Το Συνέδριο και το Σύμφωνο του Λιβάνου
Στο διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό, στο ξενοδοχείο «Δάσος της Βουλώνης», μια σύσκεψη των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία ως «Συνέδριο του Λιβάνου». Στη σύσκεψη, εκπροσωπήθηκαν, ουσιαστικά, δυο παρατάξεις. Από τη μια μεριά, ήταν η παράταξη του ΕΑΜικού κινήματος που εξέφραζε και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού κι, από την άλλη, ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος, που στην ουσία δεν εξέφραζε τίποτα, αφού αποτελούνταν από κόμματα - σφραγίδες και ξοφλημένους πολιτικούς που είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα με την είσοδο των δυνάμεων του άξονα ή που είχαν μείνει στη χώρα, χωρίς όμως ποτέ να ανταποκριθούν στον πόθο του ελληνικού λαού και να συμμετάσχουν στο κίνημα της εθνικής αντίστασης. Οι μόνοι, ίσως, από τους εκπροσώπους της αντιΕΑΜικής παράταξης, που είχαν κάποιο μικρό λαϊκό έρεισμα, ήταν οι αντιπρόσωποι του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ.
Με δυο λόγια, αν θέλουμε να δούμε με όρους εξουσίας το Συνέδριο του Λιβάνου, από τη μια μεριά ήταν η ΠΕΕΑ, η κυβέρνηση, δηλαδή, των βουνών που είχε στα χέρια της πραγματική εξουσία κι, από την άλλη, ήταν η κυβέρνηση του Καΐρου υπό τον Γ. Παπανδρέου που δεν είχε καμία δύναμη εκτός απ' αυτήν που της εξασφάλιζαν οι Εγγλέζοι.
Στο διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό, στο ξενοδοχείο «Δάσος της Βουλώνης», μια σύσκεψη των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία ως «Συνέδριο του Λιβάνου». Στη σύσκεψη, εκπροσωπήθηκαν, ουσιαστικά, δυο παρατάξεις. Από τη μια μεριά, ήταν η παράταξη του ΕΑΜικού κινήματος που εξέφραζε και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού κι, από την άλλη, ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος, που στην ουσία δεν εξέφραζε τίποτα, αφού αποτελούνταν από κόμματα - σφραγίδες και ξοφλημένους πολιτικούς που είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα με την είσοδο των δυνάμεων του άξονα ή που είχαν μείνει στη χώρα, χωρίς όμως ποτέ να ανταποκριθούν στον πόθο του ελληνικού λαού και να συμμετάσχουν στο κίνημα της εθνικής αντίστασης. Οι μόνοι, ίσως, από τους εκπροσώπους της αντιΕΑΜικής παράταξης, που είχαν κάποιο μικρό λαϊκό έρεισμα, ήταν οι αντιπρόσωποι του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ.
Με δυο λόγια, αν θέλουμε να δούμε με όρους εξουσίας το Συνέδριο του Λιβάνου, από τη μια μεριά ήταν η ΠΕΕΑ, η κυβέρνηση, δηλαδή, των βουνών που είχε στα χέρια της πραγματική εξουσία κι, από την άλλη, ήταν η κυβέρνηση του Καΐρου υπό τον Γ. Παπανδρέου που δεν είχε καμία δύναμη εκτός απ' αυτήν που της εξασφάλιζαν οι Εγγλέζοι.
Φεύγοντας από την Ελεύθερη Ελλάδα για το Λίβανο. Απο αριστερά προς τα δεξιά, Πέτρος Ρούσος, Αλέξανδρος Σβώλος, Στέφανος Σαράφης
Αναλυτικότερα, στο Συνέδριο του Λιβάνου πήραν μέρος:
ΑΣΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ:
Κυβέρνηση Καΐρου: Γεώργιος Παπανδρέου, πρωθυπουργός.
Κόμμα των Φιλελευθέρων: Σ. Βενιζέλος, Κ. Ρέντης, Γ. Εξηντάρης, Γ. Βασιλειάδης.
Λαϊκό Κόμμα: Δ. Λόντος.
Εθνικό Λαϊκό Κόμμα: Σπ. Θεοτόκης.
Προοδευτικό Κόμμα: Γ. Σακαλής.
Εθνικό Ενωτικό Κόμμα: Π. Κανελλόπουλος.
Αγροτικό Δημοκρατικό Κόμμα: Α. Μυλωνάς.
Ενωση Αριστερών (Αγροτικών σοσιαλιστών: Ι. Σοφιανόπουλος).
«Ανεξάρτητος» αντιπρόσωπος: Φ. Δραγούμης, πρώην υπουργός.
ΕΔΕΣ - ΕΟΕΑ: Κ. Πυρομάγλου (υπαρχηγός ΕΔΕΣ), Στ. Μεταξάς (αντισυνταγματάρχης), Α. Μεταξάς (λοχαγός).
ΕΚΚΑ: Γ. Καρτάλης.
Εθνικές Δυναμικές Οργανώσεις: Κ. Βεντήρης (υποστράτηγος), Α. Σταθάτος.
ΕΑΜΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ:
ΠΕΕΑ: Αλ. Σβώλος (πρόεδρος), Αγγ. Αγγελόπουλος, Ν. Ασκούτσης.
ΕΑΜ: Μ. Πορφυρογέννης, Στ. Σαράφης, Δημ. Στρατής.
ΚΚΕ: Πέτρος Ρούσος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ.
Με τη διοργάνωση του Συνεδρίου, οι Εγγλέζοι - που ήταν και οι πραγματικοί διοργανωτές - επιχειρούσαν να προλάβουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα, να φρενάρουν, δηλαδή, τη διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική Ελληνική Λαϊκή Δημοκρατία, που καθημερινά έπαιρνε σάρκα και οστά με την αναμφισβήτητη και συνεχώς ογκούμενη λαϊκή συσπείρωση γύρω από το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, με την ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, τη διενέργεια εκλογών και τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου.
Από την άλλη, το ΕΑΜικό κίνημα πήρε μέρος στο συνέδριο, ευελπιστώντας στην επίτευξη μιας ευρυτάτης εθνικής ενότητας, την οποία θεωρούσε αναγκαία, ειδικά σ' εκείνη την περίοδο που πλησίαζε η απελευθέρωση και χρειαζόταν η πιο πλατιά συγκέντρωση δυνάμεων για το οριστικό διώξιμο του κατακτητή από την ελληνική γη. Αυτή η θέση αποδείχτηκε πολιτικά λαθεμένη, δεδομένου ότι υπέτασσε το ταξικό συμφέρον στο λεγόμενο εθνικό. Επρόκειτο για ένα ουσιαστικό λάθος που οδήγησε σε οδυνηρά αποτελέσματα. Τα όσα διαδραματίστηκαν στο Συνέδριο του Λιβάνου δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για του λόγου το αληθές.
ΑΣΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ:
Κυβέρνηση Καΐρου: Γεώργιος Παπανδρέου, πρωθυπουργός.
Κόμμα των Φιλελευθέρων: Σ. Βενιζέλος, Κ. Ρέντης, Γ. Εξηντάρης, Γ. Βασιλειάδης.
Λαϊκό Κόμμα: Δ. Λόντος.
Εθνικό Λαϊκό Κόμμα: Σπ. Θεοτόκης.
Προοδευτικό Κόμμα: Γ. Σακαλής.
Εθνικό Ενωτικό Κόμμα: Π. Κανελλόπουλος.
Αγροτικό Δημοκρατικό Κόμμα: Α. Μυλωνάς.
Ενωση Αριστερών (Αγροτικών σοσιαλιστών: Ι. Σοφιανόπουλος).
«Ανεξάρτητος» αντιπρόσωπος: Φ. Δραγούμης, πρώην υπουργός.
ΕΔΕΣ - ΕΟΕΑ: Κ. Πυρομάγλου (υπαρχηγός ΕΔΕΣ), Στ. Μεταξάς (αντισυνταγματάρχης), Α. Μεταξάς (λοχαγός).
ΕΚΚΑ: Γ. Καρτάλης.
Εθνικές Δυναμικές Οργανώσεις: Κ. Βεντήρης (υποστράτηγος), Α. Σταθάτος.
ΕΑΜΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ:
ΠΕΕΑ: Αλ. Σβώλος (πρόεδρος), Αγγ. Αγγελόπουλος, Ν. Ασκούτσης.
ΕΑΜ: Μ. Πορφυρογέννης, Στ. Σαράφης, Δημ. Στρατής.
ΚΚΕ: Πέτρος Ρούσος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ.
Με τη διοργάνωση του Συνεδρίου, οι Εγγλέζοι - που ήταν και οι πραγματικοί διοργανωτές - επιχειρούσαν να προλάβουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα, να φρενάρουν, δηλαδή, τη διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική Ελληνική Λαϊκή Δημοκρατία, που καθημερινά έπαιρνε σάρκα και οστά με την αναμφισβήτητη και συνεχώς ογκούμενη λαϊκή συσπείρωση γύρω από το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, με την ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, τη διενέργεια εκλογών και τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου.
Από την άλλη, το ΕΑΜικό κίνημα πήρε μέρος στο συνέδριο, ευελπιστώντας στην επίτευξη μιας ευρυτάτης εθνικής ενότητας, την οποία θεωρούσε αναγκαία, ειδικά σ' εκείνη την περίοδο που πλησίαζε η απελευθέρωση και χρειαζόταν η πιο πλατιά συγκέντρωση δυνάμεων για το οριστικό διώξιμο του κατακτητή από την ελληνική γη. Αυτή η θέση αποδείχτηκε πολιτικά λαθεμένη, δεδομένου ότι υπέτασσε το ταξικό συμφέρον στο λεγόμενο εθνικό. Επρόκειτο για ένα ουσιαστικό λάθος που οδήγησε σε οδυνηρά αποτελέσματα. Τα όσα διαδραματίστηκαν στο Συνέδριο του Λιβάνου δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για του λόγου το αληθές.
Οι εργασίες του Συνεδρίου και το περιβόητο συμβόλαιο
Οι εργασίες του συνεδρίου άνοιξαν με ομιλία του Γ. Παπανδρέου, που, στην ουσία, ήταν ένας οχετός από ύβρεις και συκοφαντίες εναντίον της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης. Για όλα έφταιγε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, που αναγορεύονταν σε κύριο εχθρό της Ελλάδας και που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εξισώνονταν με τους Γερμανούς κατακτητές, αν δεν ήταν χειρότεροί τους. «Κόλασις είναι σήμερον η κατάστασις της Πατρίδος μας», έλεγε στον εναρκτήριο λόγο του ο Γ. Παπανδρέου και πρόσθετε: «Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Σφάζουν και οι Αντάρται. Σφάζουν και καίουν... Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεψε μόνον εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, αλλά ηθέλησε να προετοιμάση τη μεταπολεμικήν δυναμικήν του επικράτησιν». Για τον Παπανδρέου, το ΕΑΜ ήταν υπεύθυνο ακόμη και για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. «Με την τρομοκρατικήν αυτήν δράσιν του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, είπε χαρακτηριστικά, εδημιουργήθη δυστυχώς, το ψυχολογικόν κλίμα, το οποίον επέτρεψεν εις τους Γερμανούς να επιτύχουν εις το τρίτον έτος της δουλείας ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη - την κατασκευήν των Ταγμάτων Ασφαλείας...».
Η λύση που επρότεινε ο Παπανδρέου για να εκλείψουν όσα περιέγραφε και για να επιτευχθεί η περιβόητη εθνική ενότητα ήταν να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ. «Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος - είπε - από τον οποίον οφείλομεν το ταχύτερον να εξέλθωμεν, και προς τούτο εις μόνον υπάρχει τρόπος: Η κατάργησις του ταξικού και η δημιουργία Εθνικού Στρατού» (Αναλυτικά η ομιλία του Παπανδρέου στο: Γ. Παπανδρέου: «Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδόσεις «ΑΛΦΑ» Ι. ΣΚΑΖΙΚΗ, Αθήνα 1945, σελ. 51- 58).
Ο τραχύς και προκλητικός τρόπος με τον οποίο μίλησε ο Γ. Παπανδρέου για το ΕΑΜ και η θρασύτατη απαίτησή του να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ ήταν μέρος της τακτικής, που είχε αποφασιστεί, από κοινού με τους Εγγλέζους, να ακολουθήσει η αντιΕΑΜική πλευρά στο Συνέδριο, με στόχο να βρεθεί η ΕΑΜική αντιπροσωπεία σε θέση άμυνας και να προβεί σε παραχωρήσεις, πράγμα που τελικά έγινε. Ετσι, όταν πια οι αντιπρόσωποι των βουνών ξεπέρασαν κάθε όριο διαλλακτικότητας και υποχωρήσεων, η άλλη πλευρά απέσυρε προσωρινά το αίτημά της για διάλυση του ΕΛΑΣ. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν απέσυρε τίποτα, αφού δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τίποτα. Πολύ περισσότερο, δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τη διάλυση ενός στρατού σαν τον ΕΛΑΣ. Ετσι, φτάσαμε στο περιβόητο Συμβόλαιο ή Σύμφωνο του Λιβάνου.
Το «συμβόλαιο» αυτό στο πρώτο κεφάλαιο καταδίκαζε το κίνημα της Μ. Ανατολής ως «έγκλημα κατά της πατρίδος» και στο δεύτερο κεφάλαιο προέβλεπε τη δημιουργία μελλοντικά «εθνικού στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων, θα ανήκει μόνο εις την πατρίδα και θα υπακούσει εις τας διαταγάς της κυβερνήσεως». Στο τρίτο κεφάλαιο, γινόταν λόγος για «κατάργηση της τρομοκρατίας εις την ελληνικήν ύπαιθρον», αλλά και στις πόλεις, γεγονός που σήμαινε ευθεία βολή κατά του ΕΑΜ. Καταγραφόταν βεβαίως η διαφωνία της αντιπροσωπείας των βουνών με τον όρο «τρομοκρατία», αλλά αυτό σε τίποτα δεν άλλαζε την ουσία. Επίσης αφηνόταν αόριστο το πότε και αν κλιμάκιο της κυβέρνησης θα ανέβαινε στα βουνά.
Στο πέμπτο κεφάλαιο προβλεπόταν «Η εξασφάλισις, κατά την προσεχή από κοινού μετά των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωσιν της Πατρίδος, της τάξεως και της ελευθερίας του ελληνικού λαού...». Αυτό σήμαινε ευθεία αναγνώριση στους Αγγλους του δικαιώματος να επεμβαίνουν σε κάθε εσωτερική ελληνική υπόθεση, αφού θα εξασφαλιζόταν, όχι μόνο η απελευθέρωση, αλλά και η τάξη της χώρας από κοινού με τους συμμάχους, δηλ. την Αγγλία!!!
Το πολιτειακό αντιμετωπιζόταν εντελώς αόριστα, χωρίς να προβλέπεται καμιά δέσμευση. Αόριστα έμπαινε επίσης και το ζήτημα της διάρκειας της κυβέρνησης. Ακόμη, δεν προβλεπόταν καμιά καταγγελία για τα τάγματα ασφαλείας, την κυβέρνηση Ράλλη και τους συνεργάτες των Γερμανών. Γινόταν γενικά λόγος για προδότες της πατρίδας.
Τέλος, στο τελευταίο - όγδοο - κεφάλαιο γινόταν λόγος για «τη δημιουργία μιας νέας ελευθέρας και μεγάλης Ελλάδας», πράγμα που παρέπεμπε σε εθνικιστικού χαρακτήρα διεκδικήσεις.
Στο Λίβανο, ακόμη, συμφωνήθηκε και ο συσχετισμός δυνάμεων στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας, τα υπουργεία, δηλαδή, που θα έπαιρνε κάθε δύναμη. Για την ΠΕΕΑ, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, συμφωνήθηκε να δοθούν 5 υπουργεία, σε σύνολο 14 ή 15.
Η λύση που επρότεινε ο Παπανδρέου για να εκλείψουν όσα περιέγραφε και για να επιτευχθεί η περιβόητη εθνική ενότητα ήταν να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ. «Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος - είπε - από τον οποίον οφείλομεν το ταχύτερον να εξέλθωμεν, και προς τούτο εις μόνον υπάρχει τρόπος: Η κατάργησις του ταξικού και η δημιουργία Εθνικού Στρατού» (Αναλυτικά η ομιλία του Παπανδρέου στο: Γ. Παπανδρέου: «Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδόσεις «ΑΛΦΑ» Ι. ΣΚΑΖΙΚΗ, Αθήνα 1945, σελ. 51- 58).
Ο τραχύς και προκλητικός τρόπος με τον οποίο μίλησε ο Γ. Παπανδρέου για το ΕΑΜ και η θρασύτατη απαίτησή του να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ ήταν μέρος της τακτικής, που είχε αποφασιστεί, από κοινού με τους Εγγλέζους, να ακολουθήσει η αντιΕΑΜική πλευρά στο Συνέδριο, με στόχο να βρεθεί η ΕΑΜική αντιπροσωπεία σε θέση άμυνας και να προβεί σε παραχωρήσεις, πράγμα που τελικά έγινε. Ετσι, όταν πια οι αντιπρόσωποι των βουνών ξεπέρασαν κάθε όριο διαλλακτικότητας και υποχωρήσεων, η άλλη πλευρά απέσυρε προσωρινά το αίτημά της για διάλυση του ΕΛΑΣ. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν απέσυρε τίποτα, αφού δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τίποτα. Πολύ περισσότερο, δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τη διάλυση ενός στρατού σαν τον ΕΛΑΣ. Ετσι, φτάσαμε στο περιβόητο Συμβόλαιο ή Σύμφωνο του Λιβάνου.
Το «συμβόλαιο» αυτό στο πρώτο κεφάλαιο καταδίκαζε το κίνημα της Μ. Ανατολής ως «έγκλημα κατά της πατρίδος» και στο δεύτερο κεφάλαιο προέβλεπε τη δημιουργία μελλοντικά «εθνικού στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων, θα ανήκει μόνο εις την πατρίδα και θα υπακούσει εις τας διαταγάς της κυβερνήσεως». Στο τρίτο κεφάλαιο, γινόταν λόγος για «κατάργηση της τρομοκρατίας εις την ελληνικήν ύπαιθρον», αλλά και στις πόλεις, γεγονός που σήμαινε ευθεία βολή κατά του ΕΑΜ. Καταγραφόταν βεβαίως η διαφωνία της αντιπροσωπείας των βουνών με τον όρο «τρομοκρατία», αλλά αυτό σε τίποτα δεν άλλαζε την ουσία. Επίσης αφηνόταν αόριστο το πότε και αν κλιμάκιο της κυβέρνησης θα ανέβαινε στα βουνά.
Στο πέμπτο κεφάλαιο προβλεπόταν «Η εξασφάλισις, κατά την προσεχή από κοινού μετά των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωσιν της Πατρίδος, της τάξεως και της ελευθερίας του ελληνικού λαού...». Αυτό σήμαινε ευθεία αναγνώριση στους Αγγλους του δικαιώματος να επεμβαίνουν σε κάθε εσωτερική ελληνική υπόθεση, αφού θα εξασφαλιζόταν, όχι μόνο η απελευθέρωση, αλλά και η τάξη της χώρας από κοινού με τους συμμάχους, δηλ. την Αγγλία!!!
Το πολιτειακό αντιμετωπιζόταν εντελώς αόριστα, χωρίς να προβλέπεται καμιά δέσμευση. Αόριστα έμπαινε επίσης και το ζήτημα της διάρκειας της κυβέρνησης. Ακόμη, δεν προβλεπόταν καμιά καταγγελία για τα τάγματα ασφαλείας, την κυβέρνηση Ράλλη και τους συνεργάτες των Γερμανών. Γινόταν γενικά λόγος για προδότες της πατρίδας.
Τέλος, στο τελευταίο - όγδοο - κεφάλαιο γινόταν λόγος για «τη δημιουργία μιας νέας ελευθέρας και μεγάλης Ελλάδας», πράγμα που παρέπεμπε σε εθνικιστικού χαρακτήρα διεκδικήσεις.
Στο Λίβανο, ακόμη, συμφωνήθηκε και ο συσχετισμός δυνάμεων στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας, τα υπουργεία, δηλαδή, που θα έπαιρνε κάθε δύναμη. Για την ΠΕΕΑ, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, συμφωνήθηκε να δοθούν 5 υπουργεία, σε σύνολο 14 ή 15.
Απαράδεκτες υποχωρήσεις
Δε χωράει αμφιβολία πως η ΕΑΜική αντιπροσωπεία έκανε στο Λίβανο απαράδεκτες υποχωρήσεις, που, εξ αντικειμένου, λειτουργούσαν υπονομευτικά στις κατακτήσεις του εθνικοαπελευθερωτικού - λαϊκοδημοκρατικού κινήματος. Στην πραγματικότητα, η άλλη πλευρά, χωρίς να έχει τίποτα, τα πήρε όλα, ενώ η αντιπροσωπεία των βουνών τα έδωσε όλα, χωρίς να πάρει τίποτα. Ομως, δεν ήταν μοιραία μια τέτοια εξέλιξη και δε θα οδηγούμασταν, πιθανόν, σ' αυτήν, αν η ΕΑΜική αντιπροσωπεία είχε τηρήσει έστω κι ένα μέρος από τις βασικές οδηγίες που είχε αποφασίσει η ΠΕΕΑ στις 22/4/1944 ως κατευθυντήρια γραμμή της στις διαπραγματεύσεις του Λιβάνου. Συνοπτικά - και για τα σπουδαιότερα ζητήματα - οι οδηγίες αυτές προέβλεπαν:
Για το πολιτειακό ζήτημα: «Θα ζητηθεί απαραίτητα να γίνει οριστική και ανεπιφύλακτη δήλωση του Γεωργίου ότι δε θα επιστρέψει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή αφορμή πριν γίνει δημοψήφισμα. Θα επιδιωχτεί να γίνει αντιβασιλεία».
Για το πολιτικό ζήτημα: «Η σύνθεση της κυβέρνησης θα στηριχθεί στη βάση ότι η πλειοψηφία ή το ελάχιστο το μισό των εδρών πρέπει να δοθούν στην ομάδα ΕΑΜ - ΚΚΕ - ΠΕΕΑ και ειδικά τα υπουργεία Εσωτερικών και Στρατιωτικών. Για την Προεδρία και το υπουργείο Εξωτερικών θα καταβληθεί προσπάθεια να κερδισθούν για την ομάδα. Πάντως, στην Ελεύθερη Ελλάδα θα υπάρχει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης από την ομάδα... Να καθορισθούν οι προγραμματικές κατευθύνσεις της Ενιαίας Κυβέρνησης με βάση τους σκοπούς της ΠΕΕΑ... Η έδρα της κυβέρνησης μπορεί να είναι και έξω απ' την Ελεύθερη Ελλάδα, αλλά απαραίτητα τμήμα της με ορισμένα υπουργεία, δηλαδή των Στρατιωτικών/ υφυπουργείον/, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Επισιτισμού, Προνοίας, Παιδείας, Γεωργίας και ενδεχόμενα και άλλα, θα εδρεύουν στην Ελεύθερη Ελλάδα».
Για το στρατιωτικό ζήτημα: «Θα γίνει Ενιαίος Στρατός. Θα έχωμε υπ' όψη για αρχιστρατήγους τους Σαράφη και Σαρηγιάννη. Θα είναι δεκτοί αξιωματικοί πρόθυμα με ανάλογες θέσεις, εκτός απ' τους εθνοπροδότες. Οσο διαρκεί η κατοχή, ο στρατός είναι κατ' αρχήν εθελοντικός. Το σημερινό σύστημα οργανώσεως και διοικήσεως πρέπει να διατηρηθεί. Αν υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις για τους καπεταναίους, να ζητηθούν οδηγίες».
Οι οδηγίες υπογράμμιζαν επίσης την ανάγκη να καταδικαστούν οι Κουίσλιγκς και τα τάγματα ασφαλείας, ενώ ρητή ήταν η δέσμευση της αντιπροσωπείας να μην πράξει τίποτα στο Λίβανο χωρίς την έγκριση των αρμοδίων κεντρικών οργάνων του κινήματος. Συγκεκριμένα, η απόφαση της ΠΕΕΑ που λήφθηκε στις 22/4/1944 έλεγε επί λέξει: «Για όσα ζητήματα δεν προβλέπουν οι οδηγίες, καθώς και για όσα υπάρξουν ριζικές διαφωνίες, αποφασίζεται οι αντιπροσωπείες (σ.σ. ΠΕΕΑ, ΕΑΜ, ΚΚΕ) να ζητούν οδηγίες από τα εδώ κεντρικά όργανα» (Βλέπε το σύνολο των οδηγιών και των αποφάσεων: «ΑΡΧΕΙΟ της ΠΕΕΑ - πρακτικά συνεδριάσεων», Εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», 1990, σελ. 85 - 88).
Βέβαια, καμία από τις αποφάσεις της ΠΕΕΑ δεν τηρήθηκε από την αντιπροσωπεία που διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις στο Λίβανο. Αλλά ούτε και η ηγεσία που βρισκόταν στα βουνά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, παρόλο που αρχικά απέρριψε τη Συμφωνία του Λιβάνου, έχοντας στο πλευρό της τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό, ο οποίος αντιμετώπισε το γεγονός, τη συμφωνία δηλαδή, με φανερή δυσφορία και αποδοκιμασίες. Η αρχική απόρριψη του Συμφώνου από την ηγεσία των βουνών πολύ γρήγορα περιορίστηκε σε άρνηση αποδοχής του Γ. Παπανδρέου στη θέση του πρωθυπουργού και στη συνέχεια σε πλήρη αποδοχή των πάντων και σε συμμετοχή στην εν λόγω κυβέρνηση χωρίς τον όρο να αλλάξει ο πρωθυπουργός. Το χειρότερο δε είναι ότι αυτή η συμμετοχή συνοδεύτηκε από την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας, που αφαιρούσε ακόμη περισσότερο έδαφος από τα πόδια του λαϊκού κινήματος προς όφελος της αντίδρασης και των Εγγλέζων υποστηριχτών της.
Το κίνημα πλήρωσε αυτά τα λάθη του ακριβά. Η ιστορία δε συγχωρεί τέτοια λάθη. Διδάσκει, όμως, να μην επαναλαμβάνονται.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Για το πολιτειακό ζήτημα: «Θα ζητηθεί απαραίτητα να γίνει οριστική και ανεπιφύλακτη δήλωση του Γεωργίου ότι δε θα επιστρέψει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή αφορμή πριν γίνει δημοψήφισμα. Θα επιδιωχτεί να γίνει αντιβασιλεία».
Για το πολιτικό ζήτημα: «Η σύνθεση της κυβέρνησης θα στηριχθεί στη βάση ότι η πλειοψηφία ή το ελάχιστο το μισό των εδρών πρέπει να δοθούν στην ομάδα ΕΑΜ - ΚΚΕ - ΠΕΕΑ και ειδικά τα υπουργεία Εσωτερικών και Στρατιωτικών. Για την Προεδρία και το υπουργείο Εξωτερικών θα καταβληθεί προσπάθεια να κερδισθούν για την ομάδα. Πάντως, στην Ελεύθερη Ελλάδα θα υπάρχει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης από την ομάδα... Να καθορισθούν οι προγραμματικές κατευθύνσεις της Ενιαίας Κυβέρνησης με βάση τους σκοπούς της ΠΕΕΑ... Η έδρα της κυβέρνησης μπορεί να είναι και έξω απ' την Ελεύθερη Ελλάδα, αλλά απαραίτητα τμήμα της με ορισμένα υπουργεία, δηλαδή των Στρατιωτικών/ υφυπουργείον/, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Επισιτισμού, Προνοίας, Παιδείας, Γεωργίας και ενδεχόμενα και άλλα, θα εδρεύουν στην Ελεύθερη Ελλάδα».
Για το στρατιωτικό ζήτημα: «Θα γίνει Ενιαίος Στρατός. Θα έχωμε υπ' όψη για αρχιστρατήγους τους Σαράφη και Σαρηγιάννη. Θα είναι δεκτοί αξιωματικοί πρόθυμα με ανάλογες θέσεις, εκτός απ' τους εθνοπροδότες. Οσο διαρκεί η κατοχή, ο στρατός είναι κατ' αρχήν εθελοντικός. Το σημερινό σύστημα οργανώσεως και διοικήσεως πρέπει να διατηρηθεί. Αν υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις για τους καπεταναίους, να ζητηθούν οδηγίες».
Οι οδηγίες υπογράμμιζαν επίσης την ανάγκη να καταδικαστούν οι Κουίσλιγκς και τα τάγματα ασφαλείας, ενώ ρητή ήταν η δέσμευση της αντιπροσωπείας να μην πράξει τίποτα στο Λίβανο χωρίς την έγκριση των αρμοδίων κεντρικών οργάνων του κινήματος. Συγκεκριμένα, η απόφαση της ΠΕΕΑ που λήφθηκε στις 22/4/1944 έλεγε επί λέξει: «Για όσα ζητήματα δεν προβλέπουν οι οδηγίες, καθώς και για όσα υπάρξουν ριζικές διαφωνίες, αποφασίζεται οι αντιπροσωπείες (σ.σ. ΠΕΕΑ, ΕΑΜ, ΚΚΕ) να ζητούν οδηγίες από τα εδώ κεντρικά όργανα» (Βλέπε το σύνολο των οδηγιών και των αποφάσεων: «ΑΡΧΕΙΟ της ΠΕΕΑ - πρακτικά συνεδριάσεων», Εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», 1990, σελ. 85 - 88).
Βέβαια, καμία από τις αποφάσεις της ΠΕΕΑ δεν τηρήθηκε από την αντιπροσωπεία που διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις στο Λίβανο. Αλλά ούτε και η ηγεσία που βρισκόταν στα βουνά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, παρόλο που αρχικά απέρριψε τη Συμφωνία του Λιβάνου, έχοντας στο πλευρό της τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό, ο οποίος αντιμετώπισε το γεγονός, τη συμφωνία δηλαδή, με φανερή δυσφορία και αποδοκιμασίες. Η αρχική απόρριψη του Συμφώνου από την ηγεσία των βουνών πολύ γρήγορα περιορίστηκε σε άρνηση αποδοχής του Γ. Παπανδρέου στη θέση του πρωθυπουργού και στη συνέχεια σε πλήρη αποδοχή των πάντων και σε συμμετοχή στην εν λόγω κυβέρνηση χωρίς τον όρο να αλλάξει ο πρωθυπουργός. Το χειρότερο δε είναι ότι αυτή η συμμετοχή συνοδεύτηκε από την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας, που αφαιρούσε ακόμη περισσότερο έδαφος από τα πόδια του λαϊκού κινήματος προς όφελος της αντίδρασης και των Εγγλέζων υποστηριχτών της.
Το κίνημα πλήρωσε αυτά τα λάθη του ακριβά. Η ιστορία δε συγχωρεί τέτοια λάθη. Διδάσκει, όμως, να μην επαναλαμβάνονται.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου