Ἀμίλητη, κυνηγημένη
φτάνει σ᾿ ἐρειπωμένο τοῖχο·
στηρίζεται καὶ περιμένει
ἕνα κελάηδημα, ἕνα στίχο.
Γύρω τὸ δάσος μὲ τὶς μπόρες
φεύγει σὰν πλοῖο στὴν τρικυμία.
Κ᾿ ἤτανε ἡμέρες ἀνθοφόρες
- ἐπέρασαν - κ᾿ ἤτανε μία...
Τώρα τὴν ἄβυσσο ρωτάει
πῶς βρέθηκε ἄξαφνα δωπέρα,
ἐνῷ στὰ μάτια της κρατάει,
φῶς ὅλη, ἐκείνη τὴν ἡμέρα.
Ψυχή, λησμόνει τὰ ὄνειρά σου.
Ἦρθες, πουλὶ στὴν καταιγίδα,
κ᾿ ἐχάρισες ὅλου τοῦ δάσου
τὴν τελευταία μας ἐλπίδα.
Κ.Καρυωτάκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου