29/10/09

Ιστορίες για αρκούδες...

Ο Οσκαρ παίζει στην αυλή
Του DARCY FREY / The New York Times


Στο Ουίσλερ του Καναδά, οι κάτοικοι εδώ και πολλά χρόνια ζουν μαζί με τις αρκούδες. Τι γίνεται όμως όταν τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου; Τότε επιστρατεύονται οι ειδικοί ψυχολόγοι συμπεριφοράς, τα σώματα ασφαλείας, οι ίδιοι οι κάτοικοι. Oχι για να κυνηγήσουν, αλλά για να εκπαιδεύσουν τις αρκούδες να ξαναμάθουν να φοβούνται τον άνθρωπο.

Oι αρκούδες είναι οι τακτικότεροι επισκέπτες του Ουίσλερ, μαζί με τους τουρίστες, που καταφθάνουν κάθε χρόνο στο θέρετρο, 125 χλμ. βόρεια του Βανκούβερ. Oταν τη δεκαετία του '60 κατασκευάστηκε το πρώτο κατάλυμα στην περιοχή, όλα έγιναν σωστά - δεν κατέστρεψαν το περιβάλλον. Κανείς όμως δεν μπορούσε να φανταστεί μία ακόμη συνέπεια - άγριες αρκούδες τόσο συμφιλιωμένες με την ανθρώπινη παρουσία που οι βιολόγοι λένε πως δεν έχουν ξαναδεί. Αρκούδες που ανοίγουν τις πόρτες των φορτηγών και κάθονται αναπαυτικά στη θέση του συνοδηγού. Αλλες που παρελαύνουν μαζί με το πλήθος στην εθνική επέτειο. Αρκούδες στις παμπ, στα ξενοδοχεία, στους αγρούς, στα υπόγεια γκαράζ. Οι κάτοικοι γνωρίζουν ότι μόνο μια φορά προκλήθηκε στην πόλη τους ζημιά από αρκούδα, γι' αυτό ανέχονται τα καπρίτσια τους και μάλιστα είναι και περήφανοι γι' αυτές. Η Τζούνιπερ, ο Μπέρι, ο Οσκαρ και η παρέα τους αποτελούν κομμάτι της μικρής πόλης.
Το Ουίσλερ έχει σήμερα 9.000 μόνιμους κατοίκους. Δύο εκατομμύρια τουρίστες επισκέπτονται το χρόνο τα πολυτελή καταλύματα της περιοχής κυρίως για να κάνουν σκι - η πόλη πρόκειται να φιλοξενήσει αγωνίσματα των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2010. «Kατοικείται» επίσης και από 100 μαύρες αρκούδες που κινούνται στα γύρω βουνά και την κοιλάδα. Δεκατέσσερις από αυτές έχουν ήδη καταγραφεί και φορούν κολάρο με μικροπομπό. Η βιολόγος και ειδικός στη συμπεριφορά της αρκούδας Λόρι Χόμστολ κάθε πρωί κάνει περιπολίες με το εξοπλισμένο φορτηγάκι της. Μια μέρα ακολουθώντας το σήμα έφθασε σε ένα πάρκο γεμάτο οικογένειες που έκαναν πικ - νικ. Εντόπισε μια αρκούδα 180 κιλών, τον Κομόρ, να κρύβεται πίσω από μία βρύση μόλις 15 μέτρα μακριά. Και ο Κομόρ δεν ήταν ο μόνος. Σε ένα δασάκι 10 μίλια βόρεια από την πόλη βρήκε τον Μπλου, μια γέρικη και σημαδεμένη από τις μάχες αρκούδα που είχε πρόσφατα μεταφερθεί σε μια προσπάθεια να τον κρατήσουν μακριά.
Από το 1999 η κοινότητα του Ουίσλερ προσπαθεί να λύσει τις διαφορές της με τις αρκούδες χωρίς να καταφύγει στη «διαχείριση μέσω ύπνωσης» - στη νάρκωση δηλαδή των θηλαστικών από ειδικευμένους φρουρούς που τα πυροβολούν με ένα βέλος που περιέχει ναρκωτικό. Ο φόβος των ανθρώπων για τις αρκούδες δεν δικαιολογείται από τους αριθμούς. Σε πληθυσμό 900.000 αρκούδων σημειώνεται μόνο ένας σοβαρός τραυματισμός ανθρώπου κατ' έτος. Στη συνάντηση αρκούδας - ανθρώπου αυτός που διατρέχει κίνδυνο είναι συνήθως η αρκούδα.
Μαθήματα εκατέρωθεν.
Η κοινότητα του Ουίσλερ έχει μέχρι σήμερα ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια προσπαθώντας να περιφράξει τα σκουπίδια της και να μάθει τους κατοίκους του πώς να συμπεριφέρονται μπροστά στις αρκούδες διδάσκοντάς τους τον κώδικα επικοινωνίας των ζώων (κυριαρχία, στάση του σώματος, κοίταγμα στα μάτια).
Επιπλέον για τρία καλοκαίρια δούλεψε στην πόλη μια ομάδα βιολόγων, οι οποίοι προσπάθησαν να διδάξουν τις αρκούδες αυτά που η συμβίωση με τον άνθρωπο τις έκανε να ξεχάσουν: ότι οι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι και καλά θα κάνουν να το βάζουν στα πόδια όταν τους βλέπουν. Γι' αυτό και χρησιμοποιούν σφεντόνες και βόλους κάθε φορά που εντοπίζουν μια αρκούδα να έχει χώσει τη μουσούδα της στα σκουπίδια. Παρ' όλα αυτά, οι αρκούδες του Ουίσλερ εξακολουθούν να μη φοβούνται τους ανθρώπους. Στα μέσα Νοεμβρίου, σε 90 περιπτώσεις αρκούδες προσπάθησαν να «επισκεφθούν» σπίτια, σε 50 περιπτώσεις το κατάφεραν. Τη χρονιά που διανύουμε οι φρουροί σκότωσαν εννέα αρκούδες, έξι επτά ακόμη χτυπήθηκαν από αυτοκίνητο και πέθαναν.
Γιατί οι αρκούδες διάλεξαν το Ουίσλερ;
Με τον περιορισμό του άναρχου κυνηγιού και την απαγόρευση της χρήσης παγίδων, ο πληθυσμός της μαύρης αρκούδας διπλασιάσθηκε σχεδόν από το 1950 στη Βόρειο Αμερική.
Ο ανθρώπινος πληθυσμός αυξάνεται, παράλληλα, καταλαμβάνοντας όλο και περισσότερο τον βιότοπο της αρκούδας. Οταν οι μπουλντόζες άρχισαν να ξεριζώνουν δέντρα και να δημιουργούν τουριστικά θέρετρα, όχι μόνο κατέλαβαν τα μέρη όπου οι αρκούδες έβρισκαν τροφή, τους δρόμους που ταξίδευαν αλλά και τους τόπους όπου έκαναν τις φωλιές τους.
Με τον τρόπο αυτό, τις ώθησαν προς τις κατοικημένες περιοχές. Αυτό που διαφοροποιεί το Ουίσλερ είναι η σχεδόν δρυϊδική αφοσίωση των κατοίκων στα δένδρα. Σε μια πόλη με πολλά δένδρα οι αρκούδες μπορούν να μπουν κρυφά, ακόμα και λίγα μέτρα από τους πεζόδρομους του χωριού, χωρίς να γίνουν αντιληπτές. Οταν εμφανίζονται, υπάρχει συνήθως δίπλα ή πίσω τους κάποιο δένδρο στο οποίο μπορούν να κρυφτούν σε περίπτωση ανάγκης.
Μόνο σε ανάγκη προτιμούν το ανθρώπινο φαγητό.
Εμείς οι άνθρωποι πιστεύουμε λανθασμένα ότι όταν μια αρκούδα δοκιμάσει ανθρώπινη τροφή την θεωρεί πολύ νόστιμη. Κι όμως, δεν είναι σωστό. Οι αρκούδες προτιμούν τα άγρια φρούτα του δάσους, όταν και όσο τα βρίσκουν. Η βιολόγος Λυν Ρότζερς, η οποία έχει δουλέψει με τις μαύρες αρκούδες της Μινεσότα διευκρινίζει ότι, ακόμα κι αν έχουν εύκολη πρόσβαση σε ανθρώπινη τροφή, τα θηλαστικά αυτά προτιμούν να ψάξουν μυρμήγκια και φύλλα της κάλλας, του φυτού που προτιμούν. Ο Στέφεν Χερέρο, περιβαλλοντολόγος στο Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι και συγγραφέας του εξαιρετικού έργου «Επιθέσεις της Αρκούδας: Οι λόγοι που τις προκαλούν και οι τρόποι αποφυγής τους», αναφέρει μια παρόμοια μελέτη που έγινε στο Εθνικό Πάρκο του Γέλοου Στόουν. Σε αυτήν αποδεικνύεται ότι οι συγκρούσεις αρκούδας και ανθρώπου μειώνονται όταν υπάρχουν άφθονα καρύδια. Αντίθετα, όταν η φυσική τους τροφή σπανίζει είτε λόγω καταστροφών, όπως η παρατεταμένη ξηρασία, είτε λόγω επέκτασης των κατοικημένων περιοχών, οι αρκούδες απελπίζονται και αρχίζουν να ψάχνουν ανθρώπινες τροφές και σκουπίδια.
Τα κυρίαρχα αρσενικά φαίνεται ότι ελέγχουν ό,τι απέμεινε από τον φυσικό τους βιότοπο στην περιοχή του Ουίσλερ. Οι μητέρες με τα μικρά τους ή όσα μόλις απογαλακτίσθηκαν αλλά και όσες αρκούδες είναι ανήμπορες να κυνηγήσουν, κατευθύνονται προς τις πόλεις. «Κουμάντο στις μαύρες αρκούδες κάνει ο φόβος και το φαγητό. Ο φόβος είναι πολύ σημαντικός», λέει η Ρότζερς, «δεν θέλουν τη σύγκρουση. Αλλά θα ξεπεράσουν το φόβο τους για να φάνε».
Δύο φόνοι που δίχασαν την πόλη.
Στους κύκλους των περιβαλλοντολόγων συχνά θεωρείται επιτυχία όταν τα ζώα βρίσκουν τρόπους να ζήσουν και να κινηθούν στο αλλαγμένο, συχνά κατεστραμμένο, από τον άνθρωπο τοπίο. Ομως τα ζώα συχνότερα βρίσκονται σε δύσκολη θέση γιατί αυτό που μοιάζει με τον ιδανικό βιότοπο, κρύβει άπειρους κινδύνους. Με όλους αυτούς τους τενεκέδες και τα σκουπίδια, το Ουίσλερ πρέπει να φάνηκε στα μάτια της 3χρονης Τζούνιπερ και του γιου της Μπέρι (7 μηνών) ως ο ποθούμενος βιότοπος. Οι δύο αρκούδες μπήκαν πέρυσι τον Ιούλιο από το ανοιχτό παράθυρο σε ένα σπίτι, ενώ οι κάτοικοί του βρίσκονταν στον επάνω όροφο. Πριν προλάβει να φθάσει ο φρουρός με έναν αστυνομικό, και οι δύο είχαν βγει από το σπίτι και μάλιστα ο Μπέρι, που ζύγιζε 10 κιλά, είχε σκαρφαλώσει σ' ένα δένδρο. Ομως, η Τζούνιπερ είχε ήδη προκαλέσει ζημιές στην ιδιοκτησία και, σύμφωνα με την άποψη του φρουρού, το αρκουδάκι ήταν πιθανόν από, δω κι εμπρός να συνδέει τους ανθρώπους με την τροφή και να γίνει επιθετικός μεγαλώνοντας. Ακολουθώντας το γράμμα του νόμου για τις αρκούδες που έχουν εισβάλει σε κατοικία ή αυτές που δυνητικά θα μπορούσαν να τραυματίσουν άνθρωπο, ο φρουρός και ο αστυνομικός σκότωσαν και τις δύο αρκούδες.
Ο φόνος της Τζούνιπερ και του Μπέρι άνοιξε τους κρουνούς του θυμού. Οι περισσότεροι στράφηκαν κατά του φρουρού και του αστυνομικού. «Είναι άραγε η θανατική ποινή, χωρίς δίκη και ενόρκους, η κατάλληλη απάντηση σε μια αρκούδα που απλώς προσπαθεί να φάει;», αναρωτιέται η Σύλβια Ντόλσον διευθύντρια της τοπικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας προστασίας της αρκούδας «Εξυπνη Δράση».
Βλέποντας τον φρουρό που πυροβόλησε τις αρκούδες, ένας εξαγριωμένος κάτοικος τού φώναξε: «Ωστε εσύ είσαι ο τύπος που σκότωσε τις αρκούδες». Ο φρουρός ανταπάντησε: «Οχι, εγώ απλώς πάτησα τη σκανδάλη. Εσείς, τα μέλη της κοινότητας που δεν φροντίζετε να φυλάσσετε σωστά τα σκουπίδια σας, εσείς σκοτώσατε τις αρκούδες». Το μήνυμα ελήφθη. Από τότε, όταν οι κάτοικοι έβλεπαν κάποιον που δεν διαχειριζόταν σωστά τους κάδους, τηλεφωνούσαν και τον κατήγγελλαν στην κοινότητα. Ο φρουρός είχε βέβαια και τους υπερασπιστές του, ακόμη και ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται και για τις αρκούδες. «Συνεργάζομαι με τους τύπους αυτούς καθημερινά», είπε η Χόμστολ, «και ξέρω καλά ότι δεν τους αρέσει να σκοτώνουν τα ζώα. Είναι αλήθεια ότι το μόνο χειρότερο από το να σκοτώσεις μια αρκούδα είναι να πρέπει να εξηγήσεις γιατί δεν σκότωσες την αρκούδα που σκότωσε ένα τρίχρονο παιδί».
H δολοφονία της Tζούνιπερ και του Μπέρι οδήγησαν σε μια μεγάλη σύσκεψη των παραγόντων της πόλης, ένα μήνα μετά το συμβάν. Πήραν μέρος μέλη της τοπικής αυτοδιοίκησης, της εταιρείας προστασίας της μαύρης αρκούδας, της εταιρείας που έχει αναλάβει τη διαχείριση των σκουπιδιών, εκπρόσωπος της Ολυμπιακής Επιτροπής, ο αξιωματικός των φρουρών της αρκούδας, η οργάνωση προστασίας της αρκούδας «Εξυπνη Δράση», και η Βασιλική Καναδική Εφιππη Αστυνομία. Η σύσκεψη κράτησε τρεις ώρες, μέσα σε βαριά ατμόσφαιρα λόγω του φόνου των δύο αρκούδων. Ποιο πρέπει να είναι το «πρωτόκολλο θανάτωσης»; Τι συμβαίνει αν μια αρκούδα μπει σε ανθρώπινη ιδιοκτησία χωρίς να προκαλέσει καταστροφές; Μήπως θα έπρεπε οι φρουροί να συμβουλεύονται την Οργάνωση για τις αρκούδες του Ουίσλερ πριν σκοτώσουν κάποια αρκούδα; Αυτό σήμαινε ότι θα καταργηθεί η «διακριτική» ευχέρεια των φρουρών ή ότι απλώς θα γίνεται κάποιος έλεγχος; Η συζήτηση στράφηκε στην προστασία από την αρκούδα. Με ποιους τρόπους θα τις απέτρεπαν από το να εισβάλλουν στο χώρο; Με σωστά προφυλαγμένα σκουπίδια, με ηλεκτροφόρα σύρματα; Με πόρτες, κλειδαριές κ.λπ. «Τα φρούτα του δάσους ωριμάζουν αυτή τη στιγμή στα 1.000 μέτρα», είπε ο Αρθουρ ντε Γιόνγκ, ο περιβαλλοντικός υπεύθυνος του συγκροτήματος του σκι. «Αν έχουμε ήλιο ώς το τέλος Αυγούστου, τα πράγματα μάλλον θα εξελιχθούν θετικά. Τα άφθονα φρούτα σπάνια θα οδηγήσουν τις αρκούδες στις κατοικημένες περιοχές. Αν όμως τα φρούτα καταστραφούν, τότε θα βλέπουμε τις αρκούδες μπροστά μας ώς τον Οκτώβριο». Κι όπως όλοι επεσήμαναν οι «συγκρούσεις» είναι πιο συχνές την άνοιξη, όταν οι αρκούδες χρειάζονται περισσότερη τροφή. Στη ζωή και στο θάνατο οι αρκούδες στοιχειώνουν το Ουίσλερ, βάζοντας σε δοκιμασία την απόφαση της πόλης να τις αντιμετωπίσει χωρίς να καταφύγει στη σφαγή.
Η γλώσσα της αρκούδας.
Λίγο πριν φύγω από το Ουίσλερ, πήγα ένα απόγευμα με τη βιολόγο Λόρι Χόμστολ στο γήπεδο του πέιντ μπολ (που «συχνάζουν» αρκετές αρκούδες) για να παρακολουθήσω τα πειράματά της. Οταν πλησιάσαμε πολύ μια αρκούδα, αυτή ρουθούνισε και έκανε ένα βήμα προς εμάς. «Βλέπεις, έκανε μια επίθεση-μπλόφα», μου εξήγησε η βιολόγος. Οταν συναντήσαμε μια άλλη αρκούδα, εκείνη χτύπησε τα σαγόνια της και ξεφύσησε. «Είναι κλασική αντίδραση. Μας λέει: κάνετε πίσω, ήρθατε πολύ κοντά. Αν συνεχίσετε ή θα το βάλω στα πόδια ή θα σας επιτεθώ».
Αργότερα, περπατούσαμε στο δάσος πάνω από το γήπεδο του πέιντ μπολ όταν παρατηρήσαμε μια αρκούδα που έτρωγε. Μόλις μας είδε, άρχισε να γλείφεται. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν μόνο έξι μέτρα, γι' αυτό και η δρ Χόμστολ μου ψιθύρισε να κάνουμε μεταβολή και να απομακρυνθούμε. Ετσι και κάναμε. Οταν έπειτα από λίγο, έριξα μια κλεφτή ματιά, η αρκούδα ήταν 4 μέτρα πίσω μας «παγωμένη». Συνεχίσαμε να υποχωρούμε. Η απόσταση είχε μειωθεί στα τρία μέτρα, ενώ η αρκούδα ήταν σταματημένη έχοντας πάντα οπτική επαφή με εμάς. Με έναν περίεργο τρόπο συνέχισε να μας παρακολουθεί από κοντά, χωρίς όμως ποτέ να καταφέρουμε να την δούμε να κινείται. Τι σημαίνει αυτή η συμπεριφορά, ρώτησα. «Δεν έχω ιδέα», μου απάντησε η δρ Χόμστολ, βαδίζοντας αργά προς το φορτηγό της. «Ούτε όμως θέλω να μείνω για να μάθω».

Κυνηγώντας τον Οσκαρ.
Ο Οσκαρ, ένας αρκούδος 50 κιλών, δυσκολευόταν ιδιαίτερα να βρει την τροφή του καθώς οι μεγαλύτερες τον έδιωχναν. Ετσι «εγκαταστάθηκε» στην πόλη. Η δρ Χόμστολ και οι βοηθοί της έμειναν έκπληκτοι από τη συμπεριφορά του. Οταν προσπάθησαν να μετρήσουν την απόσταση που χρειαζόταν να τον χωρίσει από τους ανθρώπους, πριν το βάλει στα πόδια, τον πλησίασαν στα 3 μέτρα και πάλι δεν έκανε βήμα. «Μας βλέπει σαν φόντο», είπε ο βοηθός της Χόμστολ. Μέρα - νύχτα τον ακολουθούσαν βήμα βήμα προσπαθώντας να του ξαναγεννήσουν τον φυσιολογικό φόβο για τον άνθρωπο. Πετώντας του βόλους επί πέντε 24ωρα κατάφεραν να τον επαναφέρουν. Μετά την 5ήμερη εκπαίδευση, ο Οσκαρ για μια εβδομάδα φερόταν… σαν φυσιολογικός αρκούδος. Επειτα από λίγο όμως, «ξέχασε» την εκπαίδευση και άρχισε να μπαίνει ξανά σε σπίτια. «Ο καημένος ο Οσκαρ!», λέει η δρ Χόμστολ, «αν τον βρίσκαμε όταν ήταν νεότερος…». Η ομάδα άρχισε και πάλι να τον κυνηγάει (και εγώ μαζί τους). Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα πως αν υπάρχει Θεός, θα γελούσε βλέποντας 3 βιολόγους, έναν δημοσιογράφο, έναν σκύλο και μια αρκούδα να τρέχουν γύρω γύρω κυνηγώντας ο ένας τον άλλον χωρίς αποτέλεσμα! Απ' ό,τι έμαθα, οι ειδικευμένοι φρουροί κατάφεραν να τον ναρκώσουν μετά ένα μήνα και να τον μεταφέρουν σε μια περιοχή, 5 μίλια νότια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: