11/5/09

Η λίμνη Κρεμαστών.


Η λίμνη Κρεμαστών βρίσκεται ανάμεσα στο νομό Αιτωλοακαναρνίας και Ευρυτανίας και είναι η μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη της Ελλάδος. Οι δύο νομοί ενώνονται μέσω της Γέφυρας της Επισκοπής. Σε άλλο σημείο υπάρχει και η Γέφυρα της Τατάρνας κοντά στο ομώνυμο μοναστήρι.
Η λίμνη απέχει περίπου 60χλμ από το κέντρο του Αγρινίου και περίπου 57 από το κέντρο του Καρπενησίου. Η πρόσβαση στην λίμνη γίνεται από το οδικό δίκτυο που ενώνει τις δύο πόλεις. Μία διαδρομή μαγευτική που μπροστά στους επισκέπτες αποκαλύπτει την άγρια ομορφιά του τόπου.
Δημιουργήθηκε μετά την κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών το 1969 από την συσσώρευση των υδάτινων όγκων των ποταμών Αχελώου, Αγραφιώτη, Ταυρωπού και Τρικεριώτη. Οι ποταμοί συλλέγουν τα νερά των δυτικών και νότιων περιοχών της κεντρικής ζώνης της οροσειράς της Πίνδου και έτσι σχηματίζεται μία λεκάνη απορροής, με επιφάνεια 3.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η τεχνητή λίμνη που δημιουργήθηκε έχει επιφάνεια 81 τετραγωνικά μέτρα και μέγιστη χωρητικότητα 4.750.000.000 κυβικά μέτρα.
Όταν έγιναν όλα τα έργα και ολοκληρώθηκε η ανύψωση του φράγματος (1963), δεκάδες χωριά, γεφύρια και εκκλησίες, πολλά σπουδαία μνημνεία μιας μακραίωνης πολιτιστικής κληρονομιάς, διαγράφηκαν από το χάρτη, όταν τα νερά κάλυψαν την προκαθορισμένη περιοχή. Ανάμεσα τους και ο βυζαντινός ναός της Επισκοπής, κτίσμα του 8ου αιώνα, που ήταν αφιερωμένος στην Παναγία. Κάποιες εικόνες και τοιχογραφίες - ότι διασώθηκε απ' αυτόν - ανυπολόγιστης ιστορικής και πολιτιστικής αξίας, φυλάσσονται σήμερα στο Εθνικό Μουσείο Αθηνών.
Λίγα λόγια για τους ποταμούς που συρρέουν στην λίμνη.
Ο Αχελώος ή Ασπροπόταμος είναι ο κυριότερος ποταμός της περιοχής. Έρχεται από την Ήπειρο, ανοίγοντας τη μοναδική πύλη προς τα πεδινά και συμπαρασύροντας τα υπόλοιπα ποτάμια της Ευρυτανίας προς τον κάμπο του Αγρινίου. Σημειώνει τα δυτικά όρια της Ευρυτανίας με την Αιτωλοακαρνανία και πηγάζει από το όρος Λάκμος του Μετσόβου, (σε υψόμετρο 2.000 μ. στην κεντρική Πίνδο). Διανύει μία διαδρομή 200 χλμ χαράζοντας με την κοίτη του το σύνορο του νομού Ευρυτανίας με το νομό Αιτωλίας και Ακαρνανίας και χύνεται στη Θάλασσα, εκεί οπου ο Πατραϊκός κόλπος συναντά το Ιόνιο πέλαγος. Το μήκος του φτάνει τα 225 km, και είναι ο δεύτερος σε μήκος ποταμός της χώρας. Έχει υποστεί ουσιαστικές αλλοιώσεις από την κατασκευή των 4 Υδροηλεκτρικών φραγμάτων για την παραγωγή ενέργειας (Κρεμαστών με 4.700 x 106 m3, Καστρακίου με 1.000 x 106 m3, Ταυρωπού με 400 x 106 m3 και Στράτου με 150 x 106 m3), αλλά και από την άρδευση άλλων περιοχών.
Ο Αγραφιώτης είναι καθαρά ευρυτανικός παραπόταμος του Αχελώου. Έχει μήκος 225 km και διαιρεί την περιοχή στα Ανατολικά και Δυτικά Άγραφα. Προχωρά ανάμεσα από τις απόκρημνες βουνοκορφές του ορεινού αυτού συγκροτήματος. Διασχίζει την περιοχή με μεγάλες κλίσεις, που ομαλοποιούνται από το Κερασοχώρι μέχρι τη λίμνη των Κρεμαστών όπου και καταλήγει.
Ο Ταυρωπός ή Μέγδοβας είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος παραπόταμος του Αχελώου, παρά τα φράγματα, Κρεμαστών και Ταυρωπού) που κατασκευάστηκαν αργότερα από τη ΔΕΗ και μειώνουν τη διαδρομή του. Είναι το μοναδικό ποτάμι που αποτολμά μια εγκάρσια τομή στην Πίνδο. Έχει νοτιοδυτική κατεύθυνση και σχηματίζει πολλές καμπυλες, στις οποίες οφείλεται και το αρχαίο του όνομα Κάμπυλος. Χαρακτηριστικό του ποταμιού είναι ότι στα δροσερά νερά του εκτρέφεται ντόπια πέστροφα η οποία φτάνει μέχρι τις πηγές του. Ο Μέγδοβας , προσφέρει δυνατότητες για rafting και δυνατές συγκινήσεις. Η εναλλακτική κάθοδος του ποταμού με πλωτά μέσα αποτελεί μια μοναδική εμπειρία για τα πληρώματα.
Ο Τρικεριώτης σχηματίζεται από τον Κρικελοπόταμο και τον Καρπενησιώτη και διέρχεται από τον Αγαλιανό. Καθώς ο ποταμός οδηγείται στην λίμνη, στις εκβολές του έχει δημιουργηθεί ένα παραμυθένιο τοπίο όπου ο επισκέπτης μπορεί να κολυμπήσει στα νερά του.
Το Φράγμα Κρεμαστών.
Το φράγμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα γαιοφράγματα της Ευρώπης και οι εργασίες για την κατασκευή του ξεκίνησαν το 1962 και ολοκληρώθηκαν το 1966 με τη λειτουργία του σταθμού. Την αποπεράτωση του έργου ανέλαβε αμερικάνικη εταιρεία. Το φράγμα είναι κατασκευασμένο από χώμα και χαλίκι, είναι δηλαδή στην ουσία γεώφραγμα και όχι φράγμα από μπετόν. Ο όγκος του είναι 8.130.000 κυβικά μέτρα. Το μέγιστο ύψος του είναι 160 μέτρα και το πλάτος της βάσης ξεκινά από τα 670 μέτρα καταλήγοντας στην κορυφή σε μερικά δεκάδες μέτρα.
Στη βάση τους φράγματος είναι ο Υδροηλεκτρικό Σταθμός Κρεμαστών. Τα νερά της λίμνης οδηγούνται μέσω τεσσάρων αγωγών (με ονομάστική ισχύ 109 MW ο καθένας) στους τέσσερις υδροστροβίλους του σταθμού και παράγεται ηλεκτρική ενέργεια.
Οι αγωγοί βρίσκονται αριστερά του φράγματος στη μεριά της Αιτωλοακαρνανίας. Στην είσοδο των αγωγών υπάρχουν σχάρες για να εμποδίσουν την είσοδο αντικειμένων στους υδροστροβίλους. Η είσοδος των αγωγών με το σταθμό έχουν υψομετρική διαφορά με τον σταθμό να βρίσκεται χαμηλότερα των εισόδων. Αυτή η διαφορά ύψους συναρτήσει και με την τεράστια υδροστατική πίεση προσδίδουν στο νερό δυναμική ενεργεία που μετατρέπεται σε μηχανική στους στροβίλους. Αυτή η ενέργεια λειτουργεί τις γεννήτριες παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια. Το ρεύμα της γεννήτριας έχει ονομαστική τάση 15.750 Volts που ανορθώνεται σε 150.000 Volts.
Ο έλεγχος του σταθμού γίνεται από το Εθνικό Κέντρο Ενέργειας στην Αθήνα. Όποτε υπάρχει ανάγκη στο Εθνικό Δίκτυο τότε ο σταθμός παράγει την ενέργεια που απαιτείται. Ο Υδροηλεκτρικός Σταθμός Κρεμαστών λειτούργει ως «υποστηρικτής» και όχι ως βασικός σταθμός συνεχόμενης παραγωγής ηλ. ενέργειας, όπως οι σταθμοί στην Πτολεμαΐδα.
Το φράγμα Κρεμαστών κατασκευάστηκε σε ένα στένωμα της κοίτης του Αχελώου, στο σημείο όπου η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ο θρυλικός Κατσαντώνης πήδησε από τη μια όχθη στην άλλη, καθώς τον κυνηγούσαν οι Τούρκοι και γι’ αυτό η θέση λέγεται «ΠΗΔΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗ».
Για την κατασκευή του φράγματος πολλές μελέτες είχαν γίνει. Η πρώτη έρευνα για το φράγμα έγινε μεταξύ του 1918-1921 από τους μηχανικούς Sehn και Dubois, έναν Ελβετό και ένα Γάλλο, για λογαριασμό του Υπουργείου Δημοσίων Έργων.
Το 1938 η αμερικανική εταιρεία Cooper εκπόνησε προκαταρκτική μελέτη παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για παραγωγή αλουμινίου. Το 1941 Γερμανοί καθηγητές συνέταξαν σχετική έκθεση και 1946 η υπόθεση του φράγματος ήλθε και πάλι στην επιφάνεια, μέσω του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, ενώ ουσιαστική κινητικότητα επήλθε μετά το 1950.
Το 1958 η Δ.Ε.Η. έκανε προκαταρκτική μελέτη και την υπέβαλλε στο Διεθνές Ταμείο Δανειοδότησης και Ανάπτυξης, η οποία ολοκληρώθηκε το 1959 και υποβλήθηκε στο ίδιο ταμείο για δανειοδότηση του έργου.
Η μελέτη κατασκευής, η επίβλεψη και η εποπτεία των κατασκευαστικών δραστηριοτήτων και η μέριμνα αγοράς του κύριου εξοπλισμού ανατέθηκαν με σύμβαση το 1960 στην αμερικάνικη εταιρεία Kaizer.
Για την κατασκευή του έργου εργάστηκαν ως και 3500 άτομα καθημερινώς σε 24ώρη βάση σε τρεις βάρδιες. Δυστυχώς δεν έλειψαν και τα ατυχήματα, 30 θανατηφόρα και εκατοντάδες ελαφρότερα.
Ο ξεριζωμός των κατοίκων.
Πρέπει να γίνει ειδική αναφορά στον ξεριζωμό. Το έργο αδιαμφισβήτητα επέφερε πολλαπλά οφέλη άλλα και αλλαγές στο τοπίο. Το έδαφος της περιοχής, πριν γίνει το φράγμα, ήταν πολύ γόνιμο, με πορτοκαλιές, λιόδεντρα και άλλες καλλιέργειες. Δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις πνίγηκαν που ήταν απαραίτητες και προσοδοφόρες για τους κατοίκους της περιοχής, των οποίων η παραγωγική τους δραστηριότητα ήταν γεωργοκτηνοτροφική.
Οι κάτοικοι έπρεπε να μετακομίσουν σε γειτονικές περιοχές ή σε αστικά κέντρα έναντι αποζημίωσης. Πολλοί έδειξαν απροθυμία να φύγουν από τις οικίες τους και σκηνές τραγικές και τραυματικές διαδραματίστηκαν. Η διοίκηση του έργου έστειλε μπουλντόζες που τράνταζαν τα σπίτια, επιβάλλοντας στους ανθρώπους να φύγουν.
Τέτοιες σκηνές απαθανατίστηκαν από την κάμερα του φωτογράφου Κώστα Μπαλάφα, που είχε διοριστεί από τη διοίκηση ως φωτογράφος του έργου. Το 2002 εκδόθηκε ένα λεύκωμα, «Τα αντίρροπα ρεύματα του Αχελώου», από το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονικής το οποίο περιλαμβάνει φωτογραφίες του Κώστα Μπαλάφα από το έργο. Το λεύκωμα παρουσιάζει υλικό που για πρώτη φορά εμφανίστηκε. Συνολικά 20 χωριά εκ των οποίων ορισμένα κατά 100% στο σύνολο των κτημάτων και των εντός αυτών υφιστάμενων οικισμών και κτισμάτων, όπως ο Άγιος Βασίλης, τα Σίδερα, ο Μαυριάς, η Επισκοπή. Τα μόνα που έμειναν στη θέση τους ήταν οι εκκλησίες και οι γέφυρες. Ο μύθος θέλει να συμβαίνουν «περίεργα» ατυχήματα στις μπουλντόζες στην προσπάθεια τους να γκρεμίσουν τις εκκλησίες, Ερπύστριες να καταστρέφονται, σμήνος μελισσών να κυνηγούνε τους οδηγούς κ.α.
Πνίγηκαν μνημεία της φύσης, τα οποία προσέθεταν ένα μεγαλείο στον τοπικό πολιτισμό, έχοντας απαράμιλλο φυσικό κάλλος και ευρισκόμενα σε απόλυτη αρμονική συνύπαρξη με τα ιστορικά, θρησκευτικά και πολιτισμικά μνημεία που υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή. Η γέφυρα της Μαρδάχας, χτισμένη στη θέση της ομώνυμης πηγής, η Επισκοπή και η παλαιά μονή της Τατάρνας είναι κάποια από αυτά. Η κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών είχε ως συνέπεια τη δημογραφική αλλοίωση της ευρύτερης περιοχής, καθώς παλαιοί οικισμοί έσβησαν οριστικά και σημαντικό μέρος του πληθυσμού μετακινήθηκε σε άλλες περιοχές.
Η σεισμική ακολουθία ξεκίνησε μετά την πλήρωση της τεχνητής λίμνης του φράγματος των Κρεμαστών στον ποταμό Αχελώο. Βρέθηκε ότι ο αριθμός των προσεισμών μπορεί να συσχετισθεί με την πλήρωση της λίμνης. Οι σεισμική δραστηριότητα ήταν τόσο έντονη που έγινε αναφορά του φαινόμενου στη διεθνή βιβλιογραφία.
Χρηστικές πληροφορίες.
Στην Λίμνη Κρεμαστών μπορούμε να πάμε οδικώς ξεκινώντας από το Αγρίνιο ή από το Καρπενήσι. Το οδικό δίκτυο είναι στο μεγαλύτερο μέρος του ασφαλτοστρωμένο και τα περισσότερα πλέον χωριά προσεγγίζονται εύκολα. Όσοι διαθέτουν συμβατικό όχημα δε θα συναντήσουν κανένα πρόβλημα. Το αρνητικό σημείο της διαδρομής Αγρίνιο- Λίμνη κρεμαστών- Καρπενήσι είναι οι πολλές στροφές. Η διαδρομή είναι μαγευτική, αποκαλύπτοντας την άγρια ομορφιά του τόπου.
Από το Αγρίνιο ακολουθούμε τις ταμπέλες για Ποταμούλα. Περνάμε το χωριό και ανηφορίζουμε προς Άγιο Βλάσιο, την πρωτεύουσα του Δήμού Παρακαμπυλίων. Αφήνοντας το Άγιο Βλάσιο, η λίμνη κάνει την εμφάνιση της δειλά-δειλά. Αφού περάσουμε και το χωριό Χούνη, η λίμνη εμφανίζεται μπροστά στον επισκέπτη προκαλώντας δέος για το μέγεθος και την ομορφιά της. Μετά από 5 χλμ μπορούμε να παρεκκλίνουμε λίγο από την πορεία μας και να οδηγηθούμε στο Φράγμα Κρεμαστών, ακολουθώντας τις ταμπέλες. Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να ξεναγηθεί στις εγκαταστάσεις του εργοστασίου παραγωγής ηλ. ενέργειας από το προσωπικό της ΔΕΗ.
Στη συνέχεια, επιστρέφουμε στην αρχική πορεία μας και φτάνουμε στην εντυπωσιακή γέφυρα της Επισκοπής που δημιουργήθηκε μαζί με την λίμνη για να ενώσει του δύο νομούς. Ο επισκέπτης μπορεί να κάνει μία στάση εδώ για να δοκιμάσει φρέσκο ψάρι από τη λίμνη αλλά και άλλες ντόπιες λιχουδιές.
Από το Καρπενήσι ακολουθούμε τις ταμπέλες για Αγρίνιο. Περνάμε την ορεινή διάβαση Μπαγασάκι και κατηφορίζουμε με γρήγορες στροφές για την κοίτη του ποταμού Μέγδοβα. Αφήνουμε πίσω τη γέφυρα και ανηφορίζουμε για Ανατολική και Δυτική Φραγκίστα. Στο δρόμο μας η παλιά πέτρινη εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, κρυμμένη καθώς είναι ανάμεσα στα θεόρατα πλατάνια, μας καλωσορίζει στην Ανατολική Φραγκίστα και ουσιαστικά στην περιοχή της λίμνης Κρεμαστών. 12 χιλιόμετρα νοτιότερα από τη Δυτική Φραγκίστα βρίσκεται η γέφυρα της Επισκοπής.
Από την Επισκοπή ξεκινά μια από τις ομορφότερες διαδρομές, που μπορούν να πραγματοποιηθούν με όχημα προς τον νομό Ευρυτανίας. Από τη γέφυρα κατευθυνόμαστε προς το χωριό Αγαλιανός. Εκεί ρωτήστε για το εκκλησάκι της Αγία Δευτέρα, που στέκει μόνο του σε ένα βράχο, αφού σώθηκε από μία κατολίσθηση που κατέστρεψε το χωριό Ψηλόβραχο. Η πρόσβαση γίνεται με τα πόδια.
Συνεχίζουμε την διαδρομή μας και φτάνουμε εκεί όπου ο ποταμός Τρικεριώτης εκβάλλει στη λίμνη. Από εδώ, αν περάσουμε τη γέφυρα τύπου "Μπέλεϊ" ανηφορίζουμε για το όμορφο χωριό Φιδάκια (το Καρπενήσι απέχει μόλις 25 ασφάλτινα χιλιόμετρα), ενώ αν συνεχίσουμε ευθεία θα καταλήξουμε στο Προυσσό.
Από τη Δυτική Φραγκίστα, ακολουθούμε το δρόμο που οδηγεί στη Μονή Τατάρνα, στη Βόρεια πλευρά τής λίμνης. Κοντά στη σημερινή γέφυρα του ποταμού Αγραφιώτη, στη θέση Κρυονέρι, βρίσκεται το παλιό πέτρινο γεφύρι του Μανόλη (κτίσμα του 1659), που αναλόγως την στάθμη της λίμνης γίνεται ορατό. Συνεχίζοντας πάντα σε ασφάλτινο δρόμο, φτάνουμε μέχρι το χωριό Τριπόταμο, όπου θα επισκεφθούμε το παλιό μοναστήρι της Τατάρνας, με τα αξιόλογα εκκλησιαστικά κειμήλια. Ανάμεσα σ' αυτά που φυλάσσονται εδώ, ξεχωρίζει η ψηφιδωτή εικόνα "Βασιλεύς της Δόξης", που χρονολογείται από το 1350, αλλά και πολλά σπάνια έντυπα, που έχουν εκδοθεί από το 1544 ως το 1578 στη Βιέννη και τη Βενετία. Απέναντι από τη μονή βρίσκεται η γέφυρα της Τατάρνας, το δεύτερο σημείο όπου οι δύο νομοί ενώνονται. Από αυτό το σημείο μπορούμε να ακολουθήσουμε τον δρόμο για τα χωριά Βαλαώρα (πατρίδα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη) και Γρανίτσα, όπου αξίζει να επισκεφθείτε το Λαογραφικό Μουσείο που με μεράκι έστησαν οι κάτοικοί της.
Γράφει ο Νίκος Τσαβαλιάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: