8/9/09

Το ψυχορράγημα του ΣΥΡΙΖΑ...

Γράφει ο Γιώργος Δελαστίκ.


Αναπότρεπτη διαγράφεται πλέον η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την πολιτική αυτοκαταστροφή. Η δήλωση του Αλέκου Αλαβάνου ότι δεν προτίθεται να είναι υποψήφιος στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου σφραγίζει το ουσιαστικό τέλος αυτού του δύσκολου, αντιφατικού αλλά ενδιαφέροντος εγχειρήματος που πριν από ενάμιση χρόνο (βοηθούσης και της εσωτερικής κρίσης που τότε συγκλόνιζε το ΠΑΣΟΚ) τάραξε για ένα σύντομο διάστημα τα λιμνάζοντα ύδατα του χώρου της Αριστεράς, εμφανιζόμενο να απειλεί με θεαματικές ανατροπές τόσο το εύρος της συνολικής επιρροής της Αριστεράς όσο και τους ενδοαριστερούς συσχετισμούς δυνάμεων.
Τώρα όλα αυτά φαντάζουν ως μια μακρινή αυταπάτη, που έσβησε ανεπιστρεπτί. Ο κοινοβουλευτικός αναχωρητισμός του Αλ. Αλαβάνου έχει βαθύ συμβολικό χαρακτήρα.
Ολη η κοινωνία -εκτός από πολλά στελέχη του ΣΥΝ- αντιλαμβάνεται ότι χωρίς τον Αλ. Αλαβάνο είναι αδύνατο να υπάρξει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο λόγος είναι απλούστατος: ο ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκε ως πολιτικό τέκνο προσωπικά του Αλέκου Αλαβάνου, οπότε είναι απολύτως φυσιολογικό μόνο στο πρόσωπό του να έχουν εμπιστοσύνη όλες οι οργανώσεις, ομάδες και προσωπικότητες του αριστερού εξωκοινοβουλευτικού χώρου που αποδέχτηκαν το πολιτικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ και προσχώρησαν σε αυτό.
Με δεδομένη δε τη λυσσαλέα επίθεση που εξαπέλυσαν εναντίον των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα στελέχη της δεξιάς «ανανεωτικής» πτέρυγας του ΣΥΝ, αλλά και τη βαθύτατη κρίση που εκδηλώθηκε μέσα στους κόλπους του ΣΥΝ αναφορικά με τη στάση που πρέπει να κρατήσει το κόμμα τους απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, έχει πλέον ανοιχθεί ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στον ΣΥΝ ως κόμμα και στον υπόλοιπο ΣΥΡΙΖΑ.
Μικρή σημασία έχει πια τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Είναι προφανές ότι για ορισμένα στελέχη του ΣΥΝ έχει ζωτική σημασία αν το κόμμα τους θα μπει ή όχι στη Βουλή, καθώς κάποιοι από αυτούς ονειρεύονται προσωπική αποκατάσταση μέσω της ενσωμάτωσής τους σε θέσεις του κρατικού μηχανισμού - ακόμη και σε υπουργικούς θώκους ευελπιστούν οι πιο κυνικοί αιθεροβάμονες!
Για τον ευρύτερο κόσμο της Αριστεράς, όμως, είναι σχεδόν αδιάφορο αν ο ΣΥΝ ή ο ψευδεπίγραφος ίσως ΣΥΡΙΖΑ θα αποκτήσουν αυτήν τη φορά κοινοβουλευτική παρουσία. Η πολιτική ουσία έγκειται στο ότι αυτό το εγχείρημα απώλεσε αμετάκλητα τη δυναμική του. Επέστρεψε και πάλι στη «γειτονιά του 3%», όπως λέγαμε στα μαθηματικά. Εκεί που βρίσκεται εδώ και 35 χρόνια, από τη μεταπολίτευση.
Εκεί από όπου προς στιγμή φάνηκε το 2007 ότι είχε τα φόντα όχι απλώς να ξεκολλήσει, αλλά και να εκτοξευτεί σε πρωτοφανή ύψη για τα μέτρα του, συνεισφέροντας ώστε να γεννηθούν ελπίδες πως το συνολικό ποσοστό της Αριστεράς, από κοινού με το ΚΚΕ και τις εξωκοινοβουλευτικές ομάδες, θα μπορούσε να πλησιάσει ακόμη και το 20%. Από τη στιγμή που αυτό το όνειρο σβήνει, ελάχιστοι είναι οι αριστεροί που ενδιαφέρονται αν θα είναι ή δεν θα είναι βουλευτές ο Ψαριανός, ο Κουβέλης, ο Δραγασάκης ή οποιοσδήποτε άλλος...
Ενα κόμμα του 3% είναι αδύνατο να επηρεάσει την πολιτική μιας κυβέρνησης προς αριστερή κατεύθυνση. Είναι πολιτικά αδύνατον, ακόμη και αν η κοινοβουλευτική αριθμητική αναγορεύει τις έδρες του 3% σε αναγκαίες για τον σχηματισμό κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Σε αυτήν την περίπτωση, το πολύ, πολύ βολεύονται προσωπικά κάποιοι βουλευτές του 3% και κάποια κομματικά στελέχη, χωρίς κανένα κέρδος για τη χώρα και τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα.
Το έργο αυτό το είδαμε προ εικοσαετίας, το 1989, με μια ενιαία Αριστερά πολύ μεγαλύτερου κοινοβουλευτικού βάρους (είχε 13%) που η συμμετοχή της στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη (με τη ΝΔ) και Ζολώτα (τόσο με τη ΝΔ όσο και με το ΠΑΣΟΚ) την κατέστρεψε πολιτικά. Ιδίως το ΚΚΕ, ουδέποτε προσέγγισε έκτοτε τα προ του 1989 ποσοστά του. Πώς να αποδειχθεί, λοιπόν, πιο χρήσιμος για την Αριστερά ένας ΣΥΝ ή ένας ΣΥΡΙΖΑ της τάξης του 3%; Δεν υπάρχει περίπτωση, προφανώς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: