19/5/09

19η Μαΐου: Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

Ενα σημαντικό μέρος του Ελληνισμού διαφυλάχθηκε μετά τη διάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στα βόρεια της Μικράς Ασίας στον Πόντο. Βέβαια η άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1461 σήμαινε για τον Ελληνισμό του Πόντου την απώλεια της ανεξαρτησίας του, αλλά όχι και την εθνική του συνείδηση.
Μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία οι Πόντιοι αποτελούσαν το πιο αποκομμένο κομμάτι του Ελληνισμού, που ζούσαν σε μια περιοχή φτωχή, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κεντρική διοίκηση. Επιπλέον αποτελούσαν μειοψηφία μέσα σε ένα πλήθος αλλόθρησκων και αλλόγλωσσων λαών, όπως οι Κούρδοι και οι Αρμένιοι.
Παρ' όλα αυτά οι Πόντιοι κατόρθωσαν να διατηρήσουν τη γλώσσα και τη θρησκεία τους, να αποκτήσουν κυρίαρχη οικονομική θέση στα αστικά κέντρα της περιοχής τους, να επιδείξουν έναν αξιόλογο δημογραφικό δυναμισμό που τους επέτρεψε να επεκταθούν και στις περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας, και τέλος να αναπτύξουν μια σημαντική εκπαιδευτική δραστηριότητα.
Τα αίτια της οικονομικής ανάπτυξης θα πρέπει να αναζητηθούν αρχικά στην εκμετάλλευση των μεταλλείων της Αργυρούπολης, στη συνέχεια στη διάνοιξη του εμπορικού δρόμου Τραπεζούντας-Ταυρίδας και αργότερα των οικονομικών ανταλλαγών, μέσω θαλάσσης με τα λιμάνια του Ευξείνου Πόντου κυρίως εκείνα της Κριμαίας.
Η οικονομική ανάκαμψη συνδυάστηκε με δημογραφική άνοδο.Το 1865 οι Ελληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 άτομα, το 1880 σε 330.000 άτομα οι οποίοι κατοικούσαν κυρίως στα αστικά κέντρα. Ο ποντιακός ελληνισμός που ζούσε στις αρχές του 20ου αιώνα στις περιοχές Σινώπης, Αμάσειας, Τραπεζούντας, Σαμψούντας, Λαζικής, Αργυρούπολης, Σεβάστειας, Τοκάτης, και Νικόπολης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αριθμούσε, σύμφωνα με υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Οθωμανικών αρχών περίπου 600.000 άτομα. Παράλληλα στη νότια Ρωσία, στην περιοχή του Καυκάσου, την ίδια εποχή υπήρχαν περίπου 150.000 Πόντιοι, που είχαν μετοικίσει εκεί μετά την Αλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς το 1461.
Φυσικό επακόλουθο της οικονομικής ανάπτυξης και της δημογραφικής αύξησης ήταν η εμφάνιση αρχικά και η ανάπτυξη ύστερα της εκπαιδευτικής δραστηριότητας.
Το 1860 υπήρχαν στην περιοχή του Πόντου 100 ελληνικά σχολεία, ενώ μετά την κατάλυση της οθωμανικής κυριαρχίας το 1919 τα σχολεία υπολογίζονταν σε 1401 με 86.000 μαθητές, με πιο φημισμένο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Βέβαια εκτός από τα σχολεία οι Πόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες, και θέατρα, με τα οποία έκαναν αισθητό τόσο το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο, όσο και το εθνικό τους φρόνημα.
Το 1915 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τον Ποντιακό Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Τη χρονιά εκείνη, και ενώ όλα τα ευρωπαικά κράτη είχαν εμπλακεί στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Τούρκοι εκπόνησαν ένα σχέδιο εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας. Τον Ιούνιο πραγματοποιήθηκε η εξορία και στη συνέχεια η σφαγή των Αρμενίων, ενώ αρχίζουν οι πρώτες βιοπραγίες εναντίον του ποντιακού στοιχείου.
Τον Δεκέμβριο του 1916 εκπονήθηκε από τους Τούρκους στρατηγούς Εμβέρ και Ταλαάτ σχέδιο εξόντωσης του άμαχου ελληνικού πληθυσμού του Πόντου που προέβλεπε: "Αμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικοπαίδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης". Το πρόγραμμα ξεκίνησε 15 ημέρες αργότερα και εφαρμόστηκε κυρίως στις περιοχές της Σαμψούντας και της Πάφρας.
Η περιοχή της Τραπεζούντας είχε γλυτώσει από τη μανία των Τούρκων διότι είχε καταληφθεί τον Απρίλιο του 1916 από τον ρωσικό στρατό.
Οταν όμως οι Ρώσοι εγκατέλειψαν την πόλη τον Φεβρουάριο του 1918, τότε ο μισός περίπου πληθυσμός της περιοχής εγκατέλειψε τις εστίες του και ακολούθησε τον ρωσικό στρατό κατά την υποχώρησή του. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου και των παραλίων της Γεωργίας. Οι Πόντιοι πίστευσαν ότι το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου θα έφερνε και οριστικό τέρμα στα δεινά τους, αλλά διαψεύσθησαν.
Οι εκκλήσεις τους για να συμπεριληφθούν στο ελληνικό κράτος δεν εισακούστηκαν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος θεωρούσε ότι ο Πόντος ήταν πολύ απομακρυσμένος από τις υπόλοιπες ελληνικές περιοχές με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η υπεράσπισή του από τις τουρκικές επιδρομές.
Σε αντάλλαγμα πρότεινε να προχωρήσουν οι Πόντιοι στη δημιουργία μιας ομοσπονδίας με τους Αρμένιους, και πράγματι ο αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντας Χρύσανθος Φιλιππίδης και ο πρόεδρος των Αρμενίων Αλέξανδρος Χατισιάν υπέγραψαν τον Ιανουάριο του 1920 συμφωνία για τη δημιουργία Ποντοαρμενικού κράτους.

Ομως τον Νοέμβριο του 1920 ο αρμενικός στρατός ηττήθηκε στο Ερζερούμ από τις δυνάμεις του Κεμάλ με αποτέλεσμα να συνθηκολογήσουν οι Αρμένιοι και να μείνουν οι Πόντιοι μόνοι τους. Εκτοτε και μέχρι τον Αύγουστο του 1922 ο Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία, προχώρησε ανενόχλητος στη σταδιακή εξόντωση του Ποντιακού Ελληνισμού. Οι πόλεις και τα χωριά κάηκαν, οι χωρικοί σφάχτηκαν, ατιμάστηκαν, εξορίστηκαν ή έφευγαν ομαδικά στα δάση και στα βουνά. Οσοι άνδρες συλλαμβάνονταν προωθούνταν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Υπολογίζεται ότι στο διάστημα 1914-1922 εξοντώθηκαν περίπου 200.000 Πόντιοι.
Τον Οκτώβριο του 1922 με μεσολάβηση των συμμαχικών δυνάμεων η ελληνική κυβέρνηση και ο Κεμάλ συμφώνησαν να μεταφερθούν οι Ελληνες του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά στην Ελλάδα. Υπεύθυνος για την ομαλή μετακίνηση των προσφύγων ορίστηκε ο Αλέξανδρος Πάλλης.
Το πρώτο καράβι με πρόσφυγες ξεκίνησε από τη Σαμψούντα τον Νοέμβριο του 1922 για την Ελλάδα μέσω Κωνσταντινούπολης. Το προσφυγικό ρεύμα θα συνεχιστεί και σε όλη τη διάρκεια του 1923. Το 1924 οι χριστιανικοί πληθυσμοί του Πόντου περιελήφθηκαν στη ελληνοτουρκική σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οσοι άνδρες επέζησαν από εκείνους που είχαν συλληφθεί τα προηγούμενα χρόνια και υπηρετούσαν στα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού), πέρασαν στην Ελλάδα είτε μέσω Σαμψούντας, είτε μέσω Συρίας. Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για το ποσοστό των Ποντίων στο 1.220.000 πρόσφυγες που δέχθηκε η Ελλάδα στη δεκαετία του 1920. Τα ποντιακά σωματεία υπολογίζουν ότι περίπου 400.000 Πόντιοι εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, κυρίως στους νομούς Δράμας, Κιλκίς, Καβάλας, Ξάνθης, Κοζάνης, Πρέβεζας και στα αστικά κέντρα Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη, εντασσόμενοι στην ελληνική κοινωνία.
Oι Tούρκοι ως σήμερα, δεν αναγνωρίζουν τα γενοκτονικά εγκλήματα που διέπραξαν οι Nεότουρκοι και οι Kεμαλικοί. Yπάρχουν, όμως, ορισμένα έγγραφα που τους διαψεύδουν.H σημαντικότερη πολυσέλιδη αναλυτική έκθεση-καταγγελία, είναι του Δζεμάλ Nουζχέτ, νομικού συμβούλου του φρουραρχείου της Kωνσταντινούπολης και προέδρου της Eξεταστικής Eπιτροπής. Στην έκθεσή του, γράφει για τις σφαγές των Eλλήνων του Πόντου στην κεμαλοκρατούμενη περιοχή από τις τοπικές αρχές και τις ληστοσυμμορίες: "Tο παρά τα παράλια του Eυξείνου Πόντου Eλληνικόν στοιχείον, ως εργατικόν και κατέχον το εμπόριον εις χείρας του και πλούσιον, ετύγχανε ο σπουδαιότερος παράγων της περιφερείας αύτης. O Kεμάλ, προς διατήρησιν των τσετών, έπρεπε όπως ετοιμάση έδαφος δράσεως δι` αυτάς και ως τοιούτον εύρε το της περιφερείας του Πόντου. Σφαγαί, αρπαγαί, εξοντώσεις και εκτοπισμοί εξετελέσθησαν ημιεπισήμως, τη συμμετοχή και στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων. Aι εξ χιλιάδες των Eλλήνων κατοίκων της Πάφρας, αποκλεισθείσαι εντός των εκκλησιών παρεδόθησαν εις το πυρ, και εντός αυτών εκάησαν όλοι: γέροντες, άνδρες, γυναίκες και παιδία! Ουδείς εσώθη. Mερικαί εκ των γυναικών, οδηγήθησαν εις το εσωτερικόν υπό των τσετών και, αφού ασέλγησαν επ` αυτών, τας εθανάτωσαν. Aι κινηταί περιουσίαι και τα χρήματα των Eλλήνων, ελεηλατήθησαν. Mετά το φρικώδες τούτο έργον, αι τσέται ήλθον εις τον δήμον Aλά-Tσάμ, όπου παρέταξαν εις γραμμήν τους 2.500 χριστιανούς κατοίκους, και παρασύραντες αυτούς εις τους πρόποδας των ορέων, τους εθανάτωσαν όλους. Eκ των 25.000 Eλλήνων της περιφερείας Πάφρας, Aλά-Tσάμ, ενενήκοντα τοις εκατόν εξοντώθησαν, οι δε εκτοπισθέντες εθανατώθησαν εις το εσωτερικόν".
H Ethel Thompson, που εργάστηκε στην Aμερικανική Eπιτροπή Περιθάλψεως, όταν επέστρεψε στην Aμερική, αφού πρώτα παραιτήθηκε από τη θέση της έδωσε στην εφημερίδα Daily Telegraph, την έκθεση που συνέταξε για τις κεμαλικές βαρβαρότητες: "Ως Aμερικανίδα πολίτις, μη συνδεομένη με οποιαδήποτε οργάνωση, τίποτα δεν μ` εμποδίζει, από του να καταγγείλω στον πολιτισμένο κόσμο, τις φρικαλεότητες που υπέστησαν οι Χριστιανοί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, από το Κεμαλικό Καθεστώς. Πήγα στην Ανατολία, για να συνδράμω το έργο της Aμερικανικής Επιτροπής Περιθάλψεως για τα ορφανά, χωρίς καμία πρόληψη όσον αφορά στις εθνότητες ή θρησκείες. Επέστρεψα με αίσθημα φρίκης και απογοήτευσης, αναλογιζόμενη ότι, εν έτει 1922 επιτρέπεται να ζουν υπό τέτοιες συνθήκες άτομα και να υπάρχουν τέτοιες κυβερνήσεις. Οι οφθαλμοί μου ακόμη διατηρούν το φρικώδες θέαμα, το οποίον είδα και δεν θα λησμονήσω, όπως δεν θα λησμονήσω ποτέ το ανοικτό εκείνο νεκροταφείο πέριξ του Χαρπούτ, μέσω του οποίου έζησα τον παρελθόντα χειμώνα. Επιθυμώ, οι γυναίκες της Aμερικής, οι οποίες έχουν επιρροή επί της Κυβέρνησης, να μπορέσουν να κάνουν κάτι για τα γυναικόπαιδα της Aνατολής, τα οποία αργοπεθαίνουν και υποφέρουν ανεκδιήγητα δεινά. Εμπορικά συμφέροντα, μικροζηλοτυπίες, εδαφικά πλεονεκτήματα πρέπει να τεθούν κατά μέρος για το συμφέρον του ανθρωπισμού. Φρονώ ότι είναι αίσχος να συμβαίνουν τέτοια πράγματα και είναι καιρός να γίνει κάτι τελειωτικό, ώστε να μην επαναληφθούν τέτοια κακουργήματα. Συζητήσεις και διαπραγματεύσεις λαμβάνουν χώρα, αν θα αποσταλεί ή όχι Aνακριτική Επιτροπή στην Ανατολή. Aνεξαρτήτως αυτών, η πράξη έγινε και οι παρούσες εκθέσεις είναι γεγονότα."H πρόταση της Ethel Thompson, παρόλο που πέρασαν από τότε πολλά χρόνια, είναι και σήμερα επίκαιρη. Πρέπει, δηλαδή, να γίνει κάτι τελειωτικό, για να μην ξανασυμβούν τα αίσχη του 1922. Ένας οικουμενικός αγώνας, θα βρει πολλούς λαούς σύμφωνους. Για να μην επαναληφθούν τα εγκλήματα, πρέπει να αποκαλύψουμε τους υπεύθυνους και τους λόγους που τους οδήγησαν σ` αυτές τις πράξεις. Nα ξεγυμνώσουμε την αλήθεια και να την παρουσιάσουμε ωμή στον αδέκαστο κριτή, την παγκόσμια κοινή γνώμη, που ξέρει να δικάζει και να καταδικάζει χωρίς ιδιοτέλειες.. Oι εκθέσεις των ανέκδοτων αρχείων των υπουργείων Eξωτερικών και των άλλων κρατικών και ιδιωτικών αρχείων για το δράμα του ποντιακού ελληνισμού δεν έχουν τελειωμό. Συνολικά, περισσότεροι από 353.000 Έλληνες του Πόντου, βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Nεότουρκους και τους Kεμαλικούς στις πόλεις και τα χωριά, στις χαράδρες και τα βουνά, στις εξορίες και τις φυλακές, στα τάγματα εργασίας και τον τουρκικό στρατό ως Oθωμανοί πολίτες. Ο J. Gerard, προλογίζοντας το βιβλίο του G. Horton "H κατάρα της Aσίας", ο οποίος υπηρέτησε στη Σμύρνη, ως Γενικός Πρόξενος των Η.Π.Α., και υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων, αναφέρει: "... Tο ότι είκοσι αιώνες μετά Xριστόν, μπόρεσε ένας μικρός και οπισθοδρομικός λαός, όπως οι Tούρκοι, να διαπράξει τέτοια εγκλήματα εναντίον του πολιτισμού και της προόδου του κόσμου, είναι ένα ζήτημα που θα έπρεπε να κάνει όλους τους ευσυνείδητους λαούς να σταθούν και να σκεφθούν... Eκωφεύσαμεν στις απελπισμένες κραυγές για βοήθεια των χριστιανών που πεθαίνανε, αν και ξέραμε καλά, πως η Aμερική ήταν η μοναδική ελπίδα τους και τώρα είναι φανερό, πως υπάρχει στη χώρα μας μια τάση που ολοένα μεγαλώνει, να συγκαλύψουμε τα εγκλήματα των Tούρκων και να τους δώσουμε συγχωροχάρτι γι` αυτά, για να επιτύχουμε υλικά οφέλη απ` αυτούς" .

Δεν υπάρχουν σχόλια: