Στο τέλος του 19ου αιώνα στην Φθιώτιδα επικρατούσε η ληστοκρατία ( όπως εξάλου στις περισσότερες περιοχές του Ελληνικού κράτους ). Οι ληστές της εποχής την είχαν σαν ορμητήριο, σαν παραμεθόριος περιοχή που ήταν , διότι όταν καταδιώκονταν περνούσαν την γραμμή των συνόρων και έμπαιναν στο Τούρκικο κράτος.
Την εποχή εκείνη στην περιοχή υπήρχαν μεγάλοι και αδίστακτοι ληστές , αλλά ο χειρότερος όλων ήταν ο Θανάσης Παπακυριτσόπουλος από το Αμούρι .Ο Παπακυριτσόπουλος ήταν άνθρωπος αδίστακτος, επικίνδυνος , και πολύ εκδικητικός.
Το καλοκαίρι του 1894 ο νέος εισαγγελέας Λαμίας , Λεωνίδας Ροζάκης παίρνει σκληρά μέτρα κατά της ληστείας και γίνεται ο φόβος και τρόμος των ληστών ,για τον Παπακυριτσόπουλο μάλιστα είχε πεί : "θα τον πιάσω ζωντανό τον Παπακυριτσόπουλο"!
Ο Παπακυριτσόπουλος όταν το έμαθε απάντησε : "και εγώ θα του κόψω τα αυτιά του κυρ-εισαγγελέα"! Το θράσος του και η εκδικητικότητα του ήταν τέτοια που αποφάσισε να εκδικηθεί τον Λεωνίδα Ροζάκη.
Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1894 ο Λεωνίδας Ροζάκης και ο ανακριτής Γεώργιος Αγγελής περιόδευαν στην ευρύτερη περιοχή της Υπάτης κάνοντας ανακρίσεις, μαζί τους ήταν και οι γραμματείς Βλαχογιώργος και Παπαδόπουλος . Η ομάδα του Ροζάκη είχε σκοπό να επιστρέψει το μεσημέρι στην Λαμία.
Κάποιοι πληροφόρησαν τον Παπακυριτσόπουλο για την περιοδεία του Ρ. Αγγελή στην Υπάτη και αποφάσισε μαζί με τους συντρόφους του (Καρακώστα από τα Καμπιά και τους Καλτσά και Αρβανίτη) να του στήσει καρτέρι στη γέφυρα του Βαγιωρέματος στην θέση Καναπίτσα του Σ.Σ. Λιανοκλαδιού.
Περίπου στις μιάμιση το μεσημέρι η άμαξα του Ρ. Αγγελή έφτασε στην γέφυρα . Μπροστά από την άμαξα πήγαινε ένας έφιππος χωροφύλακας και πίσω της ακολουθούσαν άλλοι δύο έφιπποι χωροφύλακες , εντεταλμένοι για την φύλαξη και τη ασφάλεια των δικαστικών, επίσης μαζί τους ήταν και ένας έφιππος στρατιώτης. Οι ληστές πετάχτηκαν πυροβολώντας από τη γέφυρα που ήταν κρυμμένοι δύο από αριστερά και δύο δεξιά και φωνάζοντας "Αλτ στον τόπο". Ο χωροφύλακας που προπορευόταν τοτε αντέδρασε πυροβολώντας στην αρχή αλλά έπειτα το έβαλε στα πόδια , πίσω του τον ακολούθησαν οι δύο άλλοι χωροφύλακες , ο στρατιώτης δεν αντέδρασε καθόλου. Οι ληστές παρέλαβαν τους δύο δικαστικούς και τους γραμματικούς τους , ακολουθώντας την ρεματιά κατευθύνθηκαν βόρεια για το λημέρι τους που ήταν στη περιοχή Παπαγρηγόρη και στο Γερεντέ. Εκεί ο Παπακυριτσόπολος υπαγόρευσε στον Αγγελή μία επιστολή για τον νομάρχη. Στην επιστολή ζητούσε να μην τους ενοχλήσουν γιατί θα σκότωναν τους αιχμαλώτους. Έπειτα πήραν τρόφιμα , όπλα και πυρομαχικά , έδωσαν την επιστολή στους δύο γραμματικούς και τους άφησαν ελεύθερους . Στη συνέχεια ξεκίνησαν με κατεύθυνση βόρεια για το Τούρκικο κράτος με σκοπό όταν θα φτάσουν να θέσουν τους όρους τους χρησιμοποιώντας τους δύο δικαστικούς ως ομήρους.
Εν τω μεταξύ την ώρα της αιχμαλωσίας περνούσε τυχαία από την περιοχή ο λοχίας Ανέστης επικεφαλής αποσπάσματος εννέα ευζώνων. Όταν άκουσε τους πυροβολισμούς στράφηκε προς το μέρος που γινόταν το επεισόδιο. Όταν αντιλήφτηκε τους ληστές άρχισε να τους καταδιώκει. Εν τω μεταξύ ο νομάρχης ενημερώθηκε για την σύλληψη των δικαστικών και ζήτησε οδηγίες από την κυβέρνηση. Οι εντολές που δόθηκαν στη συνέχεια ήταν ότι σαν πρώτο μέλημα ήταν η εξόντωση των ληστών και σε δεύτερη μοίρα έρχονταν η ασφάλεια των δικαστικών. Η εντολή του νομάρχη μάλιστα προς τους επικεφαλείς των αποσπασμάτων ήταν σαφής "Τα κεφάλια των ληστών ή τα γαλόνια σας".
Στη καταδίωξη των ληστών μαζί με τους ευζώνους συνενώθηκαν και δέκα Μπεκιώτες που βρέθηκαν τυχαία κοντά στα γεγονότα.
Ταυτόχρονα άρχισαν να φτάνουν από παντού ενισχύσεις . Από την Λαμία έρχονταν δύναμη πεζικού πενήντα αντρών και χωροφυλάκων , επίσης από την Αντίνιτσα ερχόταν τυχαία το απόσπασμα ευζώνων με επικεφαλή τον Παπαδογούλια με κατεύθυνση Νταϊτσα και Αμούρη. Οι ληστές μπήκαν στο Δαϊτσόρεμα με σκοπό να αποφύγουν τα αποσπάσματα και να βγουν στο Τούρκικο έδαφος, αλλά περικυκλωμένοι από παντού μπαίνουν στο Παλιόκαστρο.Τα ένοπλα τμήματα του στρατού και της χωροφυλακής είχαν φτάσει από παντού και είχαν περικυκλώσει του ληστές που ήταν ταμπουρωμένοι στο Παλιόκαστρο.
Στην λυσσώδη μάχη που ακολούθησε πρώτος σκοτώνεται ο Καρακώστας. Την ώρα που οι σφαίρες έρχονταν από παντού ο Παπακυριτσόπουλος φώναζε προς τους διώκτες του."Μην πυροβολείται γιατί θα σκοτώσω τους αιχμάλωτους".Την ίδια απειλή ο Παπακυριτσόπουλος την επανέλαβε πολλές φορές κατά την διάρκεια της μάχης. Αλλά οι επικεφαλείς των αποσπασμάτων είχα πάρει ρητές διαταγές , πρώτα τους ενδιέφερε η εξόντωση των ληστών και έπειτα η σωτηρία των δικαστικών λειτουργών. Κατά την διάρκεια της μάχης οι ληστές και οι στρατιώτες είχαν καταληφτεί από πολεμικό μένος και πολεμούσαν με πείσμα και αποφασιστικότητα , ο εισαγγελέας Ροζάκης βλέποντας ότι και οι δύο πλευρές πολεμούσαν με πείσμα πολλές φορές απευθύνθηκε στους στρατιώτες και τους παρακαλούσε να σταματήσουν να πυροβολούν. Κάποια στιγμή σκοτώνεται και ο δεύτερος ληστής , οι άλλοι δύο βλέποντας ότι δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας ,όρμησαν εναντίων των αιχμαλώτων με σκοπό να τους εκτελέσουν. Πάνω στην προσπάθεια να τους σκοτώσουν πέφτει νεκρός και ο τρίτος ληστής .
Είχε μείνει ζωντανός όμως ο αρχιληστής Παπακυριτσόπουλος , έβγαλε το γιαταγάνι του και χτύπησε δύο φορές τον Ροζάκη στο κεφάλι. Ο ληστής αφού σκότωσε τον Ροζάκη γύρισε να σκοτώσει και τον Αγγελή την ώρα εκείνη όμως πέφτει νεκρός από σφαίρα κάποιου στρατιώτη Την ίδια στιγμή όμως πέφτει νεκρός και ο Αγγελής από αδέσποτη σφαίρα στρατιώτη.Όταν σταμάτησαν να πέφτουν οι σφαίρες έτρεξαν όλοι μαζί με την ελπίδα ότι ζούσαν οι αιχμάλωτοι.
Ανάμεσα στα πτώματα των ληστών βρήκαν το πτώμα του Ροζάκη δίπλα στο πτώμα του Παπακυριτσόπολου, ο Αγγελής ανέπνεε ακόμη αλλά ήταν πολύ βαριά τραυματισμένος και λιγο αργότερα εξέπνευσε κι αυτός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου