Quercus
suber είναι η επιστημονική ονομασία της "Φελλοφόρου Βελανιδιάς", ενός
θαυμαστού δέντρου από το οποίο προέρχεται ο γνωστός μας φελλός. Μαζί με την
ελιά θεωρούνται ως τα πολυτιμότερα δένδρα της λεκάνης της Μεσογείου, συχνά
αποκαλούμενα “χρυσοφόρα” δένδρα. Η χρυσοφορία της φελλοφόρου βελανιδιάς, οφείλεται στο φλοιό
της με τις μοναδικές μονωτικές του ιδιότητες, την ελαστικότητά του και το μικρό
βάρος. Η φυσική εξάπλωση του είδους είναι κυρίως στην Ιβηρική χερσόνησο
(Πορτογαλία, Ισπανία), αλλά φύεται και
σε άλλες χώρες, όπως Iταλία, Γαλλία,
Μαρόκο και Αλγερία. Εκτεταμένες αναδασώσεις εφαρμόστηκαν και σε άλλες
ευρωπαϊκές χώρες, όπως Ρωσία και Βουλγαρία (1950).
Η
φελλοφόρος δρυς είναι είδος φωτόφιλο, θερμοξηρόβιο, προσαρμοσμένο στο μεσογειακό κλίμα, ανθεκτικό
στις πυρκαγιές και ευδοκιμεί σε πυριτικά εδάφη, ενώ αποφεύγει τα αργιλώδη και
αυτά τα οποία εδράζονται επί ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Είναι ένα ποικιλόμορφο
είδος, το οποίο αρχίζει να ανθοφορεί σε ηλικία 15-20 ετών και εμφανίζεται με
πολλές ποικιλίες στα φύλλα και στους καρπούς. Οι κυριότεροι παράγοντες που
επηρεάζουν την εξάπλωση του είδους, είναι η θερμοκρασία και το ύψος βροχής. Δεν
αντέχει σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (-15ο C) και παρουσιάζει τη
μεγαλύτερη απόδοση σε υγρές και βροχερές περιοχές (μέσο ετήσιο ύψος
κατακρημνισμάτων 600-800 mm) με μικρή ξηροθερμική περίοδο.
—Χρήσεις.
Παραγωγή
φελλού.
Το
κύριο προϊόν της φελλοφόρου δρυός είναι ο φελλός, που παράγεται από τον
εξωτερικό φλοιό, ο οποίος αναπτύσσεται σε μεγάλο πάχος και αφαιρείται περιοδικά,
αναπαραγόμενος από το δένδρο. Η αφαίρεση αρχίζει όταν το δένδρο έχει διάμετρο
20-25 εκ. και επαναλαμβάνεται
κάθε 8-10 έτη, ως μία ηλικία 150-300 ετών. Πάνω από το 52% της παγκόσμιας
παραγωγής φελλού παράγεται στην Πορτογαλία. Η μέση παραγωγή φελλού σε παγκόσμια
κλίμακα υπολογίζεται σε 150 χλγ. ξηρού βάρους φλοιού ανά στρέμμα και δεκαετία,
ωστόσο, στη βιβλιογραφία αναφέρονται περιπτώσεις με υψηλότερες αποδόσεις (200
έως 500 χλγ./10ετία).
Παραγωγή
τεχνικού ξύλου.
Το
ξύλο της φελλοφόρου δρυός είναι όμοιο στη δομή με την αριά (Q. ilex) και την
ευθύφλοιο δρυ (Q. cerris). Γενικά, το ξύλο δουλεύεται εύκολακαι δίνει ένα πολύ
ωραίο φινίρισμα. Οι κύριες τεχνικές εφαρμογές του είναι στην επιπλοποιία,
βιομηχανία παρκέτων, βαρελοποιία, κατασκευή κόντρα-πλακέ και διακοσμητικού
καπλαμά.
Συνδυασμένη
παραγωγή προϊόντων.
Η
φελλοφόρος δρυς είναι κατάλληλο είδος για συστήματα χρήσης γης που συνδυάζουν
την παραγωγή δασικών προϊόντων και βοσκήσιμης ύλης (δασολιβαδικό σύστημα) ή την
παραγωγή δασικών και γεωργικών προϊόντων και βοσκήσιμης ύλης (αγροδασολιβαδικό
σύστημα). Σε τέτοια συστήματα παράγονται ταυτόχρονα στη μονάδα επιφάνειας
βοσκήσιμη ύλη, καυσόξυλα, κάρβουνο,
φελλός, ξυλεία, βελανίδια, τανίνη και κτηνοτροφικά προϊόντα. Ενδεικτικά
αναφέρουμε ότι ένα τέτοιο σύστημα χρήσης γης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως
βοσκότοπος τα δύο πρώτα έτη και στο τρίτο έτος να σπαρθεί με δημητριακά, τα
οποία θερίζονται το επόμενο έτος. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται εισόδημα από
τα πρώτα έτη της φυτείας και όχι μετά από 20-25 έτη που θα αρχίσουν να
παράγονται τα δασικά προϊόντα.
—Ο "χρυσός" φελλός!
Ο
φελλός επιφέρει υψηλά οικονομικά οφέλη, διότι είναι ένα ασυναγώνιστο προϊόν με
φυσικές και μηχανικές ιδιότητες (ελαφρότητα, αδιαπερατότητα, κακή αγωγιμότητα,
αντοχή στην τριβή, ανθεκτικότητα στην καύση κ.ά.) και έχει ευρείες εφαρμογές
(π.χ. σανδαλοποιία, οινοποιία, χειροτεχνία,
οικοδομικές κατασκευές). Σήμερα μεγάλη ώθηση στην ευρύτερη χρήση του φελλού,
έδωσε η δυνατότητα θρυμματισμού και άλεσης του φλοιού (φυσικού φελλού) και
συγκόλλησης των τεμαχίων. Με τον τρόπο αυτό παράγονται και σύνθετα προϊόντα
φελλού (θρυματοφελλός, composition cork), όπως συνθετικά μηχανών (φλάντζες),
μονωτικές πλάκες (corkboard) που χρησιμοποιούνται ευρύτατα σε ψυγεία και πολλές
κατασκευές για θερμική και ηχητική μόνωση. Δε βρέθηκαν μέχρι σήμερα
υποκατάστατα στις βιομηχανίες κρασιού, φαρμάκων, αυτοκινήτων που να
ανταγωνίζονται το φυσικό φελλό. Εξάλλου, η χημική βιομηχανία παραγωγής
υποκατάστατων του φελλού βρίσκεται σε μειονεκτική θέση με την εξάντληση των
αποθεμάτων πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα που αποτελούν τα βασικά υλικά
παραγωγής.
—Τι
κάνει τον φελλό ξεχωριστό;
Η
ιδιαίτερη δομή του φελλού του προσδίδει ένα αριθμό φυσικών ιδιοτήτων, όπως:
Ελαφρότητα:
Ο φελλός κατασκευάζεται από συμπαγή δομή με περίπου 36 εκατομμύρια κύτταρα ανά
τετραγωνικό εκατοστό, γεμισμένα με άζωτο και οξυγόνο, τα οποία αποτελούν το
89.7% της ύλης του. Ο κενός κυτταρικός όγκος αποτελεί σχεδόν το 90% του
υπόλοιπου, γεγονός που του προσδίδει την ιδιότητα της επίπλευσης, καθιστώντας
τον φελλό, από την αρχαιότητα ακόμα, εξαιρετικό υλικό για την κατασκευή
σημαδούρων θαλάσσης και διχτυών αλιείας.
Ελαστικότητα:
Λόγω της ευκαμψίας των μεμβρανών τους, τα κύτταρα λειτουργούν ως μικροσκοπικά
μαξιλάρια που επαναποκτούν το σχήμα τους μετά από συμπίεση δίνοντάς του την
ικανότητα να απορροφά τους κραδασμούς.
Στεγανότητα:
Η στεγανότητα οφείλεται όχι μόνο στην πίεση των πόρων από τα αέρια μέσα στα
κύτταρα, αλλά και στην συγκέντρωση μεγάλης ποσότητας λιπαρών ουσιών στις
μεμβράνες του φελλού (σουβερίνη, κερίνη, κτλ.)
Μόνωση:
Η σουβερίνη, κάνει το φελλό αδιάβροχο, γεγονός που επιτρέπει στα κύτταρα να
γεμίσουν με αέρα και να αποκτήσουν μια ικανότητα μόνωσης από υγρά και αέρια.
Επίσης η συμπαγής δομή του τον κάνει εξαιρετικό ηχομονωτικό υλικό.
Αδράνεια:
Ως νεκρός ιστός ο φελλός μπορεί να θεωρηθεί ως αδρανής ουσία, χωρίς οσμή ή
γεύση. Επομένως, έχει υψηλή υγειονομική αξία, χαρακτηριστικό που εκμεταλλεύεται
επί το πλείστον η βιομηχανία πωμάτων για φιάλες, ιδίωςκρασιού.
Αντοχή:
Ο φελλός είναι ένα πολύ ανθεκτικό υλικό μεγάλης αντοχής με αξιοσημείωτη
ικανότητα να διατηρεί ή να εξασφαλίζει τις αρχικές του ιδιότητες αμετάβλητες.
Αντέχει σε πολύ υψηλές και πολύ χαμηλές θερμοκρασίες .Θα μπορούσαμε να τον
θεωρήσουμε ως αναλλοίωτο και άφθαρτο υλικό.
Με
ειδική κατεργασία, χωρίς κανένα χημικό προϊόν, χωρίς κοπή δέντρων, χωρίς
δημιουργία αποβλήτων και με δυνατότητα ανακύκλωσης, αυτό το φυσικό προϊόν
μετατρέπεται σε ένα υλικό με πάρα πολλές χρήσεις.
—Η
συγκομιδή.
Η
διαδικασία της συγκομιδής του φελλού είναι σχετικά απλή και είναι γνωστή ως διαδικασία της «αποκάλυψης» κατά την οποία
ο φλοιός αποσπάται από τον κορμό.
Χρησιμοποιώντας
ένα μικρό, καμπυλωτό τσεκούρι, οι Πορτογάλοι εργάτες αφαιρούν το φελλό με
αξιοσημείωτη ταχύτητα και μαεστρία, εργασία δύσκολο να εκτελεστεί με
διαφορετικά, πιο λεπτεπίλεπτα ή πολύπλοκα στο χειρισμό εργαλεία. Η διαδικασία
εκτελείται με προσοχή και φροντίδα, καθώς οποιοσδήποτε τραυματισμός του δέντρου
θα μπορούσε να προκαλέσει την προσβολή από μολύνσεις.
Παράλληλα,
ο εκτεθειμένος κορμός διατηρεί την ικανότητα επαναδημιουργίας ενός νέου
στρώματος φελλού. Η πρώτη συγκομιδή του φελλού γίνεται στα 25 χρόνια του
δέντρου και έπειτα συλλέγεται κάθε εννέα χρόνια, πάντα κατά τους θερινούς
μήνες.
—Φελλός
και βιοποικιλότητα.
Οι
δασώδεις εκτάσεις της φελλοφόρου βελανιδιάς αποτελούν κατοικία εξαιρετικών
ειδών του ζωικού βασιλείου. Πάνω από 160 είδη πουλιών, 24 είδη ερπετών, 37 είδη
θηλαστικών (κάποια από τα οποία υπό εξαφάνιση, όπως ο Ιβηρικός Λύγκας και ο
Ιβηρικός Αυτοκρατορικός Αετός) βρίσκουν τροφή και καταφύγιο σε αυτές.
Πρόκειται
επίσης από τις πλέον πλούσιες και πυκνές σε βλάστηση εκτάσεις παγκοσμίως (πάνω
από 135 είδη ανά τετραγωνικό μέτρο) μετά τις Τροπικές Άνδεις. Το Δίκτυο Natura
2000, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο που ταξινομεί τις φυσικές περιοχές που χρήζουν
προστασίας και διατήρησης, θεωρεί πως οι εκτάσεις της φελλοφόρου βελανιδιάς
διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στη διατήρηση της βιοποικιλότητας.
Τέλος,
σύμφωνα με υπολογισμούς τα φελλοφόρα δάση συγκρατούν πάνω απο 10 εκατομμύρια
τόνους CO2 ετησίως.
Στις
χώρες παραγωγής, η φελλοφόρος βελανιδιά προστατεύεται από τη νομοθεσία ώστε να
διασφαλιστεί η καλή κατάσταση των πολύτιμων δασών, να προστατευτεί η
βιοποικιλότητα, αλλά και η παραγωγή φελλού. Οι πιο σημαντικοί νόμοι απαγορεύουν
την αφαίρεση φελλού από τα νεαρά και γηραιά δέντρα, καθώς επίσης και από το
ίδιο δέντρο σε διάστημα μικρότερο των εννέα ετών από την τελευταία συγκομιδή.
—Προοπτικές για τη χώρα μας!
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν φυσικές συστάδες της φελλοφόρου δρυός. Ωστόσο, πολλές περιοχές έχουν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξή της και θα μπορούσαν να δημιουργηθούν τεχνητές φυτείες. Για τέτοιες φυτείες, κατάλληλες είναι οι παραθαλάσσιες, ημιορεινές και ορεινές περιοχές (ετήσια βροχόπτωση 600-800 mm), με μικρή διάρκεια ξηροθερμικής περιόδου. Παρουσιάζει μεγάλο εύρος ανοχής σε φυσικές και εδαφικές ιδιότητες εδάφους, ωστόσο, ενδείκνυται να φυτεύεται σε εδάφη ελαφρώς όξινα (pH: 4,5-6,0), χαλαρά και αμμώδη με χαμηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και ασβέστιο.
Αναμενόμενα οφέλη.
Η δημιουργία φυτειών με φελλοφόρο δρυ στη χώρα μας κρίνεται οικονομικά σκόπιμη, διότι θα εξασφαλισθεί η παραγωγή ενός ακριβού υλικού (φελλού) μακροπρόθεσμα και θα μειωθεί σημαντικά η εισαγωγή φελλού από άλλες χώρες. Η εκφλοίωση και η απόληψη του φελλού θα γίνει όταν το δένδρο θα φτάσει σε ηλικία 25-30 ετών και η περίμετρος στο στηθιαίο ύψος θα ξεπεράσει τα 60 εκ. Στη συνέχεια οι απολήψεις του φελλού θα επαναλαμβάνονται κάθε 8-10 έτη και θα συνεχίζονται για πολλά έτη (ηλικία δένδρου 150-300 έτη). Για τη χώρα μας υπολογίζεται ότι, σε περιοχές με κατάλληλες κλιματικές και εδαφικές συνθήκες, η παραγωγή του φελλού θα ξεπεράσει τα 100 χλγ. ξηρού βάρους φλοιού/στρέμμα.
Είναι προφανές ότι η δημιουργία φυτειών αποκλειστικά και μόνο για παραγωγή φελλού είναι αποθαρρυντική εξαιτίας της μεγάλης καθυστέρησης εσόδων. Για το λόγο αυτό, η δημιουργία συστάδων φελλοφόρου δρυός που συνδυάζουν την παραγωγή ποικίλων προϊόντων, είναι τα πλέον κατάλληλα συστήματα χρήσης γης. Η αειφόρος διαχείριση αυτών των συστημάτων, σύμφωνα με τις αρχές της πολυλειτουργικότητας, θα συμβάλλει στην προστασία του εδάφους, των υδάτων, της ατμόσφαιρας, καθώς και της ποικιλομορφίας των ειδών και των χαρακτηριστικών των δασικών τοπίων, αλλά και στην αύξηση του εισοδήματος των κατοίκων των ημιορεινών και ορεινών μειονεκτικών περιοχών.
—Συνδοιασμένη καλλιέργεια με την τρούφα!
Η τρούφα είναι ένα μανιτάρι, που μεγαλώνει κάτω από το
έδαφος (5-30 cm), συμβιώνοντας με το ριζικό σύστημα ορισμένων δένδρων (αριά,
πουρνάρι, βελανιδιά, ρουπάκι, οστρυά, πεύκο, γαύρο κ.λ.π.) Δένδρα δηλαδή της
άγριας χλωρίδας της χώρας μας, αλλά και της μεσογειακής λεκάνης γενικότερα,
μιας και τα είδη αυτά των δένδρων είναι κοινά σε Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία,
Ελλάδα κ.λ.π.
Το άρωμά της είναι
θεσπέσιο, όπως και η γεύση που δίνει στα φαγητά, στα οποία χρησιμοποιείται. Η
κατανάλωσή της σαν έδεσμα, αλλά και για φαρμακευτικούς σκοπούς, κυρίως όμως για
τις αφροδισιακές της ιδιότητες, είναι γνωστή από πολύ παλιά (Σουμέριοι,
Θεόφραστος, Διοσκουρίδης κ.λ.π.).
Το μέγεθός της ποικίλλει, από αυτό του ρεβιθιού, έως αυτό
του πορτοκαλιού, ή και μεγαλύτερο ακόμη και είναι σκληρή όπως η πατάτα.
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες που ωριμάζουν σε διαφορετικές εποχές του χρόνου. Από τα πολλά είδη τρούφας αυτά που έχουν εμπορική αξία
σήμερα είναι: Tuber magnatum Pico (tartufo bianco), T. melanosporum Vitt
(tartufo nero de Norcia), T. brumale Vitt (tartufo ivernale), T. brumale var moschatum (tartufo moscato),
T. aestivum (tartufo scorzone estivo), T. uncinatum (tartufo uncinato), T.
albidum Pico (tartufo bianchetto)
Πρόκειται για ένα προϊόν -εμπορικά τουλάχιστον- αντάξιο με το χαβιάρι, που αποτελεί μια νέα πρόταση για εναλλακτική αγροτική δραστηριότητα στη χώρα μας.
Η καλλιέργεια τρούφας, αν και δεν επιδοτείται από την
Ευρωπαϊκή Ενωση, αποτελεί μια σύγχρονη αγροτική δραστηριότητα με εκπληκτικές
αποδόσεις. Σκοπός άλλωστε της προσπάθειας εισαγωγής της καλλιέργειας
της τρούφας στη χώρα μας που έχει ξεκινήσει εδώ και κάποια χρόνια από το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, είναι η παροχή εναλλακτικής ευκαιρίας
αξιοποίησης των ορεινών αγρών που εγκαταλείπονται με αυξανόμενο ρυθμό και η
εξασφάλιση εισοδήματος σε ορεινούς πληθυσμούς.
Η τιμή της τρούφας στην ευρωπαϊκή αγορά κυμαίνεται από 1.300
- 3.000 ευρώ το κιλό, ενώ στην αμερικανική αγορά είναι ακόμη υψηλότερη. Αυτός
άλλωστε είναι και ο λόγος που η παραγωγή τρούφας από καλλιέργειες αποτέλεσε
θέμα πολυετούς έρευνας σε αρκετές χώρες (η τρούφα αναπτύσσεται από μόνη της
συμβιώνοντας με τις ρίζες ανώτερων φυτών όπως είναι η χνουδωτή και πλατύφυλλη
δρυς, η αριά, η φλαμουριά, η φουντουκιά, η λεύκη, ο κέδρος καθώς και διάφορα
πεύκα). Η καλλιέργεια τρούφας είναι κατάλληλη για πολλές ημιορεινές
και ορεινές περιοχές της χώρας μας. Η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία φαίνεται
ότι κυριαρχούν στη διεθνή αγορά ενώ τα τελευταία 20 χρόνια και άλλες χώρες όπως
η Νέα Ζηλανδία, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Βουλγαρία μπήκαν στην τρουφοκαλλιέργεια
δυναμικά, με συγκεκριμένους στόχους και κατάλληλες πολιτικές.
Η καλλιέργεια αρχίζει με την προμήθεια δενδρυλλίων των
οποίων το ριζικό σύστημα έχει εποικισθεί με το μυκήλιο μυκήτων του γένους Tuber.
Τα σημαντικότερα είδη είναι η λευκή τρούφα, η θερινή μαύρη τρούφα, η μαύρη
τρούφα και χειμωνιάτικη τρούφα, τα οποία συμβιώνουν με διάφορα δενδρώδη είδη
όπως η χνουδωτή δρυς η πλατύφυλλη και η ευθύφλοια δρυς, η φλαμουριά, η
φουντουκιά, η λεύκη, ο κέδρος αλλά και διάφορα πεύκα.
Η εισαγωγή των δενδρυλλίων γίνεται από Ιταλία, Γαλλία και
Βουλγαρία, εισάγονται δε είδη τα οποία προτιμούν υψομετρική ζώνη από 300-700
μέτρα περίπου. Η δαπάνη γίνεται μία μόνο φορά, ενώ οι φυτείες φουντουκιάς,
οστρυάς, πεύκης και φλαμουριάς αποδίδουν μέχρι 25-30 χρόνια, ενώ της δρυός
(βελανιδιάς), πουρναριού, αριάς για 40-50 χρόνια αν και τρούφες συλλέγονται και
κάτω από μεγαλύτερης ηλικίας δένδρα.
Η απόδοση μιας σωστά εγκατεστημένης φυτείας τρούφας μπορεί να φθάσει ακόμη και τις 6.000 ευρώ ανά στρέμμα.
Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, σε μια φυτεία δρυός
ηλικίας 15 ετών ή φουντουκιάς και φλαμουριάς ηλικίας 10 ετών, κάθε δενδρύλλιο
μπορεί να παράγει ετησίως τουλάχιστον 1 κιλό τρούφα. Κατά συνέπεια, η στρεμματική
απόδοση -50 δενδρύλλια ανά στρέμμα- μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει τα 50
κιλά. Ακόμα και αν πιάσει την κατώτερη δυνατή τιμή, τα 100 ευρώ δηλαδή σε μια
αγορά της Ευρώπης, η αξία ανά στρέμμα υπολογίζεται σε 5.000 ευρώ. Διόλου
ευκαταφρόνητο ποσό εάν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η καλλιέργεια απαιτεί
εδάφη ορεινά και ημιορεινά που έτσι και αλλιώς δεν αποδίδουν.
—Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου