Στ’ «Ανοιχτά Μυστικά», του ο Φωτιάδης έχει λαμπρούς στίχους για την βραδινή στράτα του χωριού:
Με το χαμηλοπέταμα
του λέλεκα το βράδυ
την ώρα π’ αργοκίνητο
γυρίζει το κοπάδι...
Ποιος όμως θα ζωγραφίση την πρωινή στράτα του χωραφιού; Εμπρός ο ζευγίτης, πίσω τα βόδια, παραπίσω η γυναίκα με τα τσαπιά, τη χύτρα, τα πανέρια κι’ απ’ επάνω τους τα Λελέκια, άσπρο σύννεφο στη γαλάζια καταχνιά της αυγής. Άμα φθάσουν στο χωράφι, η γυναίκα θα στήση το προσωρινό νοικοκυριό σ’ ένα δένδρο από κάτω, ο γεωργός θα ζέψη τα βόδια του κι άμα εκείνα ξεκινήσουν και τ’ αλέτρι αρχίση να ξεκλειδώνη την Γην, κοπάδι τα Λελέκια θα έρχωνται από πίσω, μαζεύοντα κάμπιες, σκουλήκια, σκαραμπαίους, σκορπιούς, ό,τι τέλος βλαβερόν ερπετόν ή έντομον ανασύρεται με το υνί, από τους κόλπους της αρούρης. Όταν τελείωση η σπορά, ο γεωργός ίσως θα λείπη πότε πότε, αλλά το Λελέκι θα είναι πάντα εκεί από το πρωί, καταδιώκον φίδια, ακρίδες, σαύρες βατράχια, κάθε πληγή της βλαστήσεως. Θαρρεί κανείς ότι τα νύχια του και το ράμφος του εβάφησαν άλικα μέσα εις τας καθημερινάς μάχας, που δίνει με τους εχθρούς της χλωρίδος. Αλλά φαίνεται, ότι κάποιες σταλιές αιμάτων οφείλονται και εις δράματα ερώτων. Μεγάλη ποιητική αφέλεια, ότι τα πουλιά έχουν μόνον τα βάσανα που τους αποδίδει το λαϊκό δίστιχο:
Και τα πουλιά που ’ναι πουλιά
κι αυτείνα έχουνε πάθια,
Παν να βοσκήσουν τον καρπό
και τα τσιμπούν τ’ αγκάθια.
Το πουλί τουλάχιστον αυτό που ζη όλην την ημέραν εντός της φυτικής ζωής, όπου οι γάμοι των υπέρων και των στημόνων γίνονται δίχως όρκους και υποσχέσεις αιωνίας πίστεως, είτε διότι κουρνιάζει επάνω στις καμινάδες των σπιτιών και πιστεύει αληθινά όλα όσα λέγουν οι άνθρωποι, είτε διότι από τα καμπαναριά, εις τα οποία αναπαύεται κάποτε, ακούει την χριστιανικήν επιταγήν «και ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω», έχει τας αυτάς με ημάς ιδέας περί συζυγικής ζωής. Λέγουν μάλιστα, ότι η γυναίκα του τρομοκρατείται από την ζήλειαν του, ότι παραμονεύει την διαγωγήν της και ότι δεν της συγχωρεί κανένα παρατράγουδο. Αλλά φαίνεται, ότι η μοναδική δύναμις την οποίαν έχει να δαμάζη τα φίδια» δεν είναι όση χρειάζεται για να κυβερνήση μίαν γυναίκα, άμα την εγγίση ο πειρασμός. Και γι’ αυτό πολλάκις, μ’ όλην την αυστηρότητα με την οποίαν την παρακολουθεί, μ’ όλην του ακόμη την αντίληψιν, που του δίδουν οι γεωργοί, κατά τους οποίους μαντεύει το μέρος όπου κρύβεται το σκουλήκι, δεν κατορθώνει να προλαμβάνη πάντοτε την σωτηρίαν της συζυγικής του τιμής. Εις όλας τας πόλεις που ζη το πουλί αυτό, έχουν να σας διηγηθούν ερωτικά μακελέματα λελεκιών κοπιαρισμένα επάνω στα περίφημα ελληνικά δράματα τιμής, προσθέτουν μόνον τούτο το ιδιαίτερον μερικοί: Ότι προηγουμένως γίνεται συμβούλιον το οποίον εξετάζει, ακούει τα καθέκαστα και μετά ταύτα εκδίδει την απόφασίν του εν πλήρει συνειδήσει. Η διαφορά δηλαδή μεταξύ ανθρώπων και λελεκιών έγκειται, εις το ότι εις εκείνα μεν το συμβούλιον προηγείται, εις ημάς δε έπεται, συγκροτούμενον εις το Κακουργιοδικείον, με πρόεδρον τον προϊστάμενον των ενόρκων. Φαίνεται όμως, ότι ο θεσμός των συμβουλίων τα οποία ημείς έχομεν εισαγάγει εσχάτως, είναι το κυριώτερον στοιχείον του πολιτεύματος των λελεκιών. Άμα, λόγου χάριν, φθάση η 6η Αυγούστου, ημέρα της αναχωρήσεώς των, πάλιν εις συμβούλιον ανατίθεται η εξαίρεσις από το ταξίδι των γέρων και αναπήρων λελεκιών, τα οποία και σκοτώνονται από την Συνέλευσιν. Ορθόν όμως είναι να πληροφορηθούν οι συνάδελφοι βουλευταί, όσοι συλλέγουν στοιχεία κατά του θεσμού των συμβουλίων, ότι και εις το Κράτος των Λελεκιών, όπου λειτουργεί εκ γενετής των το αποκεντρωτικόν αυτό σύστημα, η επιτυχία του είναι υπό μεγάλην αμφισβήτησιν. Λέγουν, επί παραδείγματι, ότι στη Λαμία, εις παλαιάν εποχήν, κάποιος χασομέρης έβαλεν από περιέργειαν στη φωλιά Λελεκιών ένα αυγό χηναριού. Η Λελεκίνα το έκλωσε μαζί με τα δικά της και άμα το εξεκόλαψε και το Λελέκι είδε το μικρό χηνάρι την κατήγγελεν επί κλεψιγαμία. Συνεκροτήθη το αρμόδιον συμβούλιον, ηρεύνησε την υπόθεσιν και εξέδωκεν απόφασιν θανάτου, η οποία και εξετελέσθη υπό τα όμματα πολλών ανθρώπων. - Ο Θεός και η ψυχή τους. - Οι άνθρωποι, βλέπετε, δεν νομίζουν αρκετά τα ερωτικά δράματα που γράφουν αυτοί και άμα τα μαχαίρια τα εδικά των έχουν κεσάτια, βάζουν τα ράμφη των Λελεκιών να δώσουν παρομοίας παραστάσεις.
Αλλ’ ενώ τόσα κοινά σημεία έχομεν με τα Λελέκια, είναι ζήτημα αν άλλος λαός τα κατεδίωξε σκληρότερα. Άμα η Παλαιά Ελλάς ηλευθερώθη, τα άφθονα Λελέκια της απετραβήχθησαν στην Ηπειροθεσσαλίαν. Άμα προσηρτήθη και εκείνη τα πολλά έφυγαν μαζί με τους Τούρκους. Λέγουν ότι είναι φιλότουρκα πουλιά. Αυτό είναι ακριβές. Όχι μόνον τας τουρκικάς πόλεις αγαπούν και προτιμούν, αλλά και τας συνοικίας, ακόμη και τα Τουρκικά σπίτια, αν είναι μικτή η συνοικία. Έχουν τεραστίαν μνήμην και θυμούνται εις ποιο σπίτι βρήκαν ευσπλαγχνίαν και πού θηριωδίαν. Μίαν ή δυο εβδομάδας αφού έπεσαν τα Γιάννενα, η πρώτη επιτροπή των Τούρκων που έγινε και το πρώτο παράπονο που έκαμε ήτο για τους πυροβολισμούς κατά των Λελεκιών. Όταν τα βράδυα ο Χότζας εκαλούσε τους πιστούς εις δέησιν από το ύψος του τζαμιού και τα Λελέκια τον συνώδευαν από τις στέγες με τα πένθιμα εκείνα κτυπήματα του ράμφους των, εφαίνοντο σαν να έκαναν ένα παράπονο στον Αλλάχ!.
- Έφυγες, Αλλάχ, από το Μεσολόγγι, πήγαμε στην Άρτα, ήρθαμε στα Γιάννενα... Από εδώ όμως, Αλλάχ, πολύ μακρυά μας έφυγες... Πού να σε φτάσουμε!
Με το χαμηλοπέταμα
του λέλεκα το βράδυ
την ώρα π’ αργοκίνητο
γυρίζει το κοπάδι...
Ποιος όμως θα ζωγραφίση την πρωινή στράτα του χωραφιού; Εμπρός ο ζευγίτης, πίσω τα βόδια, παραπίσω η γυναίκα με τα τσαπιά, τη χύτρα, τα πανέρια κι’ απ’ επάνω τους τα Λελέκια, άσπρο σύννεφο στη γαλάζια καταχνιά της αυγής. Άμα φθάσουν στο χωράφι, η γυναίκα θα στήση το προσωρινό νοικοκυριό σ’ ένα δένδρο από κάτω, ο γεωργός θα ζέψη τα βόδια του κι άμα εκείνα ξεκινήσουν και τ’ αλέτρι αρχίση να ξεκλειδώνη την Γην, κοπάδι τα Λελέκια θα έρχωνται από πίσω, μαζεύοντα κάμπιες, σκουλήκια, σκαραμπαίους, σκορπιούς, ό,τι τέλος βλαβερόν ερπετόν ή έντομον ανασύρεται με το υνί, από τους κόλπους της αρούρης. Όταν τελείωση η σπορά, ο γεωργός ίσως θα λείπη πότε πότε, αλλά το Λελέκι θα είναι πάντα εκεί από το πρωί, καταδιώκον φίδια, ακρίδες, σαύρες βατράχια, κάθε πληγή της βλαστήσεως. Θαρρεί κανείς ότι τα νύχια του και το ράμφος του εβάφησαν άλικα μέσα εις τας καθημερινάς μάχας, που δίνει με τους εχθρούς της χλωρίδος. Αλλά φαίνεται, ότι κάποιες σταλιές αιμάτων οφείλονται και εις δράματα ερώτων. Μεγάλη ποιητική αφέλεια, ότι τα πουλιά έχουν μόνον τα βάσανα που τους αποδίδει το λαϊκό δίστιχο:
Και τα πουλιά που ’ναι πουλιά
κι αυτείνα έχουνε πάθια,
Παν να βοσκήσουν τον καρπό
και τα τσιμπούν τ’ αγκάθια.
Το πουλί τουλάχιστον αυτό που ζη όλην την ημέραν εντός της φυτικής ζωής, όπου οι γάμοι των υπέρων και των στημόνων γίνονται δίχως όρκους και υποσχέσεις αιωνίας πίστεως, είτε διότι κουρνιάζει επάνω στις καμινάδες των σπιτιών και πιστεύει αληθινά όλα όσα λέγουν οι άνθρωποι, είτε διότι από τα καμπαναριά, εις τα οποία αναπαύεται κάποτε, ακούει την χριστιανικήν επιταγήν «και ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω», έχει τας αυτάς με ημάς ιδέας περί συζυγικής ζωής. Λέγουν μάλιστα, ότι η γυναίκα του τρομοκρατείται από την ζήλειαν του, ότι παραμονεύει την διαγωγήν της και ότι δεν της συγχωρεί κανένα παρατράγουδο. Αλλά φαίνεται, ότι η μοναδική δύναμις την οποίαν έχει να δαμάζη τα φίδια» δεν είναι όση χρειάζεται για να κυβερνήση μίαν γυναίκα, άμα την εγγίση ο πειρασμός. Και γι’ αυτό πολλάκις, μ’ όλην την αυστηρότητα με την οποίαν την παρακολουθεί, μ’ όλην του ακόμη την αντίληψιν, που του δίδουν οι γεωργοί, κατά τους οποίους μαντεύει το μέρος όπου κρύβεται το σκουλήκι, δεν κατορθώνει να προλαμβάνη πάντοτε την σωτηρίαν της συζυγικής του τιμής. Εις όλας τας πόλεις που ζη το πουλί αυτό, έχουν να σας διηγηθούν ερωτικά μακελέματα λελεκιών κοπιαρισμένα επάνω στα περίφημα ελληνικά δράματα τιμής, προσθέτουν μόνον τούτο το ιδιαίτερον μερικοί: Ότι προηγουμένως γίνεται συμβούλιον το οποίον εξετάζει, ακούει τα καθέκαστα και μετά ταύτα εκδίδει την απόφασίν του εν πλήρει συνειδήσει. Η διαφορά δηλαδή μεταξύ ανθρώπων και λελεκιών έγκειται, εις το ότι εις εκείνα μεν το συμβούλιον προηγείται, εις ημάς δε έπεται, συγκροτούμενον εις το Κακουργιοδικείον, με πρόεδρον τον προϊστάμενον των ενόρκων. Φαίνεται όμως, ότι ο θεσμός των συμβουλίων τα οποία ημείς έχομεν εισαγάγει εσχάτως, είναι το κυριώτερον στοιχείον του πολιτεύματος των λελεκιών. Άμα, λόγου χάριν, φθάση η 6η Αυγούστου, ημέρα της αναχωρήσεώς των, πάλιν εις συμβούλιον ανατίθεται η εξαίρεσις από το ταξίδι των γέρων και αναπήρων λελεκιών, τα οποία και σκοτώνονται από την Συνέλευσιν. Ορθόν όμως είναι να πληροφορηθούν οι συνάδελφοι βουλευταί, όσοι συλλέγουν στοιχεία κατά του θεσμού των συμβουλίων, ότι και εις το Κράτος των Λελεκιών, όπου λειτουργεί εκ γενετής των το αποκεντρωτικόν αυτό σύστημα, η επιτυχία του είναι υπό μεγάλην αμφισβήτησιν. Λέγουν, επί παραδείγματι, ότι στη Λαμία, εις παλαιάν εποχήν, κάποιος χασομέρης έβαλεν από περιέργειαν στη φωλιά Λελεκιών ένα αυγό χηναριού. Η Λελεκίνα το έκλωσε μαζί με τα δικά της και άμα το εξεκόλαψε και το Λελέκι είδε το μικρό χηνάρι την κατήγγελεν επί κλεψιγαμία. Συνεκροτήθη το αρμόδιον συμβούλιον, ηρεύνησε την υπόθεσιν και εξέδωκεν απόφασιν θανάτου, η οποία και εξετελέσθη υπό τα όμματα πολλών ανθρώπων. - Ο Θεός και η ψυχή τους. - Οι άνθρωποι, βλέπετε, δεν νομίζουν αρκετά τα ερωτικά δράματα που γράφουν αυτοί και άμα τα μαχαίρια τα εδικά των έχουν κεσάτια, βάζουν τα ράμφη των Λελεκιών να δώσουν παρομοίας παραστάσεις.
Αλλ’ ενώ τόσα κοινά σημεία έχομεν με τα Λελέκια, είναι ζήτημα αν άλλος λαός τα κατεδίωξε σκληρότερα. Άμα η Παλαιά Ελλάς ηλευθερώθη, τα άφθονα Λελέκια της απετραβήχθησαν στην Ηπειροθεσσαλίαν. Άμα προσηρτήθη και εκείνη τα πολλά έφυγαν μαζί με τους Τούρκους. Λέγουν ότι είναι φιλότουρκα πουλιά. Αυτό είναι ακριβές. Όχι μόνον τας τουρκικάς πόλεις αγαπούν και προτιμούν, αλλά και τας συνοικίας, ακόμη και τα Τουρκικά σπίτια, αν είναι μικτή η συνοικία. Έχουν τεραστίαν μνήμην και θυμούνται εις ποιο σπίτι βρήκαν ευσπλαγχνίαν και πού θηριωδίαν. Μίαν ή δυο εβδομάδας αφού έπεσαν τα Γιάννενα, η πρώτη επιτροπή των Τούρκων που έγινε και το πρώτο παράπονο που έκαμε ήτο για τους πυροβολισμούς κατά των Λελεκιών. Όταν τα βράδυα ο Χότζας εκαλούσε τους πιστούς εις δέησιν από το ύψος του τζαμιού και τα Λελέκια τον συνώδευαν από τις στέγες με τα πένθιμα εκείνα κτυπήματα του ράμφους των, εφαίνοντο σαν να έκαναν ένα παράπονο στον Αλλάχ!.
- Έφυγες, Αλλάχ, από το Μεσολόγγι, πήγαμε στην Άρτα, ήρθαμε στα Γιάννενα... Από εδώ όμως, Αλλάχ, πολύ μακρυά μας έφυγες... Πού να σε φτάσουμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου