9/4/11

1962-64: Η Ελλάδα παραδίδεται στους ξένους ομολογιούχους!

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η Ελλάδα αποκλεισμένη από τις διεθνείς χρηματαγορές, λόγω του προπολεμικού χρέους της, βρίσκεται σ΄ ασφυκτικό οικονομικό κλοιό. Η αμερικανική βοήθεια διακόπτεται, Άγγλοι και Αμερικανοί ομολογιούχοι πιέζουν για «ρυθμίσεις» των παλαιών δανείων, ενώ το ίδιο τίθεται και ως προϋπόθεση για την υπογραφή της συμφωνίας σύνδεσης της χώρας με την ΕΟΚ. Οι τελικές συζητήσεις για τη ρύθμιση κατ΄ αρχήν των αμερικανικών δανείων γίνονται από την ίδια την ηγεσία των δυο χωρών. Από τον Έλληνα πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Λ. Τζόνσον, αλλά και τον πρόεδρο Τζ. Κένεντι.
Στόχος...
Στην ουσία το μόνο που επιζητούσε η κυβέρνηση Καραμανλή ήταν να εξασφαλίσει τη δυνατότητα του πιο ευνοούμενου οφειλέτη. Αν συναφθούν στο μέλλον συμφωνίες προπολεμικού χρέους, με άλλες χώρες και πιο ευνοϊκούς όρους, η Ελλάδα να έχει τη δυνατότητα αναδιαπραγμάτευσης.
Τελικά, τον Οκτώβριο του 1962 η κυβέρνηση της ΕΡΕ (υπουργός Οικονομικών ο Σπ. Θεοτόκης και Συντονισμού ο Π. Παπαληγούρας) υποχωρεί άτακτα. Αποδέχεται όλους σχεδόν τους όρους των ομολογιούχων προκειμένου «ν΄ ανακτήσει την διεθνήν πίστιν της».
Αναλαμβάνει να ξεπληρώσει το χρέος σε δολάρια, αναγνωρίζοντας το σύνολο του ονομαστικού προπολεμικού κεφαλαίου, αλλά και την κεφαλαιοποίηση μέρος των καθυστερούμενων τόκων. Αν κι όλα τ' αμερικανικά δάνεια είχαν συναφθεί υπό το άρτιο (η ονομαστική αξία ήταν αισθητά κατώτερη της πραγματικής, λόγω προμηθειών και διαθέσεων των δανείων).
Οι τρεις βασικές κατηγορίες των Αμερικανών, που ικανοποιούνταν ήταν κάτοχοι ομολογιών:
*Από το δάνειο υδρεύσεως του 1925 σε χρυσό.
*Από δύο 40ετή δάνεια, πάλι σε χρυσό, του 1924 και 1925.
Όσον αφορά τη διεκδίκηση της ρήτρας του πλέον ευνοούμενου οφειλέτη το αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από αρνητικό. Το «Συμβούλιο Προστασίας κατόχων ξένων ομολογιών στη Νέα Υόρκη» απέσπασε ουσιαστικά τη ρήτρα του πλέον ευνοούμενου πιστωτή. Σύμφωνα με τη ρύθμιση «εάν η ελληνική κυβέρνηση ήθελε οποτεδήποτε (ως το 1967) μετά την παρούσαν συμφωνίαν, επιφυλάξει εις τους κατόχους ομολογιών οιουδήποτε άλλου προπολεμικού της εξωτερικού δανείου μεταχείρησιν ευνοϊκοτέραν της προσφερομένης εις τους κατόχους ομολογιών εις δολάρια, η ελληνική κυβέρνησις δέχεται να παραχωρήση εξ ίσου ευνοϊκήν μεταχείρησιν εις τους κατόχους των ομολογιών εις δολάρια»!
Η Ελλάδα καλούνταν να καταβάλει ετησίως και για περίοδο '42-'45 ετών ένα σχετικά τεράστιο ποσό για τις δυνατότητες του προϋπολογισμού της (η αποπληρωμή έγινε μόλις την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα!).
Ο ακριβής προσδιορισμός του ποσού που θα καταβάλλονταν στους Αμερικανούς ομολογιούχους είναι δύσκολος. Μια κατά προσέγγιση εκτίμηση μπορεί να γίνει για τη συνολική επιβάρυνση του δημόσιου χρέους, μετά και τη ρύθμιση με τους Άγγλους ομολογιούχους (1964). Με τις τότε ισοτιμίες, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, ανερχόταν σε 4.368.000 δραχμές. Συνιστούσε περίπου το 15% του συνολικού χρέος εκείνης της περιόδου!
Τοκοχρεολυσία!
Έτσι ανάμεσα στο 1963 και 1965 η Ελλάδα βρέθηκε να χρωστά και να καταβάλει υπέρογκα τοκοχρεολύσια για ένα «παράνομο χρέος». Για 80 εκατ. λίρες στερλίνες (20 οι αμερικανικές ομολογίες και 60 εκατ. οι αγγλικές) τις οποίες ουδέποτε εισέπραξε. Στην παγκόσμια οικονομική ιστορία δεν υπάρχει, μάλλον, προηγούμενο μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Ν΄ αναγνωρίζεις ένα χρέος, που νομικά και κυρίως ηθικά έπρεπε να παραγραφεί, με τους πιο δυσβάσταχτους όρους. Ακόμη και η «εχθρική κομμουνιστική» Γιουγκοσλαβία είχε αποσπάσει ευνοϊκότερη συμφωνία. Πρόκειται για απολύτως σκανδαλώδη ετεροβαρή συμφωνία, που εξηγείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της πολιτικής υποτέλειας που ακολουθείται την ευρύτερη περίοδο. Η συμφωνία με τους Άγγλους ομολογιούχους,  της κυβέρνησης Παπανδρέου, ήταν ανάλογη...
«...Διά την διεθνήν πίστιν της χώρας...»
Η επιχειρηματολογία του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή για την αποδοχή του παράνομου και απεχθούς προπολεμικού χρέους, όπως θα το ονομάζαμε σήμερα, κινείται σε δύο επίπεδα. Αυτή, όπως την αναπτύσσει ο ίδιος εξαγγέλλοντας τη ρύθμιση με τους Αμερικανούς ομολογιούχους (19 Οκτωβρίου 1962), κινείται σε δυο άξονες:
1. «Θεμελιώδης στόχος της οικονομικής μας πολιτικής κατέστη πλέον η αναπροσαρμογή της οικονομίας μας εις τα διεθνή μέτρα και ειδικώτερον η βαθμιαία ένταξίς της εις την υπό διαμόρφωσιν ενιαίαν Ευρωπαϊκήν Οικονομικήν Κοινότητα» (σημείωση: ένας από τους όρους της συμφωνίας σύνδεσης ήταν η ανάληψη του προπολεμικού χρέους).
2. «Η ρύθμισις είναι, ως διεθνής νομική υποχρέωσις, επιβεβλημένη και διότι η εκπλήρωσις της υποχρεώσεως ταύτης θα εστερέωνεν, εν όψει των ανωτέρω εξελίξεων, την πίστιν της Ελλάδος...»
Η Ελλάδα, λοιπόν, ξεκινά μια νέα περίοδο αναλαμβάνοντας άμεσα και για μισό αιώνα να πληρώνει «παλιές αμαρτίες» και αρχίζοντας το σύγχρονο φαύλο κύκλο του εξωτερικού δανεισμού για αποπληρωμή δανείων του παρελθόντος. Θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον να μάθουμε αν και σε ποιο ποσοστό το σημερινό εξωτερικό χρέος έχει επιβαρυνθεί με την αποπληρωμή του απεχθούς προπολεμικού χρέους...
Μια κλασική εξήγηση του φαινομένου!
Ο Ζαν Μεϊνό στο κλασικό έργο της δεκαετίας του 1960 για τις ελληνικές πολιτικές δυνάμεις διατυπώνει μερικές κλασικές εκτιμήσεις για τα οικονομικά της χώρας, που έχουν επαφή και με το παρόν:
Η ανάπτυξη της Ελλάδας μέχρι το 1962 έγινε δυνατή χάρη στην αμερικανική βοήθεια. Στο μέτρο, που αυτή «διετέθη για τη χρηματαδότηση δημοσίων επενδύσεων, επέτρεψε την πραγματοποίηση χρήσιμων έργων υποδομής. Επέτρεψε όμως συνάμα ένα βιοτικό επίπεδο ανώτερο από εκείνο που προσδιορίζετο από τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας. Διευκόλυνε συγχρόνως τις ευπορότερες τάξεις ν΄ αποκτήσουν καταναλωτικές συνήθειες, που δεν συμβιβάζονται με τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας...».
Μετά τη διακοπή της βοήθειας (1962) «με το δεδομένο της απεχθείας που δείχνουν οι ελληνικές κυβερνήσεις έναντι της εφαρμογής μιας πολιτικής λιτότητας, η μόνη λύση που έμεινε ανοικτή ήταν η αναζήτηση έκτακτων πόρων που είχε συνηθίσει να δέχεται η οικονομία με άλλον τρόπο. Η εισροή ξένων κεφαλαίων για άμεση πραγματοποίηση επενδύσεων ή την δανειοδότηση ιδιωτικών επιχειρήσεων...».
Δεύτερη «διέξοδος είναι η προσφυγή του κράτους και των δημοσίων επιχειρήσεων στον εξωτερικό δανεισμό...».
Ο εξαναγκασμός της χώρας ν΄ αναλάβει την εξυπηρέτηση του προπολεμικού δημοσίου χρέους «υποχρέωση με αμφίβολη ηθική βασιμότητα... επεβλήθη στην πραγματικότητα εξαιτίας της ανάγκης να προσφύγει στην διεθνή κεφαλαιαγορά....».
«Η επιθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων να συνάψουν νέα δάνεια τις υποχρέωνε κατά κάποιο τρόπο να επιδιώξουν τη δημιουργία της εικόνας του τέλειου οφειλέτη, ο οποίος μόλις επουλώσει τις καταστροφές που υπέστη σπεύδει ν΄ αναλάβει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του...».
Η ανάληψη του προπολεμικού χρέους «εξηγείται και από ένα πιο επιτακτικό λόγο. Ορισμένες χώρες (ιδιαίτερα η Μ. Βρετανία) καθώς και διάφοροι διεθνείς οργανισμοί (Διεθνής Τράπεζα) ηρνούντο να δανειοδοτήσουν τη χώρα, εάν δεν ερρυθμίζετο προηγουμένως το θέμα των παλαιών εκκρεμοτήτων».
**************************





Δεν υπάρχουν σχόλια: