Για το φτωχό Bertolt Brecht...
Εγώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ
είμαι από τα μαύρα δάση,
η μάνα μου στις πολιτείες
με κουβάλησε,
σαν ήμουνα ακόμα στην κοιλιά της,
και των δασών η παγωνιά
μέσα μου θα 'ναι ως το θάνατό μου
Έχω, έχω το σπίτι μου
στην πολιτεία της ασφάλτου,
φορτωμένος από την αρχή
με όλα τα μυστήρια του θανάτου
με εφημερίδες, με καπνό και με ρακή,
καχύποπτος και τεμπέλης
κι ευχαριστημένος στα στερνά
Φέρομαι φιλικά στους ανθρώπους
φορώ καθώς το συνηθίζουν
ένα σκληρό καπέλο,
λέω, είναι ζώα που μυρίζουν τελείως ιδιότροπα
και λέω πάλι,
δε βαριέσαι έχω κι εγώ την ίδια μυρουδιά
Το πρωί στο γκρίζο χάραμα
τα έλατα κατουράνε,
και τα ζωύφιά τους τα πουλιά
αρχίζουν να φωνάζουν
Κείνη την ώρα αδειάζω το ποτήρι μου στην πόλη
πετάω τ' αποτσίγαρό μου και ανήσυχος κοιμάμαι
Απ' αυτές τις πολιτείες
θα απομείνει εκείνος που διάβηκε από μέσα τους
ο άνεμος, δίνει χαρά το σπίτι σ'αυτόν που τρώει,
τ' αδειάζει
Ξέρουμε ότι είμαστε περαστικοί
κι ότι ύστερα από μας
τίποτα τ' αξιόλογο δε θα ρθει.
Ελπίζω στους σεισμούς
που μέλλονται για να 'ρθουν,
να μην αφήσω τη Βιρτζίνιά μου
απ' την πίκρα να μου σβήσει
Εγώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ
από τα μαύρα δάση,
ξερασμένος στις πολιτείες της ασφάλτου
μέσα στη μάνα μου σε πρώιμη εποχή
Εμβατήριο για τ'ανήσυχα παιδιά...
Γιατί φόρεσα της λεηλασίας τη στολή ;
Γιατί φόρεσα το πουκάμισο του εμπρηστή;
Όχι, δεν το έκανα από πείνα
Όχι, δεν το έκανα από μάνητα σφαγής
Μόνο και μόνο επειδή ‘μουν δούλος
Και με διέταξαν
ξεκίνησα για να σκοτώσω και να κάψω
Και τώρα πρέπει να με κυνηγήσουνε
Και τώρα πρέπει να με σφάξουνε
……
Και θα κείτουμαι κάτω απ’ τη γη που έχω ρημάξει
χαλαστής που κανείς δεν πονά για το χαμό του
Στεναγμός ανακούφισης θ’αναδεύει πάνω από τον τάφο μου.
Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου...
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά
Θεωρούνε ταπεινό
Να μιλάς για το φαΐ
Ο λόγος; Έχουνε κι όλας φάει
Οι ταπεινοί αφήνουνε τον κόσμο
Χωρίς να’χουνε δοκιμάσει κρέας της προκοπής
Πώς ν’αναρωτηθούν πού’θε έρχονται
Και πού πηγαίνουν
Είναι τα όμορφα δειλινά τόσο αποκαμωμένοι
Το βουνό και την πλατειά τη θάλασσα
Δεν τά’χουν ακόμα δει
Όταν σημαίνει η ώρα τους
Αν δεν νοιαστούν οι ταπεινοί
Γι’αυτό που είναι ταπεινό
Ποτέ δεν θα υψωθούν
Το ημερολόγιο
Δεν δείχνει ακόμα την ημέρα
Όλοι οι μήνες, όλες οι ημέρες
Είναι ανοιχτές
Κάποια απ’ αυτές θα σφραγιστεί
Μ’ έναν σταυρό
Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί
Οι έμποροι φωνάζουν γι’αγορές
Οι άνεργοι πεινούσαν
Τώρα πεινάνε κι όσοι εργάζονται
Αυτοί που αρπάνε το φαΐ απ’ το τραπέζι
Κηρύχνουν τη λιτότητα
Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσήματα
Ζητάνε θυσίες
Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους
Για τις μεγάλες εποχές που θα’ρθουν
Αυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσο
Λες πως είναι τέχνη να κυβερνάς το λαό
Είναι πολύ δύσκολη για τους ανθρώπους του λαού
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά λένε
Πόλεμος και ειρήνη
Είναι δυο πράγματα ολότελα διαφορετικά
Όμως η ειρήνη τους και ο πόλεμός τους
Μοιάζουν όπως ο άνεμος κι η θύελλα
Ο πόλεμος γεννιέται απ’ την ειρήνη τους
καθώς ο γιος από την μάνα
έχει τα δικά της απαίσια χαρακτηριστικά
ο πόλεμός τους σκοτώνει
ό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τους
Όταν αυτοί που είναι ψηλά
Μιλάνε για ειρήνη
Ο απλός λαός ξέρει
Πως έρχεται ο πόλεμος
Όταν αυτοί που είναι ψηλά
Καταριούνται τον πόλεμο
Διαταγές για επιστράτευση
Έχουν υπογραφεί
Στον τοίχο με κιμωλία γραμμένο
Θέλουνε πόλεμο
Αυτός που το΄χε γράψει
Έπεσε κι όλας
Αυτοί που βρίσκονται ψηλά λένε
Να ο δρόμος για τη δόξα
Αυτοί που είναι χαμηλά
Να ο δρόμος για το μνήμα
Τούτος ο πόλεμος που έρχεται
Δεν είναι ο πρώτος
Πριν απ’ αυτόν γίνανε κι άλλοι πόλεμοι
Όταν ετέλειωσε ο τελευταίος
Υπήρχαν νικητές και νικημένοι
Στους νικημένους ο φτωχός λαός
Πέθαινε απ’ την πείνα
Τους νικητές ο φτωχός λαός
Πέθαινε το ίδιο
Σαν θα’ρθει η ώρα της πορείας
Πολλοί δεν ξέρουν
Πως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τους
Η φωνή που διαταγές τους δίνει
Είναι του εχθρού τους η φωνή
Εκείνος που για τον εχθρό μιλάει
Είναι ο ίδιος τους ο εχθρός
Νύχτα
Τ’ανδρόγυνα ξαπλώνουν στο κρεβάτι τους
Οι νέες γυναίκες θα γεννήσουν ορφανά
Στρατηγέ το τανκς σου
Είναι δυνατό μηχάνημα
Θερίζει δάση ολόκληρα
Κι εκατοντάδες άνδρες αφανίζει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται οδηγό
Στρατηγέ το βομβαρδιστικό
Είναι πολυδύναμο
Πετάει πιο γρήγορα απ’ τον άνεμο
Κι απ’ τον ελέφαντα σηκώνει βάρος πιο πολύ
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται πιλότο
Στρατηγέ ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ
Ξέρει να πετάει
Ξέρει και να σκοτώνει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-ξέρει να σκέφτεται.
Τρόμος και αθλιότητα του Γ' Ράιχ ...
Να και οι προδότες έχουν σκάψει
Μα ο δρόμος δεν θα τους ξεχάσει
Τον λάκκο του αδερφού και του γειτόνου
Ξέρουν πως οι άλλοι τους γνωρίζουν
Τον ύπνο τους δεν τον ορίζουν
Δεν ήρθε ακόμα το πλήρωμα του χρόνου
Να κι οι δεσμοφύλακες
Χαφιέδες χωροφύλακες
Υπηρέτες του λαού της Γερμανίας
Καταπιέζουν, μαστιγώνουν,
Βασανίζουν, παλουκώνουν
Όλα σε τιμή ευκαιρίας
Να οι κύριοι δικαστές
Τους λέμε οι καταπιεστές
Πως δίκαίο είναι τον λαό τι συμφέρει
Μα αυτοί δεν ξέρουν
Ποιο είναι αυτό
Κι έτσι δικάζουν στο σωρό
Μέχρι να βάλουν τον λαό ολόκληρο
Στο χέρι
Έρχονται οι άλλοι
Με τα τσίγκινα φέρετρα
Που μέσα τους βάζουν
Τ’ανθρώπινα σκέλεθρα
Που φέρουν αυτοί σε τέτοιο χάλι
Ήταν αυτοί που δεν υποταχτήκανε
Και στην πάλη απάνω σκοτωθήκανε
Στην μεγάλη των τάξεων πάλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου