5/2/09

100 Χρόνια Μοναξιάς.

...του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Tον Οκτώβρη του 1966 έφτασε στα γραφεία του εκδοτικού οίκου Carmen Balcells στη Bαρκελώνη ένα πακέτο από το Mεξικό. Περιείχε το χειρόγραφο ενός μυθιστορήματος, κάποιου άγνωστου έως τότε κολομβιανού συγγραφέα. Tίτλος έργου: «Eκατό χρόνια μοναξιά». Tο βιβλίο θα κυκλοφορήσει πρώτη φορά στην ισπανική γλώσσα στις 5 Iουνίου του 1967. Mόνο που εκείνο το χειρόγραφο, ώσπου να φτάσει στα γραφεία της Sudamericana στο Mπουένος Aϊρες (του οίκου που το εξέδωσε) το φθινόπωρο του 1966, έζησε μια οδύσσεια που δεν έχει να ζηλέψει και πολλά από το βίο και την πολιτεία της οικογένειας Mπουεντία, που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο. H δακτυλογράφος που είχε στα χέρια της το μοναδικό χειρόγραφο, έπαθε τροχαίο ατύχημα καθώς πήγαινε στο ταχυδρομείο. H ίδια βγήκε σώα και αβλαβής, αλλά τα χαρτιά είχαν σκορπιστεί στο δρόμο και είχαν βραχεί. Eκείνη τα μάζεψε ένα-ένα, τα πήγε στο σπίτι της και τα σιδέρωσε. Όταν ύστερα από τόσες περιπέτειες κατόρθωσε να φτάσει στο ταχυδρομείο, ο υπάλληλος τα ζύγισε και ζήτησε 40 πέσος για τα ταχυδρομικά τέλη. Ο Γκαρσία Mάρκες, συγγραφέας του μυθιστορήματος και η γυναίκα του διέθεταν εκείνη τη στιγμή μόνο 25 πέσος. Aποφάσισαν λοιπόν να στείλουν τα μισά φύλλα εκείνη την ημέρα. Tα υπόλοιπα τα έστειλαν λίγες μέρες αργότερα, αφού προηγουμένως έβαλαν ενέχυρο τα ελάχιστα υπάρχοντα που τους είχαν απομείνει. Το βιβλίο έγινε γνωστό από στόμα σε στόμα και μέσα σε δύο εβδομάδες εξαντλήθηκαν και τα 8.000 αντίτυπα της πρώτης έκδοσης.

Αδιαμφισβήτητα, τα ''100 χρόνια μοναξιάς'' αποτελούν "τοιχογραφία" μιας εποχής, ενός λαού, της μοίρας όχι μόνο της Κολομβίας, αλλά ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής, που για δύο αιώνες τώρα παλεύει απεγνωσμένα να βρει μια διέξοδο. Την αγωνία και το σισύφειο χαρακτήρα αυτής της πάλης δίνει ο Μάρκες με αξεπέραστη λογοτεχνική μαεστρία, περιγράφοντας την τραγική πορεία του ήρωα της ελευθερίας συνταγματάρχη Αουρελιάνο Μπουενδία από την ώρα της υπέρτατης προσφοράς ως τη στιγμή της έσχατης φθοράς και της προσωπικής ολοκληρωτικής εκμηδένισης. Η αφήγηση του παραπέμπει στα παραμύθια των γιαγιάδων μας και οι μύθοι, που πλάθει, αποτυπώνουν μ' ένα μοναδικό τρόπο την στυγνή και πολλές φορές απάνθρωπη πραγματικότητα, που βιώνει ο ίδιος και ο λαός του σ' αυτό το πολύπαθο μέρος του πλανήτη μας.

Παρακάτω, αναφέρονται κάποια από τα καταπληκτικά πράγματα που αποτύπωσε στο χαρτί ο υπέροχος αυτός γητευτής του λόγου και του πνεύματος:
*Τα πράγματα έχουν τη δική τους ζωή, φτάνει μόνο να ξυπνήσεις την ψυχή τους.
*Αισθάνθηκε ξεχασμένος, όχι με την επανορθώσιμη λησμονιά της καρδιάς, αλλά με την σκληρή και αμετάκλητη λησμονιά του θανάτου.
*Είχε πάει στον άλλο κόσμο, αλλά γύρισε γιατί δεν άντεξε την μοναξιά.
*Έφτασε να υποκρίνεται με τόση αληθοφάνεια, ώστε κατέληξε να παρηγορείται με τα ίδια της τα ψέματα.
*Στην πραγματικότητα δεν τον ενδιέφερε ο θάνατος, μόνο η ζωή, και γι' αυτό το συναίσθημα που αισθάνθηκε , όταν απήγγειλαν την καταδίκη ( σε θάνατο), δεν ήταν φόβος αλλά νοσταλγία.
*Το μυστικό για τα καλά γηρατειά δεν ήταν τίποτε άλλο από μια τίμια συμφωνία με τη μοναξιά.
*Δεν πεθαίνει κανείς όταν πρέπει, αλλά όταν μπορεί.
*Ο άλλος πόλεμος , ο αιματοκυλισμένος είκοσι χρόνια, δεν τους είχε στοιχίσει τόσο όσο ο διαβρωτικός πόλεμος των αιώνιων αναβολών.
*Ο κόσμος θα' χει γαμηθεί πέρα για πέρα τη μέρα που οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν στην πρώτη θέση και η λογοτεχνία στο βαγόνι με τα εμπορεύματα.
*Είχε φύγει μακριά της, προσπαθώντας να τη βγάλει από το μυαλό του, όχι μόνο με την απόσταση, αλλά και με μια απερίσκεπτη ορμή, που οι σύντροφοι του έπαιρναν για τόλμη. Aλλά όσο περισσότερο βούταγε την εικόνα της στη λάσπη του πολέμου τόσο περισσότερο ο πόλεμος έμοιαζε με την Αμαράντα. Έτσι, είχε βασανιστεί στην εξορία, ψάχνοντας να βρεί τρόπο να τη σκοτώσει με τον ίδιο το θάνατο του.
*Έσκαψε τόσο βαθιά στα αισθήματα του και αναζητώντας το συμφέρον, συνάντησε τον έρωτα, γιατί προσπαθώντας να την κάνει να τον αγαπήσει, κατέληξε να την αγαπήσει αυτός. *Τη συνάντησε στην εικόνα που πλημμύριζε την ίδια την τρομερή του μοναξιά.
*Μετά από τόσα χρόνια θάνατο, ήταν τόση η λαχτάρα για τους ζωντανούς, τόσο πιεστική η ανάγκη για συντροφιά, τόσο τρομακτική η προσέγγιση σ' εκείνον τον άλλο θάνατο που υπάρχει μέσα στο θάνατο, που ο Προυδένσιο Αγκιλάρ είχε φτάσει ν' αγαπήσει το χειρότερο εχθρό του.


Kαι αυτές είναι οι δύο τελευταιές σελίδες του βιβλίου:

"Ο Αουρελιανο δεν ειχε ποτε μεγαλυτερη διαυγεια σε καμιαν αλλη πραξη της ζωης τουαπο την στιγμη που ξεχασε τους νεκρους του, τον πονο των νεκρων του και καρφωσεξανα τις πορτες και τα παραθυρα με τους σταυρους της Φερναντα, για να μην αφησεινα τον ενοχλησει κανενας πειρασμος του κοσμου, γιατι τοτε ηξερε πια πως στις περγαμηνες του Μελκιαδες ηταν γραμμενο το πεπρωμενο του.Τις βρηκε ανεπαφες, αναμεσα στα προ'ι'στορικα φυτα και στις λιμνουλες που αχνιζαν και στα φωτεινα εντομα, που ειχαν εξαφανισει απο το δωματιο καθε ιχνος απο το περασματου ανθρωπου πανω στη γη και δεν ειχε την ηρεμια να τις βγαλει στο φως, παρα εκει μεσα, ορθιος, χωρις την παραμικρη δυσκολια, λες και ηταν γραμμενες στα ισπανικα, μες στην εκτυφλωτικη λαμψη του μεσημεριου αρχισε μεγαλοφωνα να τις αποκρυπτογραφει.Ηταν η ιστορια της οικογενειας, γραμμενη απο τον Μελκιαδες, με τις παραμικρες λεπτομερειες εκατο χρονια πριν.Την ειχε γραψει στα σανσκριτικα, που ηταν η μητρικη του γλωσσα, κι ειχε κρυπτογραφησει τους ζυγους στιχους με τον προσωπικο κωδικα του αυτοκρατορα Αυγουστου και τους μονους με τους στρατιωτικους κωδικες των Λακεδαιμονιων.Η τελικη προφυλαξη, που ο Αουρελιανο ειχε αρχισει να υποπτευεται οταν αφεθηκε να παρασυρθει απο τον ερωτα της Αμαραντα Ουρσουλα, βασιζοταν στο οτι ο Μελκιαδες δεν ειχε ταξινομησει τα γεγονοτα στο συμβατικο χρονο των ανθρωπων, αλλα ειχε συγκεντρωσει τα καθημερινα επεισοδια ενος αιωνα με τετοιο τροπο ωστε ολα να συνυπαρχουν την ιδια στιγμη.Γοητευμενος απο την αποκαλυψη, ο Αουρελιανο διαβασε μεγαλοφωνα, χωρις να πηδαει σειρες, τις τραγουδιστες εγκυκλιους, που ο ιδιος ο Μελκιαδες ειχε βαλει τον Αρκαδιο ν'ακουσει και που στην πραγματικοτητα ηταν η προφητεια της εκτελεσης του και συναντησε την αναγγελια της πιο ομορφης γυναικας του κοσμου, που ανεβαινε ψυχη τε και σωματι στον ουρανο, και γνωρισε την καταγωγη των ορφανων διδυμων, που εγκατελειψαν την προσπαθεια να αποκρυπτογραφησουν τις περγαμηνες, οχι μονο απο ανικανοτητα και επιπολαιοτητα αλλα γιατι οι προσπαθειες τους ηταν προωρες.Σ'αυτο το σημειο, ανυπομονωντας να γνωρισει τη δικη του καταγωγη, ο Αουρελιανο πηδηξε μερικες σελιδες.Τοτε αρχισε να φυσαει ο ανεμος χλιαρος, διστακτικος, γεματος απο φωνες του παρελθοντος, μουρμουρητα παλιων γερανιων, αναστεναγμους απογοητευσης, πιο παλιους κι απ' τις μεγαλες νοσταλγιες.Δεν το προσεξε, γιατι εκεινη τη στιγμη ανακαλυπτε τις πρωτες ενδειξεις της δικης του υπαρξης,σ' ενα λαγνο παππου, που αφεθηκε να τον παρασυρει η επιπολαιοτητα, μεσα απο τις παραισθησεις, αναζητωντας μια ομορφη γυναικα, που δεν θα τον εκανε ευτυχισμενο.Ο Αουρελιανο τον αναγνωρισε, ακολουθησε τα κρυφα μονοπατια της καταγωγης του και βρηκε τη στιγμη της ιδιας του της συλληψης αναμεσα στους σκορπιους και στις κιτρινες πεταλουδες, σ'ενα μπανιο, το ηλιοβασιλεμα, οπου ενας μηχανικος ικανοποιουσε τη λαγνεια του με μια γυναικα που του δινοταν απο ανυπακοη.Ηταν τοσο απορροφημενος που δεν ακουσε ουτε τη δευτερη ριπη του ανεμου, που η κυκλωνικη του δυναμη εβγαλε τις πορτες και τα παραθυρα απο τους μεντεσεδες, πηρε την στεγη της ανατολικης πτερυγας και ξεριζωσε τα θεμελια.Τοτε μονο ανακαλυψε πως η Αμαραντα Ουρσουλα δεν ηταν αδελφη του, αλλα θεια του και πως ο Φρανσις Ντρεικ ειχε επιτεθει στη Ριοτσα μονο και μονο για να μπορεσουν εκεινοι να βρουν ο ενας τον αλλον στους πιο πολυπλοκουςλαβυρινθους του αιματος, ωσπου να φερουν στον κοσμο το μυθολογικο ζωο που θα εβαζε τερμα στην γενια τους.Το Μακοντο ηταν πια ενας φοβερος ανεμοστροβιλος απο σκονη και χαλασματα, που τα στριφογυριζε η οργη του βιβλικου τυφωνα, οταν ο Αουρελιανο πηδηξε εντεκα σελιδες για να μη χασει την ωρα του με πολυ γνωστα του περιστατικα, κι' αρχισε να αποκρυπτογραφει τη στιγμη που ζουσε, αποκρυπτογραφωντας οσο το ζουσε, προφητευοντας στον ιδιο του τον εαυτο τη στιγμη που θα αποκρυπτογραφουσε την τελευταια σελιδα των περγαμηνων, λες και τον εβλεπε σ'εναν καθρεφτη που μιλουσε.Τοτε προχωρησε ακομα λιγο, για να προλαβει τις προφητειες και να επαληθευσει την ημερομηνια και τις περιστασεις του θανατου του.Ωστοσο, προτου φτασει στον τελευταιο στιχο ειχε καταλαβει πως δεν θα εβγαινε ποτε απο εκεινο το δωματιο, γιατι η πολη με τους καθρεφτες ('η τους αντικατοπτρισμους) ηταν προορισμενη να σαρωθει απο τον ανεμο και να εξοριστει απ' τη μνημη των ανθρωπων τη στιγμη που ο Αουρελιανο Μπαμπιλονια θα τελειωνε την αποκρυπτογραφηση των περγαμηνων κι ολα οσα ηταν γραμμενα σ'αυτες ηταν ανεπαναληπτα απο αμνημονευτων χρονων και για παντα, γιατι οι γενιες οι καταδικασμενες σε εκατο χρονια μοναξια δεν ειχαν δευτερη ευκαιρια πανω στη γη."

Δεν υπάρχουν σχόλια: