Βρισκόμαστε στη Δεσπείνα, στο κτήμα μας και ένα πρωινό στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκέμβρη του 1942 μου λέει ο αδελφός μου ο Γιάννης να ανοίξουμε στον αχυρώνα μας ένα λάκκο. Ρώτησα γιατί και μου είπε, χαμηλόφωνα, να κρύψουμε κάτι. Πρέπει να θυμάμαι καλά ότι αυτό μου το είπε μετά από ένα ταξίδι που έκανε στο Αγρίνιο. Μετά από πολύ καιρό έμαθα ότι είχε γίνει μια σύσκεψη στελεχών ΚΚΕ-ΕΑΜ στο Μοναστήρι Λιγοβίτσι στο Ξηρόμερο. Εκεί αποφασίστηκε το μέρος εγκατάστασης και λειτουργίας του τυπογραφείου του ΕΑΜ. Μέχρι τότε χρησιμοποιούνταν πολύγραφοι, για μηνύματα, θέσεις, πληροφορίες. Επιλέχτηκε δε το σπίτι μας στη Δεσπείνα γιατί ήταν απομακρυσμένο, σε ερημική περιοχή. Ετσι, λοιπόν, πήρα τον κασμά και έσκαψα ένα λάκκο 80Χ1,80 μ. και βάθος 1,20 μ. Τον σκεπάσαμε με χοντρά σανίδια και ρίξαμε πάνω άχυρο για να μη φαίνεται. Εδώ θα τοποθετούσαμε το τυπογραφείο του ΕΑΜ.
Ηταν το πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη του 1943. Με φωνάζει ο Γιάννης και μου λέει: Θα πας στο Θέρμο και θα βρεις τον Γιώργο Παπαθανασόπουλο ή τον Θεοχάρη Παπαθανασόπουλο. Αυτοί θα σου πουν τι θα κάνεις. Πήρα ψωμοτύρι και έφυγα. Μου υπέδειξε να μην πω σε κανέναν τίποτα. Βρήκα τον Γιώργο (σ.σ. Παπαθανασόπουλο) και μου είπε. Θα πας στη Γιουρίτσα (Μυρτιά). Πριν από το χωριό πηγαίνει ένα μονοπάτι στα «Πεζούλια» (τοπωνύμιο μέρους μεταξύ λίμνης και χωριού). Εκεί θα ζητήσεις το σπίτι του Στέφανου Πραματιώτη και θα του πεις να έρθει για τη δουλιά.
Εφυγα αμέσως και πήγα. Ετοιμάστηκε αμέσως (ο Σ. Π.) και πήγαμε στο σπίτι του Χρήστου Παπανδρέου. Στις 4, περίπου, το απόγευμα. Φύγαμε και πήραμε μια βάρκα του Χρήστου. Ηταν καλός βαρκάρης από παιδί. Ακολουθήσαμε την κατεύθυνση της Λίμνης, δυτικά προς τον Αϊ-Λια, βγαίνοντας στην άκρη ενός κολπίσκου, του «Ντράφους». Δίπλα στο κέντρο «Τριχωνίδα» σήμερα. Πιάσαμε την άκρη και περιμέναμε. Κάναμε πως ψαρεύαμε. Σε λίγο ήρθε ο Γιώργος (Παπαθανασόπουλος) με τον Θεοχάρη (Παπαθανασόπουλο).
Αρχίζει να σουρουπώνει. Από τη μια μεριά της Παντάνασσας φάνηκε ένα κάρο-νταλίκα. Το οδηγήσαμε σε ένα ξάνοιγμα προς το «Ντράφους» και αρχίσαμε να ξεφορτώνουμε βάζοντας στη βάρκα διάφορα σιδερικά, μικρά - μεγάλα. Μας λέει ο Γιώργος: Θα πάτε προς τα Σιταράλωνα-Γούστιανη (Πάμφιο) στο κεραμιδαριό (μέρος που φτιάχνουν ντέπια κεραμίδια). Εκεί θα δείτε δύο φωτιές (σημάδια) και θα αράξετε. Εκεί θα σας περιμένουν.
Οι τρεις μας, εγώ, ο Στέφανος Πραματιώτης και ο Χρήστος Παπανδρέου, μπήκαμε στη βάρκα και φύγαμε. Ακολουθήσαμε ανατολικά την άκρη της λίμνης. Η λίμνη, μια ωραία παγάδα, λες και ο καιρός ήταν σύμμαχός μας. Κατά τις 8 άρχισε να βγαίνει το φεγγάρι ολόγιομο, όπως λέει ο λαός μας, «του Γενάρη το φεγγάρι παραλίγο να είναι μέρα».
Στο ύψος του «Φωτμού» άνοιξαν οι βαρκάρηδες νοτιότερα στοχεύοντας το κεραμιδαριό. Ο Χρήστος ήξερε καλά τη λίμνη. Από μακριά είδαμε τις φωτιές. Αράξαμε, αφού βραχήκαμε λίγο. Πήγα και ειδοποίησα αυτούς που ήταν στις φωτιές. Γρήγορα ξεφορτώσαμε και οι βαρκάρηδες φύγανε. Τώρα έγινα θηρίο να κατασπαράξω τον αδελφό μου, όταν μου είπε, τράβα να φέρεις τα άλογα από το σπίτι. Φώναξα γιατί δε μου το είπε φεύγοντας το πρωί να τα πάρω και να τα βάλω κάπου κοντά στα λιοστάσια. Εφυγα σχεδόν τρέχοντας.
Να αναφέρω, ότι εκεί περίμεναν για βοήθεια ο Χρήστος Μπέλος (Παπαθανασίου), οι Νίκος και Τάσος Λιανός και ο Σπύρος Κούτας. Το σπίτι απέχει από το κεραμιδαριό 30-40 λεπτά. Να πάω δεν ήταν αργητό για μένα. Να γυρίσω, όμως, με δυο άλογα, πιο δύσκολο. Πάρα πολύ βοήθαγε η φεγγαράδα. Κατά τις 2 πρωινά, γύρισα με τα άλογα. Φορτώσαμε γρήγορα γρήγορα και φύγαμε με τον αδελφό μου.
Στο δρόμο στο ρέμα στα Δελημητσέικα, το ένα άλογο γλίστρησε και έπεσε (Ηταν βαριά φορτωμένο). Δεν τα καταφέραμε οι δυο μας να τα ξαναφορτώσουμε. Ηταν η βάση του τυπογραφείου πολύ βαριά. Πλησίαζε να φέξει. Τα κρύψαμε σε ένα σχίνο και φύγαμε. Την άλλη μέρα με τον αδελφό μου, με την Χαριτίνη Χαρίλη-Πύργα πήγαμε και τα πήραμε. Ετσι τελείωσε η μεταφορά. Η εγκατάσταση και συναρμολόγηση έγινε αργότερα με τον τυπογράφο Σπύρο και έναν βουβό από το Αγρίνιο. Το τυπογραφείο ήταν προσφορά των αδελφών Πολύζου, που είχαν στο Αγρίνιο βιβλιοπωλείο-τυπογραφείο, των Αλέκου, Γιάννη και Λευτέρη, ο οποίος τρελάθηκε στη Μακρόνησο από τα βασανιστήρια.
Ο Γιάννης, υπάλληλος της Τράπεζας Ελλάδας, σκοτώθηκε στις εκβολές του Αχελώου (Μπούκα), από Γερμανούς και Ράλληδες, τον Απρίλη του 1944 φεύγοντας από την Κεφαλονιά με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών. Τότε πιάστηκε και ο Αντώνης Παπαϊωάννου από τον Αβαρίκο Τριχωνίδας και τον κρέμασαν στα Καλύβια Αγρινίου, στις 27 του Ιούλη 1944.
Η πρώτη προκήρυξη του ΕΑΜ και άλλο πληροφοριακό υλικό τυπώθηκε σ' αυτό το τυπογραφείο για την 25η Μάρτη 1943 και στάλθηκε με συνδέσμους σε όλο το Νομό Αιτωλοακαρνανίας. Ο Σπύρος δούλευε ασταμάτητα με βοηθό εμένα.
Εκεί μένει μέχρι τον Ιούνη του 1943. Το Μάη του 1943 χτυπήθηκε από γερμανικό αεροπλάνο το σπίτι μας και η γύρω περιοχή, χωρίς ζημιές, μετά από προδοσία. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Οκτώβρη του 1943, οι δύο πιλότοι, από ζημιά του αεροπλάνου, έπεσαν με τα αλεξίπτωτα στο χωριό Καψοράχη, τους οποίους ο εφεδρικός ΕΛΑΣ έπιασε αιχμαλώτους και ανέφεραν: «Εμείς είμαστε αντιφασίστες και δε χτυπήσαμε το σπίτι που μας έδωσαν εντολή εδώ πιο πάνω». Από εδώ μεταφέρθηκε στον Αϊ-Γιάννη (Μοναστήρι Ανάληψης).
Τελικά, το Μάρτη του 1944 εγκαταστάθηκε στο Ζελίχοβο (Αγία Παρασκευή σήμερα) και λειτούργησε μέχρι την απελευθέρωση του Αγρινίου, το Σεπτέμβρη του 1944, όπου και μεταφέρθηκε, τελικά.
Αναμνήσεις Μιχ. Τσώνη (Λάκη)ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 11 Δεκέμβρη 2004
Ηταν το πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη του 1943. Με φωνάζει ο Γιάννης και μου λέει: Θα πας στο Θέρμο και θα βρεις τον Γιώργο Παπαθανασόπουλο ή τον Θεοχάρη Παπαθανασόπουλο. Αυτοί θα σου πουν τι θα κάνεις. Πήρα ψωμοτύρι και έφυγα. Μου υπέδειξε να μην πω σε κανέναν τίποτα. Βρήκα τον Γιώργο (σ.σ. Παπαθανασόπουλο) και μου είπε. Θα πας στη Γιουρίτσα (Μυρτιά). Πριν από το χωριό πηγαίνει ένα μονοπάτι στα «Πεζούλια» (τοπωνύμιο μέρους μεταξύ λίμνης και χωριού). Εκεί θα ζητήσεις το σπίτι του Στέφανου Πραματιώτη και θα του πεις να έρθει για τη δουλιά.
Εφυγα αμέσως και πήγα. Ετοιμάστηκε αμέσως (ο Σ. Π.) και πήγαμε στο σπίτι του Χρήστου Παπανδρέου. Στις 4, περίπου, το απόγευμα. Φύγαμε και πήραμε μια βάρκα του Χρήστου. Ηταν καλός βαρκάρης από παιδί. Ακολουθήσαμε την κατεύθυνση της Λίμνης, δυτικά προς τον Αϊ-Λια, βγαίνοντας στην άκρη ενός κολπίσκου, του «Ντράφους». Δίπλα στο κέντρο «Τριχωνίδα» σήμερα. Πιάσαμε την άκρη και περιμέναμε. Κάναμε πως ψαρεύαμε. Σε λίγο ήρθε ο Γιώργος (Παπαθανασόπουλος) με τον Θεοχάρη (Παπαθανασόπουλο).
Αρχίζει να σουρουπώνει. Από τη μια μεριά της Παντάνασσας φάνηκε ένα κάρο-νταλίκα. Το οδηγήσαμε σε ένα ξάνοιγμα προς το «Ντράφους» και αρχίσαμε να ξεφορτώνουμε βάζοντας στη βάρκα διάφορα σιδερικά, μικρά - μεγάλα. Μας λέει ο Γιώργος: Θα πάτε προς τα Σιταράλωνα-Γούστιανη (Πάμφιο) στο κεραμιδαριό (μέρος που φτιάχνουν ντέπια κεραμίδια). Εκεί θα δείτε δύο φωτιές (σημάδια) και θα αράξετε. Εκεί θα σας περιμένουν.
Οι τρεις μας, εγώ, ο Στέφανος Πραματιώτης και ο Χρήστος Παπανδρέου, μπήκαμε στη βάρκα και φύγαμε. Ακολουθήσαμε ανατολικά την άκρη της λίμνης. Η λίμνη, μια ωραία παγάδα, λες και ο καιρός ήταν σύμμαχός μας. Κατά τις 8 άρχισε να βγαίνει το φεγγάρι ολόγιομο, όπως λέει ο λαός μας, «του Γενάρη το φεγγάρι παραλίγο να είναι μέρα».
Στο ύψος του «Φωτμού» άνοιξαν οι βαρκάρηδες νοτιότερα στοχεύοντας το κεραμιδαριό. Ο Χρήστος ήξερε καλά τη λίμνη. Από μακριά είδαμε τις φωτιές. Αράξαμε, αφού βραχήκαμε λίγο. Πήγα και ειδοποίησα αυτούς που ήταν στις φωτιές. Γρήγορα ξεφορτώσαμε και οι βαρκάρηδες φύγανε. Τώρα έγινα θηρίο να κατασπαράξω τον αδελφό μου, όταν μου είπε, τράβα να φέρεις τα άλογα από το σπίτι. Φώναξα γιατί δε μου το είπε φεύγοντας το πρωί να τα πάρω και να τα βάλω κάπου κοντά στα λιοστάσια. Εφυγα σχεδόν τρέχοντας.
Να αναφέρω, ότι εκεί περίμεναν για βοήθεια ο Χρήστος Μπέλος (Παπαθανασίου), οι Νίκος και Τάσος Λιανός και ο Σπύρος Κούτας. Το σπίτι απέχει από το κεραμιδαριό 30-40 λεπτά. Να πάω δεν ήταν αργητό για μένα. Να γυρίσω, όμως, με δυο άλογα, πιο δύσκολο. Πάρα πολύ βοήθαγε η φεγγαράδα. Κατά τις 2 πρωινά, γύρισα με τα άλογα. Φορτώσαμε γρήγορα γρήγορα και φύγαμε με τον αδελφό μου.
Στο δρόμο στο ρέμα στα Δελημητσέικα, το ένα άλογο γλίστρησε και έπεσε (Ηταν βαριά φορτωμένο). Δεν τα καταφέραμε οι δυο μας να τα ξαναφορτώσουμε. Ηταν η βάση του τυπογραφείου πολύ βαριά. Πλησίαζε να φέξει. Τα κρύψαμε σε ένα σχίνο και φύγαμε. Την άλλη μέρα με τον αδελφό μου, με την Χαριτίνη Χαρίλη-Πύργα πήγαμε και τα πήραμε. Ετσι τελείωσε η μεταφορά. Η εγκατάσταση και συναρμολόγηση έγινε αργότερα με τον τυπογράφο Σπύρο και έναν βουβό από το Αγρίνιο. Το τυπογραφείο ήταν προσφορά των αδελφών Πολύζου, που είχαν στο Αγρίνιο βιβλιοπωλείο-τυπογραφείο, των Αλέκου, Γιάννη και Λευτέρη, ο οποίος τρελάθηκε στη Μακρόνησο από τα βασανιστήρια.
Ο Γιάννης, υπάλληλος της Τράπεζας Ελλάδας, σκοτώθηκε στις εκβολές του Αχελώου (Μπούκα), από Γερμανούς και Ράλληδες, τον Απρίλη του 1944 φεύγοντας από την Κεφαλονιά με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών. Τότε πιάστηκε και ο Αντώνης Παπαϊωάννου από τον Αβαρίκο Τριχωνίδας και τον κρέμασαν στα Καλύβια Αγρινίου, στις 27 του Ιούλη 1944.
Η πρώτη προκήρυξη του ΕΑΜ και άλλο πληροφοριακό υλικό τυπώθηκε σ' αυτό το τυπογραφείο για την 25η Μάρτη 1943 και στάλθηκε με συνδέσμους σε όλο το Νομό Αιτωλοακαρνανίας. Ο Σπύρος δούλευε ασταμάτητα με βοηθό εμένα.
Εκεί μένει μέχρι τον Ιούνη του 1943. Το Μάη του 1943 χτυπήθηκε από γερμανικό αεροπλάνο το σπίτι μας και η γύρω περιοχή, χωρίς ζημιές, μετά από προδοσία. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Οκτώβρη του 1943, οι δύο πιλότοι, από ζημιά του αεροπλάνου, έπεσαν με τα αλεξίπτωτα στο χωριό Καψοράχη, τους οποίους ο εφεδρικός ΕΛΑΣ έπιασε αιχμαλώτους και ανέφεραν: «Εμείς είμαστε αντιφασίστες και δε χτυπήσαμε το σπίτι που μας έδωσαν εντολή εδώ πιο πάνω». Από εδώ μεταφέρθηκε στον Αϊ-Γιάννη (Μοναστήρι Ανάληψης).
Τελικά, το Μάρτη του 1944 εγκαταστάθηκε στο Ζελίχοβο (Αγία Παρασκευή σήμερα) και λειτούργησε μέχρι την απελευθέρωση του Αγρινίου, το Σεπτέμβρη του 1944, όπου και μεταφέρθηκε, τελικά.
Αναμνήσεις Μιχ. Τσώνη (Λάκη)ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 11 Δεκέμβρη 2004
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου