινωτικές κυρώσεις για τα κράτη - παραβάτες, από την περικοπή των ενισχύσεων που δίνουν τα ταμεία συνοχής, μέχρι τη στέρηση των ψήφων τους στα ευρωπαϊκά όργανα ή και τον εξοστρακισμό τους από την Ευρωζώνη.
Εάν υποθέσουμε ότι ο Σόιμπλε εκφράζει κατά γράμμα την πολιτική της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ (κάτι όχι απολύτως σαφές), τίθεται το ερώτημα πού αποσκοπεί η πρότασή του. Μια πρώτη εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι πρόκειται για μπλόφα, όπως αυτές που συνηθίζονται στο πόκερ: Πολλαπλασιάζοντας το αρχικό στοίχημα, οι Γερμανοί υπολογίζουν ότι οι Γάλλοι και οι Μεσόγειοι δυνητικοί υποστηρικτές τους θα πάνε «πάσο» και το περίφημο Ευρωπαϊκό Ταμείο απλούστατα δεν θα γίνει ποτέ. Αν και δεν αποκλείεται κάτι τέτοιο, ενέχει ένα στοιχείο τυχοδιωκτισμού πολύ σπάνιο στους κόλπους των γερμανικών ελίτ.
Ευρύτερο πρόβλημα.
Εναλλακτικά, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το Βερολίνο συνειδητοποιεί απρόθυμα ότι το πρόβλημα της Ευρωζώνης δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στη λιλιπούτεια Ελλάδα, αλλά είναι πολύ ευρύτερο. Αίφνης, την περασμένη εβδομάδα ο διεθνής οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch προειδοποίησε ότι μπορεί να ρίξει Βρετανία, Γαλλία και Ισπανία κάτω από το «άριστα» (ΑΑΑ) εντός του 2010 -όπως έκανε και με την Ελλάδα- αν δεν λάβουν άμεσα «ισχυρά και αξιόπιστα μέτρα» δημοσιονομικής συμμόρφωσης. Εν όψει των τρομερών κραδασμών στους κόλπους της Ενωσης που θα εγκυμονούσε μια τέτοια εξέλιξη, οι Γερμανοί θα μπορούσαν να δεχθούν το ΕΝΤ που μέχρι χθες απέρριπταν, με τέτοιο τρόπο που να ενισχύει, τελικά, την ηγεμονία τους έναντι των πλέον εύθραυστων εταίρων.
Υπάρχει όμως και μια τρίτη, περισσότερο ανησυχητική εκδοχή, την οποία υποστήριξε από τη στήλη του, στους Financial Times, ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου. «Το ΕΝΤ είναι απλώς προπέτασμα καπνού», έγραψε την περασμένη Κυριακή, προσθέτοντας: «το ουσιώδες περιεχόμενο βρίσκεται στην πρόταση να εγκαταλείψουν ορισμένες χώρες την Ευρωζώνη, χωρίς να αποχωρήσουν από την Ενωση». Η ανάλυση του Μίνχαου πιθανολογεί ότι το συντηρητικό κατεστημένο της Γερμανίας έχει επιλέξει μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων, με σκληρό πυρήνα, μια νέα, πιο συνεκτική Ευρωζώνη όπου θα συμμετέχουν χώρες με παρεμφερή επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και πολιτικής κουλτούρας (στην ιδεατή περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας), χωρίς «βαρίδια» τύπου Ελλάδας και Πορτογαλίας.
Μια τέτοια στρατηγική ενδεχομένως να βρίσκει ευήκοα ώτα σε Βρετανία, Ολλανδία και Σουηδία, χώρες που κρατούν σκληρότατη στάση έναντι της Ελλάδας, την οποία παροτρύνουν να απευθυνθεί στο ΔΝΤ, όπου έχουν ήδη στείλει την Ουγγαρία και τη Λεττονία. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Γαλλία, η οποία θα βγει πάρα πολύ αποδυναμωμένη στο πλαίσιο ενός «σκληρού πυρήνα» όπου δεν θα υπάρχουν οι παραδοσιακοί εταίροι της από τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά θα έχουν βρει τη θέση τους οι ψυχρότεροι, βόρειοι εταίροι.
Κριτική Λαγκάρντ.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ εμφανίστηκε, μετά το «πυροτέχνημα» Σόιμπλε, για πρώτη φορά τόσο κριτική έναντι του Βερολίνου: Κατηγόρησε τη Γερμανία ότι διογκώνει τα εμπορικά της πλεονάσματα, όπως και τα ελλείμματα των εταίρων της μέσω μιας πολύ επιθετικής πολιτικής μείωσης του κόστους εργασίας, κάτι «που δεν αποτελεί βιώσιμο μοντέλο σε βάθος χρόνου» για τα λοιπά μέλη της Ευρωζώνης. Πρόσθεσε δε, πολύ εύστοχα, ότι «είναι λίγο περίεργο να καλλιεργείται στους κόλπους της ίδιας της Ευρωζώνης η ιδέα ότι το ΔΝΤ μπορεί να δανειοδοτήσει την Ελλάδα. Είναι σαν να βρίσκεται σε άσχημη οικονομική κατάσταση η Καλιφόρνια και να προσκληθεί το ΔΝΤ για τη διάσωσή της»!
Εδώ η Γαλλίδα αξιωματούχος αγγίζει τον πυρήνα του ευρωπαϊκού διλήμματος: Αν αντιπροσωπεύει, δηλαδή, η Ενωση, μια πολιτική οντότητα, που προϋποθέτει ένα ελάχιστο συνοχής και αλληλεγγύης, ή απλώς μια ζώνη ελεύθερου, ανελέητου ανταγωνισμού. Αν πρόκειται για το δεύτερο, τότε τι λόγο έχουν οι πιο αδύνατες, περιφερειακές οικονομίες να συνεχίσουν να βρίσκονται σε μια τέτοια ζώνη, όπου, χωρίς πλέον καμία δυνατότητα εθνικού προστατευτισμού, είναι βέβαιο ότι τα προϊόντα τους θα συντρίβονται διαρκώς από τα «τεθωρακισμένα» της γερμανικής βιομηχανίας; Και τι σόι Ενωση είναι αυτή, η οποία πέρυσι τέτοιο καιρό επέτρεπε πακτωλό δανείων προς τις τράπεζες και φέτος δεν επιτρέπει την παραμικρή βοήθεια προς τα κράτη που έσωσαν τις ίδιες τράπεζες από τη χρεοκοπία;
Ενοχλητικές αλήθειες.
Σύμφωνα με τα ευρέως διαδεδομένα στερεότυπα, τα προβλήματα της Ελλάδας είναι ότι δουλεύουμε λίγο και αμειβόμαστε περισσότερο από ό,τι αντέχει η οικονομία, ότι έχουμε μια πολύ σκληρή αγορά εργασίας που αποθαρρύνει τις επενδύσεις και ένα πολύ σπάταλο κράτος που διασπαθίζει το μάννα των κοινοτικών επιδοτήσεων. Ωστόσο, οι επίσημες στατιστικές του ΟΟΣΑ και του Eurostat αποκαλύπτουν μια πολύ διαφορετική εικόνα:
- Το 2008, οι Ελληνες δούλευαν, σε ετήσια βάση, περισσότερο από κάθε άλλο λαό μεταξύ των 30 χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, με μόνη εξαίρεση την Κορέα. Συγκεκριμένα, ο μέσος Ελληνας δούλευε 2.120 ώρες τον χρόνο, ενώ ο μέσος Αμερικανός δούλευε 1.792 ώρες, ο Γιαπωνέζος 1.772, ο Γάλλος 1.542 και ο Γερμανός 1.432.
- Την ίδια χρονιά, η πραγματική μέση αμοιβή (λαμβανομένων υπ' όψιν των τιμών) του εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα βρισκόταν μόλις στην 20ή θέση μεταξύ 24 ανεπτυγμένων χωρών-μελών του ΟΟΣΑ: 26.929 δολάρια για την Ελλάδα έναντι 49.486 των ΗΠΑ, 35.292 της Γερμανίας και 27.587 της Κορέας.
- Τη δεκαετία 1998-2008, το ποσοστό των μισθών στο εθνικό εισόδημα της Ελλάδας κυριολεκτικά κατακρημνίστηκε από 60% σε 47,5% και είναι σήμερα ένα από τα μικρότερα της Ευρώπης (ενδεικτικά: Γαλλία 69%, Γερμανία και Ιταλία 67%, Ισπανία 59%, Βρετανία 58%).
- Στα τέλη του 2008, η Ελλάδα ήταν μόλις 20ή μεταξύ των 27 μελών της Ε.Ε. αναφορικά με τις κρατικές δαπάνες (46% του ΑΕΠ έναντι 51% του μέσου όρου). Το μέγα πρόβλημα (μαζί με την χαμηλή παραγωγικότητα του δημοσίου) είναι όχι τα έξοδα, αλλά τα πενιχρά έσοδα του κράτους, λόγω φοροδιαφυγής και φοροαπαλλαγών: Εδώ η Ελλάδα βρισκόταν στην 22η θέση μεταξύ των 27, με το γλίσχρο 37% του ΑΕΠ.
- Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει το 2010 για το χρέος της (κυρίως στις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες) 32 δισ. ευρώ, δηλαδή το 13% του ΑΕΠ. Μόνο οι τόκοι ανέρχονται σε 5,5% του ΑΕΠ. Ενας μηχανισμός μόνιμης αφαίμαξης ελληνικού πλεονάσματος, που στραγγαλίζει την ανάπτυξη και επιβάλλει την επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους, υπό την απειλή της στάσης πληρωμών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου