11/11/08

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851 - 1911)


Ο Αλέξανδρος Εμμανουήλ γεννήθηκε στη Σκιάθο στις 4 Μαρτίου του 1851. Ήταν γιος του ιερέα Αδαμαντίου Εμμανουήλ και της Γκιουλώς (Αγγελικής) Μωραϊτίδη, καταγόμενης από αρχοντική οικογένεια του Μυστρά. Στη Σκιάθο τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και γράφτηκε στο Σχολαρχείο (1860), όμως αναγκάστηκε να παρακολουθήσει την τρίτη τάξη του Σχολαρχείου στη Σκόπελο (1865), καθώς στη Σκιάθο είχε καταργηθεί η τρίτη τάξη. Στη συνέχεια αναγκάστηκε να διακόψει πολλές φορές τις γυμνασιακές του σπουδές εξαιτίας κυρίως της κακής οικονομικής κατάστασης της οικογένειάς του (αποφοίτησε τελικά το 1874 από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο των Αθηνών σε ηλικία εικοσιτριών ετών, ενώ είχε φοιτήσει στα γυμνάσια της Χαλκίδας και του Πειραιά).
Το 1872, σε ηλικία 21 ετών ταξίδεψε με τον παιδικό του φίλο Ν. Διανέλο (έπειτα μοναχό Νήφωνα) στο Άγιο Όρος, όπου έμεινε τέσσερις μήνες ως προσκυνητής. Από το 1873 και για μια δεκαετία έζησε στην Αθήνα (με κάποιες επισκέψεις στη Σκιάθο) σε συνθήκες οικονομικής ανέχειας. Εκείνη την περίοδο συγκατοικούσε με συγγενείς και συντοπίτες του και εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος για να κερδίσει τα προς το ζην. Το 1874 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου παρακολούθησε ελάχιστα μαθήματα, εξακολούθησε όμως να προφασίζεται ότι θα συνεχίσει τις σπουδές του, για να αποφύγει την επιστροφή του στη Σκιάθο και τη στράτευσή του. Το 1877 δημοσίευσε ανώνυμα άρθρα στην Εφημερίδα του Δ. Κορομηλά με τίτλους Η εβδομάς των Αγίων Παθών και Το Άγιον Πάσχα. Δύο χρόνια αργότερα δημοσίευσε με την υπογραφή Α. Πδ. το πρώτο του ιστορικό μυθιστόρημα Η μετανάστις στην εφημερίδα Νεολόγος Κωνσταντινουπόλεως. Το 1881 δημοσίευσε το ποίημα Δέησις (Εράνισμα εκ των ψαλμών) στο περιοδικό Σωτήρ, όπου παρουσιάστηκε στο χώρο των γραμμάτων με το όνομα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (το επώνυμο είναι συνδυασμός του ονόματος και της ιερατικής ιδιότητας του πατέρα του). Το 1882 προσλαμβάνεται ως μεταφραστής στην Εφημερίδα του Δημητρίου Κορομηλά με μισθό 100 φράγκα και παράλληλα δημοσίευσε σε συνέχειες το μυθιστόρημα Οι Έμποροι των Εθνών στο σατιρικό περιοδικό Μη χάνεσαι.
Η γνωριμία του με τον Βλάση Γαβριηλίδη του εξασφάλισε μια θέση στην εφημερίδα Ακρόπολις. Τα οικονομικά του προβλήματα άρχισαν να υποχωρούν και έτσι ανακοίνωσε και στην οικογένειά του τη συγγραφική του δραστηριότητα. Το 1884 δημοσίευσε το τρίτο του μυθιστόρημα - Η Γυφτοπούλα - στην εφημερίδα Ακρόπολις και το επόμενο έτος δημοσίευσε το έργο του Χρήστος Μηλιώνης στο περιοδικό Εστία. Ακολούθησαν δυο χρόνια σιωπής του ως το Δεκέμβριο του 1887, οπότε δημοσίευσε το διήγημα Το Χριστόψωμο στην Εφημερίδα. Η συνεργασία του με την Εφημερίδα κράτησε μέχρι το 1891 και εκεί δημοσίευσε πολλά διηγήματά του. Παράλληλα ασχολήθηκε και με λογοτεχνικές μεταφράσεις ξένων έργων με κορυφαία το Έγκλημα και τιμωρία του Ντοστογιέφσκι. Το 1891 επιχείρησε ανεπιτυχώς να εκδώσει κάποια επιλεγμένα διηγήματά του με τίτλο Θαλασσινά Ειδύλλια. Το 1899 ο Παλαμάς έγραψε ένα άρθρο στο Άστυ, με το οποίο επαινούσε την αφηγηματική ικανότητα του Παπαδιαμάντη και υποστήριζε μια συνολική έκδοση του έργου του. Εξακολούθησε να δημοσιεύει διηγήματα και να εργάζεται ως μεταφραστής σε εφημερίδες και περιοδικά, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ενισχύσει οικονομικά την οικογένειά του στη Σκιάθο.
Από το 1902 ως το 1904 επέστρεψε στη γενέτειρά του, όπου ασχολήθηκε με τη μετάφραση των έργων History of the Greek Revolution του Thomas Gordon και History of the Greek Revolution του George Finlay κατά παραγγελία του Γιάννη Βλαχογιάννη. Από τη Σκιάθο συνέχισε να στέλνει έργα του στις εφημερίδες και τα περιοδικά της Αθήνας. Το 1903 δημοσίευσε τη Φόνισσα και το επόμενο έτος επέστρεψε στην Αθήνα. Εξακολούθησε να συγγράφει παρά την κακή κατάσταση της υγείας του, και δεν κατόρθωσε ποτέ να δει το έργο του να εκδίδεται. Το 1906 ο Γιάννης Βλαχογιάννης τον πηγαίνει στο φιλολογικό καφενείο της Δεξαμενής. Μέχρι τότε ο Παπαδιαμάντης απέφευγε τους λόγιους κύκλους και τη δημοσιότητα, λόγω της οικονομικής του ανέχειας, του φόρτου εργασίας του αλλά και του μοναχικού χαρακτήρα του. Προτιμούσε να συχνάζει σε λαϊκές συνοικίες (κυρίως στην ταβέρνα του Καχριμάνη στου Ψυρρή) και να ψέλνει στην εκκλησία του Προφήτη Ελισσαίου στο Μοναστηράκι με τον ξάδερφό του Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Στη Δεξαμενή φωτογραφήθηκε (για πρώτη φορά στη ζωή του) από τον Παύλο Νιρβάνα και φωτογραφία του δημοσιεύτηκε ολοσέλιδη με ένα εκτενές άρθρο του Νιρβάνα στα Παναθήναια. Όμως η κατάσταση της υγείας του παρουσίαζε διαρκή επιδείνωση. Το Μάρτιο του 1908 αρνήθηκε να παραστεί στον Παρνασσό όταν γιορτάστηκε η εικοσιπενταετηρίδα του στο χώρο της λογοτεχνίας. Στα τέλη του ίδιου μήνα επέστρεψε στη Σκιάθο, όπου παρέμεινε ως το θάνατό του, εξακολουθώντας να στέλνει διηγήματα σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας. Πέθανε από πνευμονία στις 2 Ιανουαρίου 1911. Μια μέρα πριν έμαθε πως είχε τιμηθεί με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: