Οι τρεις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα στην Ευρώπη χαρακτηρίστηκαν από την οικονοµική ύφεση, όπως ονοµάστηκε η κρίση στις ευρωπαϊκές χώρες. Η ευρωπαϊκή οικονοµία, παρά την αδιαµφισβήτητη παγκόσµια κυριαρχία της, βρέθηκε αντιµέτωπη µε έντονα οικονοµικά προβλήµατα. Δυο υπήρξαν οι βασικοί άξονες της πολιτικής που ακολουθήθηκε προκειµένου να αντιµετωπιστεί το φαινόµενο. Εν πρώτοις αναπτύχθηκε η πολιτική του αποµονωτισµού στις οικονοµικές σχέσεις µεταξύ των Μεγάλων Δυνάµεων και κατά δεύτερο εντάθηκε η επιθετική πολιτική απέναντι στις αποικιακές χώρες αλλά και ευρύτερα στις χώρες επιρροής. Η ανταγωνιστικότητα µεταξύ των τότε ανεπτυγµένων χωρών (που λίγο ως πολύ είναι οι ίδιες και σήµερα) είχε στόχο να καταρτισθεί ένας διεθνής χάρτης οικονοµικής επιρροής προς όφελος της κάθε µιας τους. Ο φιλελευθερισµός όπως αναπτύχτηκε στον 18ο αιώνα έµοιαζε ξεπερασµένος και η πτώση του Ναπολέοντα του Γ΄ σήµανε για πολλούς το τέλος της χρυσής περιόδου του καπιταλισµού. Από το 1870 και πέρα, κάθε δυσκολία αντιµετωπιζόταν µε µια έντονα επιθετική πολιτική. Αυτή η ιδιότυπη επιθετικότητα έγινε παγκοσµίως γνωστή υπό τον όρο ιµπεριαλισµός. Αυτή η πολιτική (ιµπεριαλιστική) χαρακτηριζόταν κυρίως από την αγωνία και τον πόθο για την κατάκτηση νέων αγορών.
Ο πόλεμος των δασμών.
Αρχικά, ο οικονοµικός αυτός πόλεµος που σηµατοδοτούσε µια νέα πολιτική έγινε γνωστός ως «πόλεµος των δασµών». Το κράτος στις ευρωπαϊκές χώρες διεύρυνε τις δραστηριότητές του πέραν του να εµφανίζεται ως εγγυητής της κοινωνίας των πολιτών. Ακολούθησε µια πολιτική προστατευτισµού όπως ονοµάστηκε, όπου πρώτα η Γαλλία, µετά την καταστολή της Κοµµούνας, κατάργησε το σύστηµα του ελεύθερου εµπορίου που επικρατούσε ως τότε. Στην πολιτική των δασµών δεν άργησαν να προσαρµοστούν και µερικά από τα σηµαντικότερα ευρωπαϊκά κράτη, µη εξαιρουµένου και του Καναδά, το 1879. Δυο χρόνια νωρίτερα η πολιτική των δασµών εφαρµόστηκε στην Ιταλία και στην Αυστρία το 1878. Εξαίρεση (για άλλη µια φορά) η Αγγλία που δεν ακολούθησε την οικονοµική πολιτική των ευρωπαϊκών χωρών. Η κρίση που εµφανίστηκε τότε στις αγορές συνδυαζόταν µε την αναζήτηση νέων µορφών διεθνούς οικονοµικής ενσωµάτωσης. Στο µεταξύ, προβλήµατα δηµιουργούσαν οι δασµολογικοί πόλεµοι και η ραγδαία ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήµατος, µε την ενεργοποίηση των εργαζοµένων κατά βάση στα ευρωπαϊκά αστικά κέντρα. Αυτές οι εξελίξεις είχαν σαν αποτέλεσµα να περιορίσουν σταδιακά το αποκαλούµενο επιχειρηµατικό κέρδος που είχε και την απροθυµία για νέες επενδύσεις. Αντίθετα, αναπτύχθηκε στους κύκλους του κεφαλαίου η τάση αναζήτησης νέων αγορών όπως επίσης και χωρών όπου θα προσφέρονταν για επικερδείς τοποθετήσεις κεφαλαίων. Από τη µια, λοιπόν, σηµειώθηκε πτώση των τιµών στα βιοµηχανικά προϊόντα, πράγµα που έκανε εύκολη την εξάπλωσή τους στις υπό εξάρτηση αγορές. Ωστόσο, ο περιορισµός του κέρδους στο διεθνές οικονοµικοπιστωτικό κατεστηµένο είχε σαν συνέπεια τα κεφάλαια να µένουν ανεκµετάλλευτα, παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια δανεισµού είχαν κάθετη πτώση. Έτσι, οι έχοντες χρήµατα - τράπεζες και κεφαλαιούχοι - άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον για αγορές πέραν της ευρωπαϊκής ηπείρου. Αυτή η πολιτική είχε σαν συνέπεια ένα σηµαντικό µέρος των κεφαλαίων να µεταφερθεί και να διατεθεί στις υπό εξάρτηση χώρες. Τα κεφάλαια αυτά, που διατίθεντο µε σχετικά υψηλούς τοκογλυφικούς όρους, µοιράζονταν στις χώρες εκείνες όπου υπήρχαν οι απαραίτητες οικονοµικές δοµές ώστε να αποδώσουν. Σε αυτή την περίοδο, η Ελλάδα συγκαταλέγεται σε αυτές τις χώρες και είναι η εποχή που στη χώρα µας σηµειώνεται η πρώτη σοβαρή προσπάθεια εκβιοµηχάνισης. Σε µικρότερο βαθµό από ό,τι στη χώρα µας, εισρέουν κεφάλαια και στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες. Η οικονοµική αυτή κρίση συνδυάστηκε µε την αµφισβήτηση της παγκόσµιας αγγλικής κυριαρχίας που διήρκεσε πάνω από το µισό του 19ου αιώνα (1815 - 1875). Είναι η εποχή που εντάσσονται δυναµικά οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης στη σκηνή της οικονοµικής πολιτικής, που ως τότε ο ρόλος τους ήταν λίγο - πολύ να «προστατεύουν την Αγγλία από τον ρωσικό επεκτατισµό προς τη Δυτική και Νότια Ευρώπη.
Η Κεντρική Ευρώπη στο προσκήνιο!
Το 1871 ιδρύεται και μπαίνει δυναμικά στο παιχνίδι η γερμανική αυτοκρατορία υπό τον Βίσμαρκ. Με την απελευθέρωση της Ρώμης, το 1870, ολοκληρώνεται η ενοποίηση της Ιταλίας και το 1866-67 ανασυγκροτείται η περίφημη Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Αυτή η τριπλή δύναμη συνεχίζει να αποτελεί προπέτασμα απέναντι στη Ρωσία, ωστόσο έχοντας σταδιακά ελευθερωθεί από την αγγλική κηδεμονία. Έτσι, η Κεντρική Ευρώπη μοιάζει να κατακτά μια ξεχωριστή οντότητα με διακριτή γεωπολιτική επιρροή, απόρροια της οποίας αποτελεί η Τριπλή Συμμαχία του 1882. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής κρίσης στην οικονομία έρχεται και η ταχύτατη βιομηχανική ανάπτυξη στη Ρωσία. Τα ανενεργά κεφάλαια, κυρίως τα προερχόμενα εκ Γαλλίας, βρήκαν επενδυτικές ευκαιρίες στην αχανή ρωσική αυτοκρατορία. Αυτό είχε σαν άμεση συνέπεια, ιδίως μετά τον νικηφόρο ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878, να αναδειχθεί η Ρωσία σε ανερχόμενη και σημαντική δύναμη απέναντι στη γερμανοκρατούμενη Κεντρική Ευρώπη. Μέσα από αυτές τις ανακατατάξεις η Δυτική Ευρώπη, με επίκεντρο την Αγγλία, της οποίας θιγόταν κατά κύριο λόγο η ηγεμονική θέση, προσπαθούσε να βρει έναν νέο βηματισμό, εναρμονισμένο με τις εξελίξεις της εποχής.
Οι συνέπειες της ευρωπαϊκής κρίσης για την Ελλάδα.
Οι συνέπειες αυτής της κρίσης είχαν για την Ελλάδα οδυνηρά αποτελέσματα· ωστόσο δεν έλειψαν και οι ευεργετικές παράμετροι στις οποίες και θα σταθούμε. Μέσα σε αυτή τη συγκυρία μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αρκετές χώρες πέτυχαν να αναπτυχθούν οικονομικά και να κάνουν τα πρώτα βήματα της εκβιομηχάνισής τους. Σε αυτή τη χορεία των χωρών, εκτός της Ελλάδας, συγκαταλεγόταν και η γειτονική Ρουμανία, όπως και η Αργεντινή και η Βραζιλία. Μια από τις βασικότερες θετικές οικονομικές παραμέτρους της «μεγάλης ύφεσης», όπως χαρακτηρίστηκε, ήταν για την Ελλάδα το ότι η κρίση του εξωτερικού εμπορίου είχε σαν άμεση συνέπεια τη δημιουργία εσωτερικής αγοράς. Σε αυτό επέδρασε ακόμα και η πολιτική που ακολούθησε ο Χ. Τρικούπης εξαπολύοντας έναν δασμολογικό πόλεμο απέναντι στα προϊόντα του εξωτερικού με το δασμολόγιο του 1884. Μια άλλη συνέπεια της κρίσης ήταν η εισροή μεγάλων και πολλών επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα. Η Ελλάδα αιφνιδίως πλημμύρισε με επενδυτικά σχέδια. Φυσικά, πίσω από αυτά ακολουθούσε ένα πλήθος κερδοσκόπων που οσφραίνονταν κέρδος. Όπως είπαμε και πιο πάνω, η πληθώρα αυτών των τοποθετήσεων των κερδοσκοπικών κεφαλαίων στις περιφέρειες οφειλόταν στις δυσκολίες που παρουσιάζονταν στο να αξιοποιηθούν αυτά στο κέντρο του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Έτσι παρουσιάστηκε το πρωτοφανές για τα ελληνικά οικονομικά χρονικά, οι κάτοχοι μεγάλων κεφαλαίων να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως μια χώρα ελκυστική για την επένδυση των χρημάτων τους αλλά και για την πιθανή ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους. Η οικονομική αυτή κατάσταση είχε και μια άλλη παράμετρο, αυτήν των Ελλήνων κεφαλαιούχων που είχαν τοποθετημένα τα κεφάλαιά τους διάσπαρτα σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Η νέα κατάσταση στην οικονομία δεν τους άφηνε πολλά περιθώρια λύσεων. Μια επιλογή που τους έμενε ήταν να ενσωματωθούν στις τάξεις των ανερχόμενων αστών στους τόπους που βρίσκονταν και να αποκοπούν από ό,τι τους συνέδεε με τη μητέρα - πατρίδα. Μια άλλη εκδοχή ήταν όσοι βρίσκονταν στα μητροπολιτικά κέντρα, για παράδειγμα στο Παρίσι ή στο Λονδίνο, να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική του παραδοσιακού, παροικιακού, διαμεσολαβητικού ρόλου. Ένα πρόβλημα που προέκυψε από τα νέα οικονομικά δεδομένα ήταν η ανάπτυξη των εθνικιστικών κινημάτων στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, με συνέπεια ο ανταγωνισμός με το ντόπιο κεφάλαιο, εκτός από ασύμφορος, να καταντά και επικίνδυνος για τους έξωθεν επενδυτές. Τελευταία εκδοχή - δυνατότητα που έμενε στους Έλληνες κεφαλαιούχους ήταν η επιστροφή και δραστηριοποίησή τους στην Ελλάδα. Τη λύση αυτή την αποδέχτηκαν ως την πλέον συμφέρουσα οι περισσότεροι, ωστόσο ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων συνέχισε να δραστηριοποιείται οικονομικά στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Χαρακτηριστικά, αναφέρει ο Α. Συγγρός, δεν έλειψαν και εκείνοι εκ των Ελλήνων, οι οποίοι προτίμησαν να μείνουν στα δυτικοευρωπαϊκά κέντρα και να επιδοθούν «στην ολέθρια και επάρατον χρηματιστικήν κερδοσκοπίαν». Η κατάληξη όλων αυτών δεν υπήρξε ευτυχής, σύμφωνα πάντα με τις διαβεβαιώσεις του Α. Συγγρού: «Οι Έλληνες αυτοί ή κατεστράφησαν εν κερδοσκοπίαις χρηματιστικαίς ή κοκκαλίζουν το εισόδημα της περιουσίας των άεργοι και πιθηκίζοντες τους ευγενείς εισοδηματίας εις συλλογάς καλλιτεχνικάς...».
*************************
Αναδημοσίευση από εδώ: Στα χρόνια της «Μεγάλης Ύφεσης»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου