16/2/10

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: Μεγάλο το στοίχημα και ο λογαριασμός!

Αυτή τη δεκαετία, οι ευρωπαϊκές εταιρείες θα πρέπει να επενδύσουν περίπου 1 τρισ. ευρώ για να επιτύχουν τους στόχους που έχουν θέσει οι κυβερνήσεις για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.


Του Ed Crooks.
Δεκαπέντε μίλια ανοιχτά της νοτιοανατολικής ακτής της Αγγλίας βρίσκεται υπό κατασκευή το μεγαλύτερο θαλάσσιο αιολικό πάρκο του πλανήτη. Το έργο είναι δύσκολο και επικίνδυνο, αλλά το αιολικό πάρκο Greater Gabbard, που κατασκευάζουν η βρετανική Scottish and Southern Energy και η γερμανική RWE, θα μπορούσε να θεωρηθεί ενδεικτικό της τεράστιας ανάπτυξης που αναμένεται να έχει η αιολική ενέργεια στον θαλάσσιο χώρο γύρω από τη Βρετανία. Το συγκεκριμένο πάρκο θα αριθμεί 140 ανεμογεννήτριες και η βρετανική κυβέρνηση θέλει, μέχρι το τέλος της δεκαετίας, να έχουν εγκατασταθεί στα βρετανικά ύδατα αρκετές εκατοντάδες ανεμογεννήτριες. Το κόστος τους εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει τα 100 δισ. στερλίνες (115 δισ. ευρώ).
Η επέκταση των αιολικών πάρκων που σχεδιάζει η Βρετανία είναι ένα μόνο μέρος των μαζικών επενδύσεων που απαιτούνται από τη βιομηχανία ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτή τη δεκαετία, οι ευρωπαϊκές εταιρείες θα πρέπει να επενδύσουν περίπου 1 τρισ. ευρώ για να επιτύχουν τους στόχους που έχουν θέσει οι κυβερνήσεις για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ενώ παράλληλα καλούνται να αντικαταστήσουν τις απαρχαιωμένες υποδομές. Η δέσμευση αυτή είναι τόσο μεγάλη που είναι σίγουρο ότι θα συμβάλει καθοριστικά στη διαμόρφωση της οικονομίας, της πολιτικής και των οικονομικών της Ευρώπης τα επόμενα χρόνια.
Η Ε.Ε. πρωτοστατεί στον τομέα των ΑΠΕ και έχει θέσει πιο φιλόδοξους στόχους για την ανάπτυξή τους από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία. Ευελπιστεί πως θα ακολουθήσουν και οι ΗΠΑ. Ομως, πολλοί στον κλάδο έχουν αρχίσει να υποστηρίζουν ότι τα ευρωπαϊκά σχέδια δεν είναι βιώσιμα. Σημειωτέον, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν δεσμευτεί να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 και να αυξήσουν στο 20% το ποσοστό της παραγόμενης στην Ε.Ε. ενέργειας που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, μέχρι το 2020.
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας, ιδίως στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Ιταλία, είχαν ήδη βαρύ φορτίο στην πλάτη τους, αφού πρέπει να αντικαταστήσουν τις υποδομές που δημιουργήθηκαν τις δεκαετίες που ακολούθησαν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι νέοι στόχοι προσθέτουν έναν επιπλέον βαθμό δυσκολίας.
Ο τρόπος.
«Η αντικατάσταση των απαρχαιωμένων υποδομών είναι αρκετά δαπανηρή, αλλά αν το κάνεις αυτό με παράλληλη μείωση των εκπομπών και, στη συνέχεια, προσθέσεις από πάνω και ένα στόχο για τις ΑΠΕ, το κόστος είναι απίστευτο», λέει ο Ντίτερ Χελμ, ειδικός σε θέματα ενέργειας στο New College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Ο φθηνότερος τρόπος για να μειώσει κανείς τις εκπομπές ρύπων είναι να αντικαταστήσει το λιθάνθρακα στους σταθμούς παραγωγής με φυσικό αέριο, ώστε να παράγουν το μισό διοξείδιο του άνθρακα ανά μεγαβάτ ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, λόγω της δέσμευσης της Ε.Ε. στις ΑΠΕ, η οποία οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ανησυχία που υπάρχει σε ό,τι αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού με φυσικό αέριο από τη Ρωσία και άλλες δυνητικά αναξιόπιστες χώρες, τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν δεσμευτεί να επενδύσουν στην κατασκευή πολυδάπανων αιολικών πάρκων.
Και ενώ είναι οι κυβερνήσεις που έχουν θέσει τους στόχους, αυτός από τον οποίο περιμένουν όλοι να κάνει τις επενδύσεις είναι ο
ιδιωτικός τομέας. Αυτό θα ασκήσει μεγάλη πίεση στις εταιρείες του ενεργειακού κλάδου, οι οποίες, μπροστά στην έλλειψη ρευστότητας και τη μείωση της ζήτησης που προκάλεσε η ύφεση, έχουν μειώσει δραστικά τις προγραμματισμένες για φέτος κεφαλαιουχικές δαπάνες. Οπως είναι σήμερα η κατάσταση, δεν αναμένεται να αλλάξουν τακτική σύντομα, για να κάνουν τις επενδύσεις που απαιτούνται.
Επενδύσεις.
Οι βιομηχανίες ενέργειας των πέντε μεγαλύτερων οικονομιών της Ε.Ε. (Γερμανίας, Γαλλίας, Βρετανίας, Ιταλίας και Ισπανίας) επένδυαν γύρω στα 35 δισ. ευρώ ετησίως για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 2000 και, εν συνεχεία, αύξησαν τις δαπάνες τους στα 60 δισ. ευρώ το 2008 και στα 65 δισ. ευρώ το 2009. Ομως, οι εν λόγω δαπάνες θα υποχωρήσουν περίπου σε 54 δισ. ευρώ φέτος, σύμφωνα με αναλυτές της Citigroup, τη στιγμή που για να συμβάλουν αναλογικά με το μερίδιό τους στις προβλεπόμενες επενδύσεις του 1 τρισ. ευρώ της Ε.Ε., οι εταιρείες των πέντε αυτών οικονομιών πρέπει να επενδύουν 80 δισ. ευρώ ετησίως για την υπόλοιπη δεκαετία.
Για να μπορέσει ο κλάδος των ΑΠΕ να προσελκύσει τα κεφάλαια που χρειάζεται, πρέπει οι κυβερνήσεις να εγγυηθούν τις αποδόσεις των επενδυτών. Σύμφωνα με τον Νικ Λαφ, διευθυντή οικονομικών της Centrica, στην οποία ανήκει η British Gas, «αν θέσεις το σωστό πλαίσιο, οι επενδύσεις αυτές μπορεί να είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλους μακροπρόθεσμους επενδυτές».
Ποιος θα πληρώσει το... μάρμαρο.
Κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει το δικό της σύστημα επιδότησης για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, όπως η επιδότηση της παραγόμενης κιλοβατώρας, που καλύπτεται από ένα χρηματικό «καπέλο» που προστίθεται στους λογαριασμούς των καταναλωτών.
Για να αυξηθούν, λοιπόν, οι επενδύσεις, θα πρέπει να αυξηθούν και οι επιδοτήσεις αυτές. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερα κέρδη για τις εταιρείες και υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές. Ο αντίκτυπος στους λογαριασμούς ρεύματος μπορεί να είναι μεγάλος. Η Ofgem, η βρετανική ρυθμιστική Αρχή του ενεργειακού κλάδου, υπολογίζει ότι μέχρι το 2016 ο μέσος ετήσιος λογαριασμός στη Βρετανία μπορεί να έχει αυξηθεί κατά 60%, στις 2.000 στερλίνες.
Η αύξηση αυτή θα αντιπροσωπεύει πάνω από το 10% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, μετά την κάλυψη βασικών αναγκών, όπως η στέγη, η τροφή και η ένδυση.
Η αύξηση των τιμολογίων του ρεύματος, σε μια εποχή που οι διαθέσιμοι πόροι των Ευρωπαίων συμπιέζονται ήδη από τις φορολογικές αυξήσεις που προγραμματίζουν οι κυβερνήσεις για να ενισχύσουν τα οικονομικά τους, θα μπορούσε να αποτελέσει μια σημαντική, πρόσθετη τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Είναι επίσης πιθανό να αναδειχθεί σε σοβαρό πολιτικό θέμα. Τα τιμολόγια του ρεύματος έχουν ανάψει φωτιές και στο παρελθόν σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες. Ο Πιερ Γκαντονέ έχασε τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της γαλλικής EDF πέρυσι, όταν υποστήριξε (εξοργίζοντας τον πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί) ότι οι τιμές πρέπει να αυξηθούν για να γίνουν επενδύσεις. Η περίπτωση αυτή ήταν ακραία, αλλά οι επιχειρήσεις ηλεκτρισμού στη Βρετανία και στη Γερμανία έχουν έρθει πολλές φορές αντιμέτωπες με τίτλους εφημερίδων που τις κατηγορούσαν για υψηλές χρεώσεις και υπερβολικά κέρδη.
Επομένως, οι επενδύσεις θα πρέπει να γίνουν όσο το δυνατόν αποδοτικότερες ως προς το κόστος, για να μην επιβαρυνθούν υπερβολικά οι καταναλωτές. Ωστόσο, τίποτε δεν εγγυάται, μετά την απογοήτευση που προκάλεσε η σύνοδος της Κοπεγχάγης για το κλίμα, αλλά και το «πάγωμα» των σχετικών ενεργειακών μεταρρυθμίσεων στις ΗΠΑ, πως οι Ευρωπαίοι καταναλωτές δεν θα αρχίσουν να διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι καλούνται να επωμιστούν όλο το βάρος μόνοι τους. Σε αυτήν την περίπτωση, οι πολιτικοί θα πρέπει να βρουν τρόπο να υποσχεθούν ότι ο λογαριασμός του 1 τρισ. ευρώ μπορεί και πρέπει να μειωθεί;

Δεν υπάρχουν σχόλια: