Εξαπέλυσε κεραυνούς κατά της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με άρθρα, δηλώσεις και συνεντεύξεις του, υποστηρίζοντας την Ελλάδα ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Υπογράμμισε ότι: «Μια Ευρώπη με αρχές δεν θα άφηνε την Ελλάδα να ματώνει. Εκτός και αν τηρεί δύο μέτρα και δύο σταθμά». Διότι «υπάρχουν δύο συνθήκες Μάαστριχτ, μία για τις ισχυρές και μία για τις αδύναμες οικονομίες». Ειδικά για τη στάση των Ευρωπαίων ηγετών είπε ότι χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, αντί να βοηθήσουν την ελληνική κυβέρνηση, δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο τη θέση της χώρας. Με τις δηλώσεις τους, όπως επισήμανε, «αυξάνουν θεαματικά τα επιτόκια με τα οποία καλείται να αποπληρώσει η Ελλάδα το χρέος της». Διακήρυξε σε όλους τους τόνους ο διεθνούς φήμης και κύρους οικονομολόγος ότι: «Για το καλό της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, η Ευρώπη θα πρέπει να στηρίζει τις προσπάθειες Παπανδρέου με κάθε τρόπο και όχι να γυρίσει την πλάτη της στον λαό της Ελλάδας».
Είναι, όμως, η πρώτη φορά που η Ευρώπη γυρίζει την πλάτη και αφήνει την Ελλάδα να ματώνει; Eνδεχομένως ο κ. Στίγκλιτς να μη γνωρίζει ότι από τον καιρό του αγώνα για την ανεξαρτησία της, όχι μόνον αφέθηκε από την Ευρώπη η Ελλάδα να ματώνει, αλλά και έως σήμερα είναι μόνιμο θύμα της ληστρικής απληστίας των δανειστών της. Οι Φιλελληνικές Εταιρείες αυτόν τον στόχο είχαν. Γράφει ο Τάσος Λιγνάδης στο βιβλίο του «Η ξενική εξάρτησις κατά την διαδρομήν του Νεοελληνικού Κράτους (1821-1945)» (Αθήνα 1975), για τα δάνεια της επαναστατικής περιόδου: «Η υπερεπάρκεια κεφαλαίων, κυρίως εις Λονδίνον, ωθεί τους χρηματιστάς να τοποθετούν τα χρήματά των εις επισφαλείς επιχειρήσεις, των οποίων όμως ενδεχομένη επιτυχία θα απέφερε τεράστια κέρδη. Τοιαύτη επισφαλής τοποθέτησις εκρίνετο και η ελληνική περίπτωσις, κατά την οποίαν το απεγνωσμένον του αγώνος ενός λαού, μη έχοντας άλλην περιουσίαν ει μη τα "χώματα" των προγόνων του, παρείχε προϋποθέσεις συνάψεως συμφωνίας επί τη βάσει ληστρικών όρων. Αυτή είναι η ερμηνεία, αν όχι κατά κανόνα, τουλάχιστον κατά μέγα μέρος, της συστάσεως των φιλελληνικών εταιρειών».
Το πρώτο δάνειο του 1824, που διαπραγματεύτηκαν Ελληνες απεσταλμένοι σε συνεργασία με τη Φιλελληνική Εταιρεία του Λονδίνου ήταν ύψους 800.000 λιρών στερλινών με τιμή εκδόσεως 59% και τόκο ετήσιο 5% επί της ονομαστικής αξίας. Η εθνική περιουσία της Ελλάδας, τα εθνικά κτήματα, οι δασμοί των τελωνείων, αλυκών και αλιεύσεων θα ήσαν η παρακαταθήκη διά την αποπληρωμή του δανείου. Οπως γράφει ο Τάσος Λιγνάδης: «Εκ του ονομαστικού κεφαλαίου των 800.000 λ. στερλ. μόνον αι 454.700 λ. ήσαν το ευεργετικόν ποσόν, το οποίον θα εδίδετο εις την Ελλάδα· εκ τούτου αφηρέθησαν διά προκαταβλητέους τόκους δύο ετών 80.000 λ. και διά χρεόλυτρα δύο ετών 16.000 λ. Ούτω το ποσόν κατήρχετο εις τας 358.700 λ. Εξ αυτού πάλιν αφηρούντο 60.000 λ. διά διαφόρους δαπάνας. (...) Αφαιρουμένου και του ποσού τούτου δεν απέμειναν να δοθούν εις την Ελλάδα ει μη 298.700 λ.». Ηταν μια καθαρή ληστεία, όπως θα είναι και όλα τα επόμενα δάνεια έως τις μέρες μας. Αναλυτικά στοιχεία υπάρχουν συγκεντρωμένα στο βιβλίο του Τάσου Λιγνάδη, αλλά και σε άλλα βιβλία.
Οργισμένος από αυτή τη συμπεριφορά των Ευρωπαίων ο Διονύσιος Σολωμός θα γράψει στον «Υμνο εις την Ελευθερίαν»: «Με τα ρούχα αιματωμένα / Ξέρω ότι έβγαινες κρυφά / Να γυρεύης εις τα ξένα / Αλλα χέρια δυνατά./ - Μοναχή το δρόμο επήρες, / Εξανάλθες μοναχή· / Δεν είν' εύκολες οι θύρες, / Εάν η χρεία τες κουρταλή. / - Αλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, / Αλλ' ανάσασιν καμιά· / Αλλος σου έταξε βοήθεια / Και σε γέλασε φρικτά / - Αλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου / Οπου εχαίροντο πολύ, / Σύρε νάβρης τα παιδιά σου, / Σύρε, έλεγαν οι σκληροί»!
Το ίδιο οργισμένος και ο Μακρυγιάννης θα γράψει: «Μια χούφτα απόγονοι εκεινών των παλαιών Ελλήνων, χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και τ' άλλα τα αναγκαία του πολέμου ξεσκεπάσαμεν την μάσκαρα του Γκραν Σινιόρε, του Σουλτάνου, οπούχε εις το πρόσωπόν του. Κι εσκίαζε εσένα τον μεγάλον Ευρωπαίον (...). Οταν ο φτωχός ο Ελληνας τον καταπολέμησε ξυπόλητος και γυμνός και τον σκότωσε περίπου από τετρακόσες χιλιάδες ανθρώπους, τότε πολέμαγε και μ' εσένα τον χριστιανόν - με τις αντενέργειές σου και τον δόλο σου και την απάτη σου κι εφόδιασμα τις πρώτες χρονιές των κάστρων. Αν δεν τα 'φόδιαζες εσύ ο Ευρωπαίγος, ήξερες πού θα πηγαίναμεν μ' εκείνη την ορμή».
Και στις μέρες μας, επίσης οργισμένος ο Οδυσσέας Ελύτης από τη στάση των Ευρωπαίων στα εθνικά μας θέματα, θα γράψει στο βιβλίο του «Ο κήπος με τις αυταπάτες»: «Στο συντομότατο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα σε πέντε στίχους του Ιβυκου και άλλους τόσους του Κάλβου, πρόφτασε ν' αφυπνιστεί από τον πρωτογονισμό και την ωμοφαγία της η ομάς των λαών που επέτυχε στην συνέχεια να συγκροτήσει τα κράτη της Ευρώπης, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα. Βουτηγμένα στο συμφέρον, όπως οι ποντικοί στο λάδι, και για ένα διάστημα τόσο χαμηλής μετατρεψιμότητας που και ο τελευταίος φθόγγος της φωνής τους να 'χει σταθεί ανάμεσα στη ρίνα και τον λάρυγγα».
Λίγο πριν πεθάνει το 1998 και ο Κων. Καραμανλής, που τόσο αγωνίστηκε για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, ομολόγησε στον Τάκη Λαμπρία την απογοήτευσή του για τους Ευρωπαίους ηγέτες και την πορεία της Ευρώπης: «Σου έχω πει από πολύν καιρό και το επαναλαμβάνω: Δεν πάει καλά η Ευρώπη!.. Εχει χάσει τον δυναμισμό της, την πίστη στον εαυτό της. Της έλειψε η θέληση για μια πραγματική πολιτική ένωση. (...) Και ρωτώ: Πού βλέπεις σήμερα ηγέτες εμπνευσμένους από την Ευρωπαϊκή Ιδέα, έτοιμους να αγωνισθούν με συνέπεια για την πραγμάτωσή της; Πρόθυμους έστω να περιστείλουν κάπως τις εθνικές σκοπιμότητες και τους οικονομικούς ανταγωνισμούς;».
Πολύ λίγα, λοιπόν, μπορεί να περιμένει ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου από τη μεθαυριανή έκτακτη σύνοδο κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών. Στους δύσκολους καιρούς η φωνή των ποιητών είναι καθαρή και αποφασιστική. Οπως ο Σολωμός και ο Ελύτης δείχνει τον μοναχικό δρόμο στην «Ιδιωτική Οδό»: «Ο μόνος δρόμος που μας απομένει τώρα είναι ο κίνδυνος. Είναι η μαυριδερή εκείνη γραμμή που σχηματίζεται δεξιά, στο βάθος, η γεμάτη βράχια κοφτά, ξέρες, ύφαλα, ρουφήχτρες, απονέρια. Μένουμε σταματημένοι μεσοπέλαγα. (...) Στροφή, λοιπόν, όλο δεξιά και πρόσω καταπάνω στον κίνδυνο. Δεν γίνεται αλλιώς. Ή θα συνθηκολογήσεις και θα μείνεις από τους εδώθε ή θα περάσεις πέρα. Προσοχή. Κανένας μη λιγοψυχήσει».
Του ΒΙΚΤΩΡΑ ΝΕΤΑ.
Ελευθεροτυπία, Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου