8/4/10

Λίμνη Μόρνου: Τεχνητός παράδεισος!

Στην καρδιά της Ρούμελης!

Αδιαπέραστα δάση από έλατα, εντυπωσιακές κορυφογραμμές, οικισμοί που παραμένουν ανέγγιχτοι από τη σύγχρονη καθημερινότητα και καταπράσινα βουνά που σμίγουν με το γαλάζιο της τεχνητής λίμνης του Μόρνου, συνθέτουν ένα ενδιαφέρον τοπίο. Οι εικόνες της λίμνης, που μοιάζει να πολιορκείται από τις ακρώρειες των βουνών της Ρούμελης, είναι μαγευτικές, η εναλλαγή του τοπίου καθηλώνει και η απορία -περπατώντας δίπλα στις όχθες της λίμνης- είναι εύλογη: πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν δεν είχε κατασκευαστεί αυτό το μεγάλο τεχνικό έργο, που επέφερε σημαντικότατες αλλαγές στο τοπίο αλλά και στις ζωές των ανθρώπων; Είναι πάντως από τις ελάχιστες περιπτώσεις που η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση δεν κατέστρεψε, αλλά αντίθετα δημιούργησε ένα νέο οικοσύστημα, σφριγηλό, πολύχρωμο και γοητευτικό.
Το φράγμα του Μόρνου.
Με ύψος 126 μ. είναι από τα ψηλότερα της Ευρώπης και η λίμνη που δημιουργήθηκε έχει χωρητικότητα 780 εκατ. κυβικά μέτρα. Οι εργασίες για την κατασκευή του φράγματος και της λίμνης ξεκίνησαν το 1969 και ολοκληρώθηκαν το 1981. Το μεγάλο αυτό τεχνικό έργο έγινε με σκοπό να καλύψει τις ανάγκες ύδρευσης της πρωτεύουσας. Το νερό του τεχνητού ταμιευτήρα μεταφέρεται στην Αθήνα μέσω του υδραγωγείου του Μόρνου και ενός καναλιού ελεύθερης ροής μήκους 192 χλμ. που διασχίζει τους Νομούς Φωκίδας, Βοιωτίας και Αττικής. Στη λίμνη του Μόρνου καταλήγει και το νερό της λίμνης του Εύηνου, μέσω μιας ενωτικής σήραγγας.
Ο ποταμός Μόρνος.
Στην αρχαιότητα λεγόταν Δα­φνούς ή Υλαίαθος. Πηγά­ζει από τις νότιες πλαγιές της Οίτης, και αφού διαρρέει μέρος του Νομού Φωκίδας, χύνεται στα όρια Κορινθιακού και Πατραϊκού κόλπου δυτικά της Ναυπάκτου. Εχει συνολικό μήκος 70 χιλιόμετρα περίπου και η λεκάνη απορροής του είναι 1.180 τετρ. χιλιόμετρα.
Ο ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ.
Η περιήγηση γύρω από την τεχνητή λίμνη του Μόρνου είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές παραλίμνιες διαδρομές στην Ελλάδα. Ο περιμετρικός δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος και θα χρειαστεί να καλύψετε μια απόσταση περίπου 70 χλμ.
Με αφετηρία το Λιδορίκι κατευθύνεστε νοτιοανατολικά (προς Μαλανδρίνο) και μετά 5 χλμ. οδηγείτε πάνω στο πρόφραγμα του οικισμού της Λεύκας, του πρώτου χωριού της διαδρομής το οποίο καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης. Στην κορυφή του βουνού πάνω από το χωριό, υπάρχουν ίχνη από οχυρώσεις του αρχαίου Αιγιτίου, ενώ τα διάφορα ευρήματα του χώρου βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λιδορικίου.
Στη συνέχεια της διαδρομής, μέχρι το φράγμα του Μόρνου (απέχει 28 χλμ. από το Λιδορίκι), συναντάτε τα παραλίμνια εκκλησάκια του Προφήτη Ηλία Χανίων-Στενού και του Αγίου Γεωργίου. Δυο κεντρικές παρακάμψεις, στα αριστερά του δρόμου, οδηγούν αντίστοιχα σε δυο ορεινά χωριά με θέα στη λίμνη, το Δωρικό (το πρώην Σιβηδεικό, πατρίδα του θρυλικού οπλαρχηγού Δημητρίου Κάρμα) και τον Αβορο, σε υψόμετρο 750 μ.
Μετά το τέλος του φράγματος, ο δρόμος αριστερά πάει προς το Κροκύλειο και δεξιά, όπου και κατευθύνεστε, οδηγεί στα χωριά Κόκκινο, Δάφνο και Κάλλιο. Στενός, ανηφορικός και όλο στροφές, ο οδικός άξονας διατρέχει ένα κατάφυτο τοπίο με πλατάνια και βελανιδιές, προσφέροντας πανοραμικές εικόνες της λίμνης και της επιβλητικής Γκιόνας.
Περίπου 10 χλμ. μετά το φράγμα βρίσκεστε στον οικισμό Κόκκινο, ένα πραγματικό μπαλκόνι στη λίμνη, κτισμένο σε υψόμετρο 650 μ. Στην είσοδο του χωριού είναι κτισμένος ο ναός του Αγίου Δημητρίου, ενώ αξίζει να δείτε και την εκκλησία του Αγίου Βασιλείου, στην άλλη άκρη του χωριού.
Εχοντας διατρέξει 6,8 χλμ. από το Κόκκινο, φτάνετε σε μια αριστερή διασταύρωση, απ’ όπου ένας ελατοσκέπαστος δρόμος ανηφορίζει στο χωριό Δάφνο (13 χλμ.). Σε υψόμετρο 1.050 μ., περιτριγυρισμένος από πανύψηλες κορυφές, το απομονωμένο χωριό (παλαιά Βοστινίτσα) είναι κτισμένο σε μια χαράδρα. Πρόκειται για ένα αυθεντικό ορεινό χωριό της Φωκίδας, που ονομάστηκε έτσι για να μη χαθεί το όνομα του ποταμού Μόρνου, ο οποίος στην αρχαιότητα λεγόταν Δάφνος.
Στην πλατεία του, με το πλατάνι και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, καθίστε για ουζάκι και μεζέ στο καφενείο της κυρα-Αθανασίας. Επισκεφθείτε το πετρόκτιστο δημοτικό σχολείο (18ου αιώνα) και απολαύστε από την επάνω πλευρά του χωριού την επιβλητική θέα στα Δυτικά Βαρδούσια.
TO ΚΟΚΚΙΝΟ.
Τα ερείπια αρχαίου κτίσματος που εντοπίστηκαν νοτιοανατολικά του οικισμού -στο παλιό κάστρο του Λούτσοβου- αποτελούν τα σημάδια της μακραίωνης ιστορίας του Κόκκινου, που γυρνά πίσω στους αρχαίους χρόνους. Σημαντική ήταν επίσης η συμβολή του οικισμού στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Την ονομασία του την οφείλει στον ποταμό Κόκκινο, παραπόταμο του Μόρνου. Εικάζεται ότι η παλαιότερη ονομασία του χωριού (Λούτσοβο) έχει σλαβική καταγωγή και σημαίνει «τόπος ηλιόλουστος».
Παρόλο που η δημιουργία της τεχνητής λίμνης του Μόρνου χάρισε στον οικισμό Κόκκινο ένα πραγματικά ειδυλλιακό τοπίο, το τίμημα (όπως και στην περίπτωση του Καλλίου) ήταν μεγάλο. Τα νερά της λίμνης «έπνιξαν» χιλιάδες στρέμματα καλλιεργήσιμης γης, που προμήθευαν με καλαμπόκι, σιτάρι, κάστανα και σταφύλια τους κατοίκους του Κόκκινου. Επίσης, έντεκα νερόμυλοι, η βυζαντινή μονή της Αγίας Μονής (12ου αιώνα) και το εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος βρίσκονται από τότε και για πάντα στον βυθό της λίμνης.
Κάλλιο: το χωριό φάντασμα!
Αφού πάρετε μια καλή δόση από την ευωδία των ελάτων, κατηφορίστε ξανά στον παραλίμνιο δρόμο. Η επόμενη αριστερή διασταύρωση οδηγεί στο χωριό Διακόπι (3 χλμ.), που φωλιάζει στις δυτικές πλαγιές των Βαρδουσίων, σε υψόμετρο 620 μ.
Το Διακόπι άλλαξε το όνομά του (έως το 1928 λεγόταν Γρανίτσα) προς τιμήν του Αθανάσιου Διάκου, που έδρασε και έμεινε στην περιοχή κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Χάρη στο πολύ καλό κλίμα, στην κοντινή τοποθεσία Δεσπότη Βάρκα λειτουργούσε σανατόριο.
Επιστροφή στον δρόμο της λίμνης, με προορισμό το χωριό Κάλλιο. Τα καστανοπράσινα φιόρδ που σχηματίζονται σ’ αυτό το κομμάτι της διαδρομής είναι πανέμορφα. Εκτός όμως από τις κλειστές στροφές του δρόμου, προσοχή πρέπει να δώσετε και στις πάμπολλες αγελάδες που βόσκουν αμέριμνα δεξιά και αριστερά του δρόμου, ενώ δεν αποκλείεται να τις συναντήσετε και πάνω στο οδόστρωμα.
Λίγο πριν φτάσετε στον παραλίμνιο οικισμό του Καλλίου υπάρχουν δύο σημεία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος: ο χώρος της αρχαίας ακρόπολης του Καλλίου, ίχνη της οποίας έχουν εντοπιστεί στην κορυφή του απόκρημνου, και η περίφημη πηγή Καλλίου. Ακολουθώντας τη γαλάζια πινακίδα με την ένδειξη «Πηγή Καλλίου» βρίσκετε ένα πλακόστρωτο -μόνο στην αρχή του- μονοπάτι. Ανηφορίστε την πλαγιά και σε λιγότερο από πέντε λεπτά θα έχετε φτάσει στη σπηλιά με την πηγή, όπου αναβλύζει ορμητικά το νερό από τα σωθικά των Βαρδουσίων.
Η πηγή Καλλίου υδροδοτούσε το αρχαίο κάστρο και είναι σήμερα ένας από τους βασικούς υδάτινους πόρους που τροφοδοτούν τη λίμνη του Μόρνου.
Το χωριό Κάλλιο (πρώην Βελούχι ή Βελούχοβο ), στους πρόποδες των Βαρδουσίων, ήταν ένας από τους παλαιότερους οικισμούς της Ρούμελης. Χάθηκε όμως στο βυθό της λίμνης μαζί με τον περίφημο αρχαίο του οικισμό (Καλλίπολη). Τα τελευταία χρόνια κάτοικοι που εγκατέλειψαν το χωριό τους, μετά τη δημιουργία της τεχνητής λίμνης προσπαθούν να το ξαναχτίσουν και να του δώσουν ζωή. Κατηφορίστε στις όχθες της λίμνης για να δείτε τα πέτρινα σπίτια του παλιού χωριού που αναδύονται σαν φαντάσματα μέσα από τα θολά νερά.
Στη διαδρομή από το Κάλλιο για το Λιδορίκι (περίπου 18 χλμ.) περνάτε τη γέφυρα του ποταμού Μόρνου. Εδώ μπορείτε να κατεβείτε στην ακροποταμιά και να περπατήσετε (για περίπου 1.200 μ.) στις κατάφυτες από πλατάνια όχθες, μέχρι την ακρολιμνιά και το σημείο όπου ο ποταμός χύνεται στη λίμνη.
Φτάνοντας κατόπιν στη διασταύρωση του περιμετρικού δρόμου της λίμνης με τον κεντρικό οδικό άξονα Λιδορικίου - Μπράλου, στρίβετε δεξιά και μετά 7 χλμ. επιστρέφετε στο Λιδορίκι, απ’ όπου ξεκινήσατε τον γύρο της λίμνης του Μόρνου.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ.
Μαζί με το Κάλλιο «βυθίστηκε» και η αρχαία Καλλίπολη, η ξακουστή αιτωλική πολιτεία που ήκμασε τον 4ο αιώνα π.Χ. Γραπτές μαρτυρίες και ευρήματα για την αρχαία Καλλίπολη υπάρχουν από τον 8ο π. Χ. αιώνα. Αποτελούσε μέλος της Αιτωλικής Συμπολιτείας και ήταν το σπουδαιότερο διοικητικό κέντρο της περιοχής, κυρίως από τον 4ο έως τον 2ο π.Χ. αιώνα. Η πιο τραγική σελίδα στην ιστορία της Καλλίπολης γράφτηκε το 279 π.Χ., όταν δέχτηκε την επιδρομή Γαλατών, που τη λεηλάτησαν και την κατέστρεψαν ολοσχερώς.
Μπόρεσε όμως να οικοδομηθεί ξανά και να παραμείνει ακμαία μέχρι το τέλος των Ελληνιστικών Χρόνων. Το 167 π.Χ. καταστράφηκε από εμπρησμό για τα αίτια του οποίου δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες. Βεβιασμένες ανασκαφές που έγιναν την περίοδο 1977-79, λίγο πριν κατακλυσθεί η περιοχή από τα νερά της τεχνητής λίμνης, έφεραν στο φως ένα μεγάλο μέρος της αρχαίας πολιτείας (ναούς, θέατρα, οικίες), όπως και σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα -τα περισσότερα χρονολογούνται από τον 5ο μ.Χ. αιώνα- που φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λιδορικίου.
Σήμερα σώζονται μόνο τμήματα της ακρόπολης, που δεσπόζουν στην κορυφή του απόκρημνου βράχου.
ΣΤΟ ΛΙΔΟΡΙΚΙ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΥΚΙΑ.
Το κεφαλοχώρι της λίμνης του Μόρνου, το Λιδορίκι, υπήρξε στο πέρασμα των αιώνων ένα άπαρτο κάστρο του Ελληνισμού και οι σκληροτράχηλοι ορεσίβιοι κάτοικοι της περιοχής εμφανίζονται στον ιστορικό χάρτη από την εποχή των Δωριέων. Σε όλες τις περιόδους της ιστορίας, οι κάτοικοι αντιστάθηκαν σθεναρά στους διάφορους εισβολείς - κατακτητές του ελληνικού χώρου (Γαλάτες, Σλάβους, Φράγκους, Καταλανούς, Βενετούς).
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας στην περιοχή έδρασαν εκατοντάδες γνωστοί και άγνωστοι κλέφτες και αρματολοί, ενώ στα δύσβατα βουνά της βρήκαν καταφύγιο πολλές αντιστασιακές ομάδες που πολέμησαν με αυταπάρνηση τους ναζί κατακτητές. Τον Αύγουστο του 1944, το Λιδορίκι πυρπολήθηκε ολοσχερώς από τους Γερμανούς.
Κτισμένο στους πρόποδες της Γκιόνας, σε 650 μ. υψόμετρο, το Λιδορίκι φιλοξενεί περίπου 1.500 κατοίκους, που ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, την υλοτομία και το εμπόριο.
Βρίσκεται πολύ κοντά στις όχθες της λίμνης του Μόρνου και, παρόλο που υστερεί σε ομορφιά και οικιστική ταυτότητα, μπορείτε να το επιλέξετε ως βάση για τις εξορμήσεις σας.
Πιείτε τον καφέ σας στην πλατανοσκέπαστη πλατεία της Βαθιάς και εξερευνήστε τα σοκάκια της ρουμελιώτικης πολίχνης, για να θαυμάσετε κάποια από τα νεοκλασικού στυλ σπίτια που έχουν απομείνει.
Στη διαδρομή κατά μήκος της κοιλάδας του Μόρνου, από το Λιδορίκι προς την Παύλιανη, συναντάτε τη Συκιά. Είναι ένα τυπικό χωριό κτηνοτρόφων, στα ριζά της Γκιόνας (το Ασέληνον όρος των αρχαίων), που σήμερα αποτελεί δημοφιλή προορισμό ορειβατών και αναρριχητών. Αιτία είναι η περίφημη «ορθοπλαγιά της Γκιόνας», η μεγαλύτερη συμπαγής ορθοπλαγιά της χώρας που υψώνεται πάνω από το χωριό.
Ο τεράστιος κάθετος βράχος δημιουργεί τις περισσότερες ώρες της ημέρας μια γιγαντιαία σκιά πάνω στο χωριό. Αυτή έδωσε και το όνομά της στον οικισμό: σκιά -και με παράφραση, Συκιά. Με αρνητική κλίση και υψομετρική διαφορά 1.100 μ. περίπου, η «Ορθοπλαγιά» είναι ένα από τα σημαντικότερα αναρριχητικά πεδία της Ευρώπης. Η κορυφή της ονομάζεται «Πλάκα» και κατακτήθηκε από ορειβάτες μόλις στη δεκαετία του 1960. Για την εξυπηρέτηση των αναρριχητών έχει δημιουργηθεί κέντρο αναρρίχησης, με χώρους διανυκτέρευσης, υποδοχής και ενημέρωσης.
Στη Συκιά, αξίζει επίσης να επισκεφτείτε το σπήλαιο της Ζωοδόχου Πηγής.
Το σπήλαιο της Ζωοδόχου Πηγής.
Σε μικρή απόσταση από τη Συκιά, σε υψόμετρο 1.700 μ. πάνω στην Γκιόνα, βρίσκονται τα ξωκλήσια του Αγίου Δημητρίου και της Ζωοδόχου Πηγής. Είναι προσβάσιμα από βατό χωματόδρομο λίγο έξω από το χωριό (υπάρχει σχετική πινακίδα), αλλά και από σηματοδοτημένο μονοπάτι που ξεκινά μέσα στο χωριό (απαιτείται περίπου 50 λεπτά πεζοπορία). Τα δυο ξωκλήσια είναι κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο -μέσα σε σπηλιές- και η επιγραφή «Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν» σας καλωσορίζει στον χώρο. Πιο εντυπωσιακό είναι αυτό της Ζωοδόχου Πηγής, που κρύβεται μέσα σ’ ένα υπέροχο σπήλαιο με ελάχιστο φυσικό φωτισμό (καλό είναι να έχετε μαζί σας έναν φακό). Ωστόσο, η μεγαλύτερη έκπληξη σας περιμένει ακριβώς πίσω από το ιερό, όπου μια μικρή διαμορφωμένη γέφυρα οδηγεί σε μια φυσική λίμνη με σταλακτίτες.


Αναδημοσίευση από εδώ: Λίμνη Μόρνου: Τεχνητός παράδεισος

Δεν υπάρχουν σχόλια: