1/4/13

Ορεινή Δωρίδα: Στο καθαρτήριο των βουνών!

Λίγα χιλιόμετρα βορειότερα από τις ακτές του Κορινθιακού Κόλπου ανακαλύπτουμε έναν τόπο ορεινό, τραχύ, συναρπαστικά γοητευτικό! Έναν τόπο όπου οι αδάμαστοι ξωμάχοι έστησαν με πείσμα και τόλμη τα χωριά τους. Με μια απροσδόκητα συνεχή εναλλαγή τοπίου, η Ρούμελη εδώ μας αποκαλύπτει το πολυδιάστατο μεγαλείο της!
Των Ζερμαίν Αλεξάκη & Θοδωρή Αθανασιάδη.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Έθνος".
Είτε ανηφορίζοντας από Ερατεινή προς Μαλανδρίνο, Λιδορίκι είτε από Ευπάλιο προς Τείχιο, Παλαιοξάρι, από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα, η διαδρομή σου αποκαλύπτει τις ορεινές διαθέσεις της. Καθώς το υψόμετρο μεγαλώνει, η θέαση της λεκάνης του Κορινθιακού Κόλπου σιγά σιγά χάνεται από το προσκήνιο.
Σ' ένα αποφασιστικό γύρισμα του δρόμου ο ορίζοντας παίρνει διαστάσεις. Γεμίζει με δάση από έλατα, δρυς και χιονισμένες ακρώρειες που δίνουν το στίγμα μιας καθαρά ορεινής φυσιογραφίας, ενώ η γαλάζια θωριά της λίμνης του Μόρνου εμφανίζεται σταδιακά στον ορίζοντα. Η λίμνη βρίσκεται σε ύψος 500 μέτρων και μοιάζει να πολιορκείται από τις επιβλητικές σιλουέτες των βουνών. Η ζώνη των ελάτων σταματά 200 μέτρα ψηλότερα από τις όχθες και η βλάστηση στην ακρολιμνιά περιορίζεται σε αραιές συστάδες από βελανιδιές, πλατάνια, ιτιές και άλλα υδροχαρή είδη.
Περιμετρικά των όχθεων ξετυλίγεται ένας ασφάλτινος δρόμος. Αν θέλετε να πάρετε μια πρώτη γεύση από τον τόπο, να υπολογίζετε ότι για τον γύρο της λίμνης θα χρειαστεί να καλύψετε περίπου 65 χιλιόμετρα. Προτεινόμενα σημεία στάσης είναι το φράγμα, η πηγή Βελούχοβο -ένας από τους βασικούς υδάτινους πόρους που τροφοδοτούν τη λίμνη απ' όπου ξεδιψά η Αθήνα- και το χωριό Κάλλιο ή καλύτερα ό,τι απέμεινε από αυτό, αφού το μεγαλύτερο μέρος του οικισμού έχει καταποντιστεί στον βυθό της τεχνητής λίμνης.
Σε περιόδους ανομβρίας συνήθως το φθινόπωρο, θα δείτε το παλιό χωριό με τα πέτρινα σπίτια του να αναδύεται σαν φάντασμα από τα θολά νερά του υγρού του τάφου. Πιο κοντά στην ακρολιμνιά βρίσκονται οι κοινότητες Κλήμα, Κόκκινο (Λούτσοβο), Περιβόλι, Δωρικό. Στη νοτιοδυτική ράχη των Βαρδουσίων που φράζει σαν θεόρατο τείχος τον Βορρά, μοιάζουν γαντζωμένοι στις απόκρημνες πλαγιές οι οικισμοί Δάφνος, Ψηλό Χωριό (Νούτσομβρο), το Διακόπι και το Διχώρι ή Κωστάριτσα όπως επιμένουν να το ονομάζουν οι ντόπιοι.
Μετά το Κάλλιο πηγαίνοντας προς φράγμα και λίγα μέτρα πριν από τη γέφυρα του Γρανιτσορέματος, θα δείτε δεξιά έναν ασφάλτινο δρόμο ν' ανηφορίζει στο βουνό. Πρώτο χωριό που θα συναντήσετε είναι το Διακόπι (4 χλμ.) γνωστό για τους επιδέξιους «τσαρουχάδες» που έφτιαχναν τα χαρακτηριστικά παραδοσιακά τσαρούχια για τους κτηνοτρόφους της Δωρίδας.
Το Λιδορίκι, ακόμη και σήμερα παραμένει το εμπορικό κέντρο της ορεινής Δωρίδας.
Από το Διακόπι βατός χωματόδρομος περνά μέσα από ελατόδασος που αγκαλιάζει τις παρυφές των Βαρδουσίων και καταλήγει στον όμορφο Δάφνο (9 χλμ.) -παλιά Βοστινίτσα - όπου υπάρχουν καταλύματα και ταβέρνες. Αξίζει να δείτε τον μεταβυζαντινό ναό του Αγ. Νικολάου (τρίκλιτη βασιλική με τρούλο, κτίσμα του 17ου αι.).
Σε μικρή απόσταση και σε υψόμετρο 1.600 μέτρων απλώνονται τα «Βοστινισιώτικα λιβάδια», γνωστός, πλούσιος βοσκότοπος στους ντόπιους καθώς παλιότερα έβοσκαν χιλιάδες γιδοπρόβατα. Σήμερα είναι τόπος αναψυχής πεζοπόρων και εκδρομέων. Φυσικά στον Δάφνο μπορείτε να έρθετε ακολουθώντας ασφάλτινο δρόμο που ξεκινά από τον περιφερειακό της λίμνης.
Κροκύλειο, λεπτομέρεια από την κρήνη με τις λιθανάγλυφες κεφαλές.
Η λίμνη του Μόρνου σχηματίστηκε μετά την ανύψωση χωμάτινου φράγματος ύψους 126 μέτρων που έκοψε τη ροή του ομώνυμου ποταμού ο οποίος για αιώνες ευεργετούσε την εύφορη κοιλάδα της Βελάς. Τα νερά πλημμύρισαν το μεγαλύτερο μέρος της, δημιουργώντας έτσι έναν τεχνητό ταμιευτήρια με κυριότερο σκοπό την ύδρευση της πρωτεύουσας. Ενα κανάλι μήκους 192 χιλιομέτρων ανέλαβε να μεταφέρει το νερό που γεννιέται από τα χιόνια των βουνών στα σπίτια της Αθήνας.
Οπως έχει συμβεί σε παρόμοιες περιπτώσεις, η νεότευκτη λίμνη σαφώς και δεν πλημμύρισε μια «νεκρή» περιοχή. Ενας από τους παλαιότερους οικισμούς ήταν το χωριό Κάλλιο, αφού εδώ ήκμασε από τους αρχαίους κιόλας χρόνους η αιτωλική πόλη Καλλίπολη. Η μοίρα της συνδέθηκε με δύο σημαντικά γεγονότα. Το 426 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, οι Αιτωλοί νίκησαν κατά κράτος τους Αθηναίους, ενώ το 279 π.Χ. η καταστροφή ήρθε με την εισβολή των Γαλατών. Σήμερα είναι ορατά μόνο τμήματα της ακρόπολης που δεσπόζουν στην κορφή του απόκρημνου βράχου (η περιοχή προσεγγίζεται από τον περιφερειακό δρόμο της λίμνης). Ο,τι κατάφεραν να διασώσουν οι αρχαιολόγοι εκθέτονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λιδορικίου.
Η θρυλική Πενταγιού.
Λιδορίκι: Πρωτεύουσα των κορυφογραμμών.
Το Λιδορίκι βρίσκεται χτισμένο σε ύψος 550 μέτρων, πολύ κοντά στις όχθες της λίμνης. Εδώ ζουν σχεδόν 1.500 άνθρωποι, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, την τυροκομία, την υλοτομία και το μεταπρατικό εμπόριο. Λόγω της φυσικά προστατευμένης θέσης του, αποτελούσε ανέκαθεν ένα πραγματικό ορεινό «κάστρο», αφού από εδώ οι σκληροτράχηλοι ορεσίβιοι κατάφεραν να αντισταθούν στους βυζαντινούς φοροεισπράκτορες, στους Λατίνους (Φράγκους και Καταλανούς) και φυσικά στους Τούρκους κατακτητές.
Το χωριό Τείχιο αντίκρυ στην κοιλάδα του Μόρνου ποταμού.
Μην ξεχνάμε πως ο Μπαρμπαγιώργος, ο ανυπότακτος τσομπάνης και δημοφιλής ήρωας του Θεάτρου Σκιών του Καραγκιόζη, κατέβαινε από τα λιδορικιότικα βουνά για να επιβάλει με την ποιμενική γκλίτσα του τη δικαιοσύνη. Ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ, το 1815 όταν επισκέφτηκε την περιοχή κατέγραψε στο Λιδορίκι 180 οικογένειες.
Στις 28 Μαρτίου του 1821, οι ντόπιοι οπλαρχηγοί κήρυξαν την Επανάσταση ενάντια στον τούρκικο ζυγό. Το 1825 η ορεινή πολίχνη καταλαμβάνεται από τους Τούρκους, ενώ έναν χρόνο αργότερα οι Οθωμανοί εκδιώκονται από τον αρχιστράτηγο της Ρούμελης Γιώργο Καραϊσκάκη.
Κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής κατοχής, αλλά και τα χρόνια του Εμφύλιου το Λιδορίκι ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα. Το 1943 το λεηλατούν οι Ιταλοί, ενώ το 1944 το πυρπολούν οι Γερμανοί και καίνε 489 σπίτια και αποθήκες. Ακολούθησαν οι δύσκολες εποχές του Εμφυλίου. Για δέκα σχεδόν χρόνια ο τόπος δεν έβρισκε ησυχία.
Η χάραξη της καινούργιας παραλιακής οδού που συνδέει την Αμφισσα με τη Ναύπακτο, αλλά και η καθιέρωση διαφορετικού τρόπου ζωής οδήγησαν τη βουκολική πολιτεία σε μαρασμό. Παρ' όλα αυτά, το Λιδορίκι παραμένει ακόμα και σήμερα το μόνο αστικό κέντρο σε μια εκτεταμένη και ιδιαίτερα ορεινή περιοχή.
Η καρδιά της πολίχνης χτυπά στην πλατανοσκέπαστη πλατεία, ενώ αξιόλογο είναι και το μικρό αρχαιολογικό μουσείο όπου εκθέτονται ευρήματα από τις ανασκαφές στην περιοχή του Καλλίου.
Γύρω από το Λιδορίκι υπάρχουν αρκετά χωριά, όμως αξίζει να σταθούμε λίγο στις Καρούτες (8 χλμ. νότια από το Λιδορίκι) όπου τον Αύγουστο του 1944 οι αντάρτες του 2/34 Τάγματος του ΕΛΑΣ έδωσαν νικηφόρα μάχη ενάντια σε ναζιστικό σώμα ορεινών καταδρομών που απαρτιζόταν από 350 άνδρες.
Επίσης, τον Σεπτέμβρη του 1942 έγινε η πρώτη ρίψη από αεροπλάνα της Αγγλικής Αεροπορίας (RAF) Αγγλων αξιωματικών στην Ελλάδα, που είχαν αποστολή να έρθουν σε επαφή με Σώματα των ανταρτών τα οποία ήδη είχαν σχηματιστεί στα ελληνικά βουνά. Η πορεία για να φτάσετε έως εδώ πραγματοποιείται οδικώς σε άσφαλτο διασχίζοντας υπέροχα ελατοσκέπαστα τοπία.
Στη σκιά των Βαρδουσίων.
Πραγματοποιώντας τον γύρο της λίμνης βλέπουμε συνεχώς ασφάλτινους δρόμους να φεύγουν ακτινωτά και να χάνονται στις πλαγιές των δυσπρόσιτων Βαρδουσίων προσφέροντας μοναδική θέα στις κορφές της οροσειράς.
Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ορεινή πορεία ξεκινά από το φράγμα, περνά από το χωριό Κροκύλειο (13 χλμ.), συνεχίζει για Πενταγιού (12 χλμ.) και ολοκληρώνεται στο χωριό Αρτοτίνα, το μπαλκόνι των Βαρδουσίων (14 χλμ.).
Σε υψόμετρο 850 συναντάμε το χωριό Κροκύλειο, περίκλειστο από πυκνά δάση ελάτων και βελανιδιάς, ενώ άφθονες καστανιές, καρυδιές, κερασιές στολίζουν τις αυλές των σπιτιών.
Η ιστορική ύπαρξη του Κροκυλείου μετρά χιλιετηρίδες. Σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη, το αρχαίο Κροκύλειο που εντοπίζεται πιθανόν κοντά στο σημερινό χωριό ή στον γειτονικό λόφο του Αϊ-Λιά, καταστράφηκε το καλοκαίρι του 426 π.Χ. από τον Αθηναίο στρατηγό Δημοσθένη. Εδώ αξίζει να επισκεφθεί κανείς την υπέροχη τοποθεσία με τις πέτρινες κρήνες, καθώς και το μνημείο του στρατηγού, πολιτικού και συγγραφέα Γιάννη Μακρυγιάννη (βρίσκεται στην έξοδο του χωριού στον δρόμο για το φράγμα) που γεννήθηκε τo 1794 στoν συνοικισμό Αβορίτι του Κροκυλείου . Το καμάρι του χωριού είναι η Εκκλησία του Αϊ-Γιώργη που κατασκευάστηκε το 1857 σε σημείο όπου βρισκόταν παλιότερα μικρότερος ναός. Εχει λεπτοδουλεμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ το όμορφο καμπαναριό κτίσθηκε το 1859.
Εξι χιλιόμετρα βορειοδυτικά από το Κροκύλειο σε ύψος 1.000 μέτρων με θαυμάσια οπτική τόσο προς τα βουνά όσο και προς τον Πατραϊκό κόλπο, συναντάμε το Αλποχώρι. Πρόκειται για ένα ήσυχο και κάπως απόμερο χωριό που καθώς διαθέτει ξενώνα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν αφετηρία για χωμάτινες εξορμήσεις με οχήματα 4Χ4, τόσο προς τα χωριά της Ορεινής Ναυπακτίας όσο και προς τα Βαρδούσια.
Από το Κροκύλειο ο δρόμος ανηφορίζει έντονα για ακόμη εννέα χιλιόμετρα, μέχρι την όμορφη Πενταγιού που απλώνει τις γειτονιές της κτισμένη σε υψόμετρο 900 μέτρων. Το χωριό ιδρύθηκε τον 16ο αιώνα και το όνομά του κατά μια εκδοχή προήλθε από τους πέντε δρόμους που ξεκινούσαν από την πλατεία του με κατεύθυνση προς τα γύρω χωριά. Ομως η Πενταγιού έγινε γνωστή από τη Μαρία την Πενταγιώτισσα, μια γυναίκα πασίγνωστη για τη θρυλική ομορφιά της αλλά και την πολυτάραχη ερωτική ζωή της. Το πραγματικό της όνομα δεν είναι γνωστό, όμως γνωστά είναι τα ροζ σκάνδαλα που διαδραματίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Φωκίδας την εποχή του Οθωνα. Η ζωή της αποτέλεσε πηγή έμπνευσης θεατρικών έργων, κινηματογραφικών ταινιών αλλά και ποιημάτων.
Η Αρτοτίνα δημιουργήθηκε από κτηνοτρόφους που έστηναν τα κονάκια τους στα καταπράσινα λιβάδια των Βαρδουσίων κάθε καλοκαίρι και πήρε τη σημερινή της μορφή ως οικισμός, σταδιακά κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Με την πάροδο του χρόνου καταφθάνουν εδώ αναζητώντας την ασφάλεια των βουνών φυγάδες από την Αρτα (που πιθανόν να έδωσαν και το όνομα στο χωριό) αλλά και διάφοροι άλλοι καταδιωγμένοι από όλη τη Ρούμελη. Ο οικισμός είναι κτισμένος σε υψόμετρο 1.100 έως 1.300 μ. σε κράσπεδο του βουνού με προνομιακή ορατότητα στις ψηλότερες κορφές των Βαρδουσίων.
Στην είσοδο της Αρτοτίνας (ερχόμενοι από Λιδορίκι) ξεχωρίζει το σπίτι του οπλαρχηγού Ανδρίτσου Σαφάκα (κτίσμα του 1810), που λειτουργεί ως Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο. Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες ο οικισμός παρουσιάζει όψη εγκατάλειψης. Ομως η μεγάλη πλατεία όπου δεσπόζει ο μεγαλόπρεπος ναός του Αϊ-Γιώργη (1905) με τους καφενέδες και τα ερμητικά κλειστά εμπορικά μαγαζιά μαρτυρά ένα κεφαλοχώρι που κάποτε έσφυζε από ζωή.
Από εδώ ξεκινά το ορειβατικό μονοπάτι Ε4 που δρασκελίζει τα Βαρδούσια και καταλήγει στον χωριό Αθανάσιος Διάκος. Πρόκειται για μια θαυμάσια πεζοπορική διαδρομή που τους καλοκαιρινούς μήνες είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους ορειβατικούς κύκλους.
Απ' την Αρτοτίνα ο δρόμος κατηφορίζει για να συναντηθεί με τον Εύηνο ποταμό που σε αυτό το σημείο ονομάζεται από τους ντόπιους Φιδάρης, λόγω τον πολλών ελιγμών της κοίτης του καθώς κατεβαίνει από τα Βαρδούσια.
Στο μέσο περίπου της διαδρομής συναντάμε το ιστορικό μοναστήρι του Αϊ-Γιάννη του Προδρόμου, όπου διακόνεψε ο Θανάσης Διάκος. Εδώ αντικρίζοντας τα αλπικά κορφοβούνια των Βαρδουσίων, ο Διάκος μαθαίνει από τα εκκλησιαστικά βιβλία γραφή, ανάγνωση και γαλουχείται με την ιδέα της ελευθερίας.
Η συνάντηση με τον Φιδάρη πραγματοποιείται στη γέφυρα της Γραμμένης Οξιάς. Ο ποταμός σχηματίζεται από δύο ορεινά ρέματα, το Καρυώτικο και το Βαρδουσιώτικο. Κάποτε αυτά τα δύο ποτάμια αλλά και τα μικρότερα ρυάκια, κατέβαζαν άφθονα νερά, ακόμη και μέσα στο κατακαλόκαιρο. Εδώ παλιότερα ζούσαν σε μεγάλους αριθμούς πέστροφες, καβούρια και άλλα μικρότερα ψάρια. Σήμερα λόγω της εντατικής αλιείας, των περιορισμένων βροχοπτώσεων και μετά τη κατασκευή φραγμάτων ο πληθυσμός κυρίως της πέστροφας έχει περιοριστεί σημαντικά.
Μονή Βαρνάκοβας.
Ερχόμενοι από Ευπάλιο, πριν από τη διασταύρωση για Τείχιο στη θέση Χάνι Φασούλα, θα δείτε αριστερά τον δρόμο που οδηγεί στο ιστορικό μοναστήρι της Βαρνάκοβας (7 χλμ.), ένα από τα παλαιότερα στον ελλαδικό χώρο. Ιδρύθηκε το 1077 μ.Χ. από τον Oσιο Αρσένιο τον Βαρνακοβίτη επί βυζαντινού αυτοκράτορος Μιχαήλ Ζ' Δούκα (1071-1078).
Ο ανηφορικός αλλά ασφαλτοστρωμένος δρόμος καταλήγει στην είσοδο του μοναστηριού (υπάρχει άνετος χώρος στάθμευσης) που βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μέτρων.
Το μοναστήρι έχει συνδέσει το όνομά του με πολλές σημαντικές ιστορικές στιγμές του τόπου.
Το 1826 μετά την Εξοδο του Μεσολογγίου, ο Κιουταχής με 4.000 στρατιώτες πολιορκεί τη Βαρνάκοβα. Ομως τα τείχη του, αλλά κυρίως η γενναιότητα των μοναχών και άλλων επαναστατών -ανάμεσά τους και ο Κίτσος Τζαβέλας- αποτρέπουν την κατάληψή του. Μετά την πάροδο αρκετών ημερών πολιορκίας οι Τούρκοι σχεδιάζουν να σκάψουν τούνελ για να ανατινάξουντα τείχη και να κάμψουν την αντίσταση των πολιορκημένων.
Ομως το μυστικό τους προδόθηκε. Οι έγκλειστοι αποφασίζουν ηρωική έξοδο κατά την οποία σκοτώθηκαν μόλις τρεις από τους Ελληνες. Παρόλα αυτά οι Τούρκοι ανατίναξαν τελικά το μοναστήρι, το οποίο κτίσθηκε ξανά μετά την απελευθέρωση (1831). Σήμερα η Μονή παρά τις καταστροφές και τις άφθονες αταίριαστες νεωτεριστικές επεμβάσεις έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο με σπουδαίο ιστορικό αρχείο και βιβλιοθήκη. Το καθολικό του μοναστηριού είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και κτίσθηκε το 1831 (δυστυχώς έχει υποστεί αρκετές ζημιές από πρόσφατους σεισμούς). Επιτύμβιες επιγραφές φανερώνουν ότι εδώ έχουν ενταφιαστεί κάποιοι από τους άρχοντες του Δεσποτάτου της Ηπείρου της οικογένειας των Αγγελώνυμων Κομνηνών. Το μοναστήρι είναι γυναικείο και επισκέψιμο (26340 51030).
"Top" διαδρομή για 4Χ4.
Από το μεσόγειο χωριό της Ελιάς που «κρέμεται» πάνω από τη γαλάζια λεκάνη του Κορινθιακού Κόλπου, ξεκινά μια θαυμάσια αλλά δύσκολη χωμάτινη διαδρομή που καταλήγει μετά 19 χιλιόμετρα στο χωριό Στίλια. Στα 7 χιλιόμετρα και αφού απολαύσουμε την απίστευτη θέα στα νησιά Τριζόνια και σε ύψος 900 μέτρων θα συναντήσουμε το έρημο τον χειμώνα Δαφνοχώρι, ένα από τα ελάχιστα χωριά της Δωρίδας όπου ακόμη δεν έχει φτάσει ο ασφάλτινος δρόμος. Από εδώ δρασκελίζουμε τον κατάφυτο με βελανιδιές αυχένα του όρους Τρίκορφο και καταλήγουμε στα Στίλια (12 χιλιόμετρα), σε δρόμο πάντα χωμάτινο και με άφθονες στροφές.
Μεγάλη προσοχή χρειάζεται μετά τη διασταύρωση για Μακρινή καθώς το οδόστρωμα υποφέρει από κατολισθήσεις, ενώ το χειμώνα λόγω υψομέτρου, κυρίως στον αυχένα Μπούχωρη, δεν λείπει το χιόνι. Τη Στίλια ή Στύλια, τη συναντάμε σε ύψος 850 μέτρων σε πλαγιά κατάφορτη από θεόρατες βελανιδιές, καστανιές έλατα και ανεμπόδιστη θεα στη λεκάνη του ποταμού Μόρνου. Από εδώ αν θέλετε συνεχίζετε προς Περιθιώτισσα (5 χλμ. άσφαλτος) είτε προς Αβορο και λίμνη Μόρνου (11 χλμ. τα μισά σε καλό χωματόδρομο). Επίσης μπορείτε να επιστρέψετε στα παράλια του Κορινθιακού ακολουθώντας τον ασφάλτινο δρόμο προς Μηλιά - Σώταινα- Ερατεινή (Στίλια- Ερατεινή 27 χλμ. με ατελείωτες στροφές).
Τείχιο - Περιθιώτισσα: Ορεινές διαδρομές.
Oι περισσότεροι ανηφορίζουν για τη λεκάνη του Μόρνου είτε από το Γαλαξίδι είτε από την Ερατεινή ή αν έρχονται από τη Δυτική Ελλάδα μέσω του δρόμου Ναυπάκτου - Λιδορικίου. Υπάρχει όμως μια ακόμη πολύ πιο ενδιαφέρουσα διαδρομή που θα συναρπάσει τους φίλους των ορεινών, δασοσκέπαστων τοπίων.
Από το παραλιακό Μοναστηράκι θα βρεθείτε εύκολα στο κεφαλοχώρι Ευπάλιο (2,5 χλμ.). Στη συνέχεια θα κατευθυνθείτε προς Δροσάτο, Φιλοθέη ακολουθώντας πορεία προς τα χωριά Ορεινής Ναυπακτίας, πριν φτάσετε στη γέφυρα του Μόρνου (13 χλμ. από Ευπάλιο) θα δείτε δεξιά σας διασταύρωση για Τείχιο, Παλιοξάρι, Ποτιδανία.
Πρώτο χωριό που θα συναντήσουμε είναι το Τείχιο (παλιότερα ονομάζονταν Λυκοχώρι) κτισμένο στα 650 μέτρα ψηλά από τη θάλασσα με θαυμάσια θέα στα ναυπακιώτικα βουνά και τη λεκάνη του ποταμού Μόρνου και γενέτειρα και τόπος έμπνευσης της σημαντικής μουσικοσυνθέτριας Ελένη Καραΐνδρου.
Η σύγχρονη ονομασία οφείλεται στην αρχαία Αιτωλική πόλη Τείχιον που κατέλαβε το 426 π.Χ. ο Αθηναίος στρατηγός Δημοσθένης. Παρόλο που έχουν εντοπιστεί διάφορα αρχαία αντικείμενα σε πολλά σημεία του σύγχρονου χωριού δεν έχει εξακριβωθεί ακόμα αν το σημερινό Τείχιο ταυτίζεται με το αρχαίο. Στο βόρειο άκρο του οικισμού ξεχωρίζει ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου (1898).
Δύο χιλιόμετρα ανατολικά, σε υψόμετρο 700 μέτρων σε σημείο με άφθονα πηγαία νερά συναντάμε το Παλιοξάρι, παλιό και ακμάζον χωριό στο οποίο αναφέρονται οι περιηγητές του 19ου αιώνα, ο Αγγλος Leak και ο Γάλλος Πουκεβίλ.
Συνεχίζοντας πάντα σε ασφάλτινο αλλά με αρκετές στροφές δρόμο την προς ανατολάς πορεία μας, φτάνουμε μετά 4 χιλιόμετρα στην Ποτιδανία, ένα όμορφο χωριό που προσφέρει ανεμπόδιστη θέα στα Βαρδούσια και στην Γκιόνα σκαρφαλωμένο καθώς είναι σε ύψος 850 μέτρων στην κατάφυτη ράχη του βουνού Τρίκορφο (υψ.1.550). Εδώ εκτός από την ενοριακή εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου (1851), άξιο αναφοράς είναι το υπαίθριο αμφιθέατρο όπου το καλοκαίρι πραγματοποιούνται σημαντικές πολιτιστικές εκδηλώσεις. Δασικός δρόμος (8 χλμ.) βατός όμως μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, οδηγεί από τη Ποτιδανία στην κορφή του όρους Τρίκορφου (υψ. 1.550) όπου υπάρχει το εκκλησάκι του Αϊ-Θόδωρου.
Η απόσταση που χωρίζει την Ποτιδανία από το επόμενο χωριό Περιθιώτισσα δεν είναι πάνω από 10 χιλιόμετρα. Ο δρόμος όμως καθώς σκαρφαλώνει σε μεγαλύτερα υψόμετρα (1.000-1.100 μέτρα) έχει αρκετές στροφές ενώ έντονη κάνει την παρουσία του το πυκνό δάσος ελάτων. Στην Περιθιώτισσα, αφού ξεκουραστείτε στην όμορφη πλατεία του Αγίου Δημητρίου με τις δύο κρήνες και τον θεόρατο πλάτανο, θα συνεχίσετε πάντα σε ασφαλτοστρωμένο οδόστρωμα έως την κοίτη του ποταμού Μόρνου και από εκεί θα τραβήξετε είτε προς φράγμα - Λιδορίκι είτε προς Ναύπακτο ορεινή Ναυπακτία, (μεγάλη προσοχή χρειάζεται το πέρασμα του ποταμού Μόρνου ιδίως αν το ποτάμι είναι φουσκωμένο καθώς δεν υπάρχει γέφυρα και η διάβαση γίνεται μέσα από την κοίτη του ποταμού!).

Δεν υπάρχουν σχόλια: