Του Πάνου Τριγάζη,
αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Αυγή".
Στις 14 Μαρτίου 2012 συμπληρώθηκαν 133 χρόνια από τη γέννηση του Άλμπερτ Αϊνστάιν στο Ουλμ της Γερμανίας. Όλοι έχουμε ακούσει και διαβάσει κάτι για τον Αϊνστάιν ως τον κορυφαίο επιστήμονα του 20ου αιώνα, που από το 1905 διατύπωσε τη θεωρία της σχετικότητας, ανατρέποντας τις μέχρι τότε επιστημονικές αντιλήψεις για τον χώρο και τον χρόνο, την ύλη και την ενέργεια. Ωστόσο, δεν είναι ευρύτερα γνωστές οι πολιτικές ιδέες και η πολιτική δράση του Αϊνστάιν.
Στους πολλούς είναι εντελώς άγνωστο το γεγονός ότι έχει συνεισφέρει σημαντικές ιδέες και πλούσια δράση ως ανθρωπιστής, ειρηνιστής, αντιμιλιταριστής, αντιρατσιστής και σοσιαλιστής. Το 1933 έγινε ο πιο διάσημος πολιτικός πρόσφυγας, καταφεύγοντας στις ΗΠΑ για να ξεφύγει από το χιτλερικό καθεστώς της Γερμανίας, που είχε ήδη εξαπολύσει πογκρόμ σε βάρος των Εβραίων. Στις ΗΠΑ ανέπτυξε πλούσια επιστημονική και πολιτική δράση για την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα και το 1949 δημοσίευσε ένα βαρυσήμαντο άρθρο στο πρώτο τεύχος του περιοδικού “Monthly Review” με τίτλο «Γιατί ο Σοσιαλισμός». Η τελευταία υπογραφή του, μια εβδομάδα πριν πεθάνει στις 18.4.1955 στο Πρίνστον, ήταν κάτω από το περίφημο «μανιφέστο Αϊνστάιν - Ράσσελ» που αποτέλεσε τη βάση για ένα από τα μεγαλύτερα παγκόσμια αντιπυρηνικά κινήματα, το Pugwash.
«Τον θαυμάζω όχι μόνο ως μεγάλο επιστήμονα, αλλά και ως μεγάλο άνθρωπο» έγραφε για τον Αϊνστάιν ο τιμημένος με Νόμπελ Ειρήνης (1995) συνάδελφός του Τζόζεφ Ροτμπλατ σε επιστολή που μας έστειλε στις 11 Ιουνίου 2005. «Παρά τη διάνοιά του και τη φήμη του συμπεριφερόταν πάντοτε με μεγάλη απλότητα», γράφει ο Μπέρτραντ Ράσσελ για τον χαρακτήρα του συναδέλφου του.
«Η αντιπάθεια του Αϊνστάιν προς την πρωσική στρατοκρατική παράδοση τον οδήγησαν - ήδη δεκαπεντάχρονο - γράφει ο καθηγητής της Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ευθύμης Παπαδημητρίου - να αποφύγει τη στράτευση εγκαταλείποντας τη Γερμανία και καταφεύγοντας στη φιλελεύθερη και ουδέτερη Ελβετία. Παραιτείται από τη γερμανική του υπηκοότητα, και παραμένει για πέντε χρόνια χωρίς υπηκοότητα, λόγω της αντιπάθειας που τρέφει προς τη γερμανική μιλιταριστική νοοτροπία». «Η αποστροφή του -συνεχίζει ο Ευθ. Παπαδημητρίου - προς κάθε μορφή εξουσίας επρόκειτο να τον συνοδεύσει σε όλη τη μετέπειτα ζωή του. Έχοντας ταξιδέψει και ζήσει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αισθάνεται λιγότερο Γερμανός και περισσότερο Ευρωπαίος πολίτης και αργότερα πολίτης όλου του κόσμου, όντας αφιερωμένος στην επιστημονική έρευνα και την υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης και της δικαιοσύνης».
Μετά τα ολοκαυτώματα της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, στις 6 και 9 Αυγούστου 1945, ο Αϊνστάιν ξεκίνησε από τους πρώτους τον αγώνα για την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων, ιδρύοντας κίνηση το 1946 με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης Ατομικών Επιστημόνων».
Ωστόσο, η είσοδος στον ψυχρό πόλεμο έκανε το έργο τέτοιων κινήσεων εξαιρετικά δυσχερές, ιδιαίτερα στα χρόνια του «Μακαρθισμού» όταν και ο Αϊνστάιν βρέθηκε στο στόχαστρο της περιβόητης υποεπιτροπής ερευνών της Γερουσίας για «αντιαμερικανικές ενέργειες». Δεν κάμφθηκε, όμως, ο Αϊνστάιν και μάλιστα δεν δίστασε να απευθύνει έκκληση στον πρόεδρο Τρούμαν για τη ζωή του ζεύγους Εθελ και Τζούλιους Ρόζεμπεργκ, που είχαν κατηγορηθεί για κατασκοπία σε όφελος της ΕΣΣΔ και είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, ποινή που τελικά εκτελέστηκε.
«Γιατί ο σοσιαλισμός»!
Το άρθρο του «Γιατί ο σοσιαλισμός», που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 1949 στο πρώτο τεύχος του αμερικανικού περιοδικού «Monthly Review» του φίλου του Paul Sweezy, ήταν από τις σημαντικότερες πολιτικές παρεμβάσεις του Αϊνστάιν, τα δύσκολα εκείνα χρόνια.
Ο Αϊνστάιν πίστευε στην ικανότητα των ανθρώπων να ορίζουν τη μοίρα τους. «Τα ανθρώπινα όντα δεν είναι καταδικασμένα, λόγω της βιολογικής τους συγκρότησης, να αλληλοεξοντώνονται ή να βρίσκονται στο έλεος μιας σκληρής και αμετάτρεπτης μοίρας», έγραφε στο άρθρό του, προσθέτοντας ότι «ο ανταγωνισμός χωρίς όρια οδηγεί σε τεράστια σπατάλη εργασίας...».
Κατά τον Αϊνστάιν, η εξάρτηση του ανθρώπου από την κοινωνία αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο και καθοριστικό για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του καθενός. Απέδιδε ιδιαίτερη σημασία στον κοινωνικά συνειδητοποιημένο πολίτη, γράφοντας σε επιστολή του, το 1932, ότι «η πραγματική αξία ενός ανθρώπου κρίνεται κυρίως από το κατά πόσον έχει κατορθώσει να απελευθερωθεί από το εγώ του». Σε μια άλλη επιστολή το 1931 γράφει: «Να χαίρεσαι με τις χαρές των άλλων και να υποφέρεις μαζί τους - αυτοί είναι οι καλύτεροι οδηγοί για τον άνθρωπο».
Είναι αξιοσημείωτο ότι από τότε ο Αϊνστάιν έβλεπε να συντελείται η παγκοσμιοποίηση. «Θα αποτελούσε μικρή υπερβολή - έγραφε - να ισχυριστούμε ότι ακόμα και τώρα έχουμε μια πλανητική κοινότητα παραγωγής και κατανάλωσης». Παράλληλα, εκτιμούσε ότι «το ιδιωτικό κεφάλαιο τείνει να συγκεντρώνεται σε λίγα χέρια», προσθέτοντας ότι «αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι η δημιουργία μιας ολιγαρχίας του ιδιωτικού κεφαλαίου και η τεράστια δύναμή του που δεν μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά ακόμα και στις δημοκρατικά οργανωμένες πολιτικές κοινωνίες».
Στο ίδιο άρθρό του ο μεγάλος επιστήμονας επισήμαινε φαινόμενα διαπλοκής, γράφοντας ότι «τα μέλη των νομοθετικών σωμάτων επιλέγονται από πολιτικά κόμματα που χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό και επηρεάζονται και με άλλους τρόπους από τους ιδιώτες καπιταλιστές», με συνέπεια «οι αντιπρόσωποι του λαού να μην προστατεύουν ικανοποιητικά τα συμφέροντα των μη προνομιούχων τμημάτων του πληθυσμού».
Υποστήριζε θερμά τον σοσιαλισμό ο Αϊνστάιν για την απαλλαγή της κοινωνίας από τα δεινά που περιέγραφε, ωστόσο προειδοποιούσε ότι «η σχεδιασμένη οικονομία δεν αποτελεί ακόμα σοσιαλισμό», αφού «μια σχεδιασμένη οικονομία ως τέτοια μπορεί να συνοδεύεται από πλήρη υποδούλωση του ατόμου». Έθετε, λοιπόν, το ζήτημα «πώς μπορούν να προστατευτούν τα δικαιώματα του ατόμου και ως εκ τούτου να κατοχυρωθεί το δημοκρατικό αντίβαρο στη δύναμη της γραφειοκρατίας».
Πάνω απ' όλα ο Αϊνστάιν ήταν πολέμιος του πολέμου. Καλούσε όλη την ανθρωπότητα να ενωθεί, παραμερίζοντας πολιτικές ή άλλες διαφορές, μπροστά στον κίνδυνο της πυρηνικής καταστροφής. «Θυμηθείτε ότι είσθε άνθρωποι και ξεχάστε τα υπόλοιπα», έλεγε στο κοινό του μανιφέστο με τον Μπέρτραντ Ράσσελ, το 1955. Είναι χαρακτηριστική η φράση του: «Ο πόλεμος δεν μπορεί να γίνει ανθρώπινος, μόνο να καταργηθεί μπορεί».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου